Το ελληνικό πρωτάθλημα μπορεί πλέον να μη θεωρείται ένα από τα κορυφαία της Ευρώπης, παρότι οι ελληνικές ομάδες μετρούν πολλές διακρίσεις σε συλλογικό επίπεδο, ενώ το κύριο χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η BasketLeague θεωρείται ένα πρωτάθλημα τουλάχιστον δύο ταχυτήτων, με τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό να είναι σε πολύ διαφορετικό επίπεδο από τους υπόλοιπους.

Αυτή η μορφή, βέβαια, δεν υπήρχε πάντα. Τόσο στη δεκαετία του ’90 όσο και σ’ αυτή του 2000 το ελληνικό πρωτάθλημα είχε έντονο το αίσθημα του ανταγωνισμού ανάμεσα στις ομάδες με το επίπεδο των ομάδων να μην είναι τεράστιο ανάμεσα τους. Ως αποτέλεσμα αυτής της δυναμικής του πρωταθλήματος ήταν να έρχονται κατά καιρούς και πολύ μεγάλοι παίκτες από τις ΗΠΑ, οι οποίοι είτε παρέμειναν για αρκετά χρόνια στα ελληνικά παρκέ είτε ήρθαν, μάγεψαν το κοινό και στη συνέχεια επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Το basketblog.gr θυμάται όλους αυτούς τους παίκτες, επιλέγοντας έναν από κάθε ομάδα.

Παναθηναϊκός-Ντομινίκ Ουίλκινς

Ίσως ο μεγαλύτερος παίκτης που έχει περάσει ποτέ από το ελληνικό μπάσκετ. Ένας NBAer με ρόλο στην ομάδα του που όμως πείθεται από τους αδελφούς Γιαννακόπουλου ν’ αφήσει το κορυφαίο πρωτάθλημα στον κόσμο και να έρθει στην Ελλάδα προκειμένου να φέρει το 1ο ευρωπαϊκό στους «πράσινους», αλλά και στη χώρα μας. Ο Παναθηναϊκός χάρη στον απόλυτο σούπερ σταρ και φυσικά τους Βράνκοβιτς, Γιαννάκη και Αλβέρτη, κατάφερε να φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης. Η παρουσία του Αμερικανού κράτησε μόλις ένα χρόνο, όμως λατρεύτηκε όσο λίγοι από τους φίλους του «τριφυλλιού». Στην ίδια θέση, βέβαια, θα μπορούσαν να μπουν και ο Μπάιρον Σκοτ, με τον οποίο ο Παναθηναϊκός κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημα της δεκαετίας του ’90 και φυσικά ο Μάικ Μπατίστ που παραμένει ο ξένος με τις περισσότερες συμμετοχές με την πράσινη φανέλα.

 

Ολυμπιακός-Έντι Τζόνσον

Ο Ολυμπιακός μετά από τις αποτυχημένες προσπάθειες του να φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης, προσπαθεί το καλοκαίρι του 1994 να ενισχυθεί με παίκτες εγνωσμένης αξίας από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η τότε διοίκηση του Σωκράτη Κόκκαλη αποφάσισε να επενδύσει στον Έντι Τζόνσον, ο οποίος μέχρι τότε αγωνιζόταν στους Σαρλότ Μπόμπκατς. Ο Τζόνσον ήταν… συνδεδεμένος με το καλάθι, όντας μία μηχανή τριπόντων, με τον Αμερικανό να θεωρείται ένας από τους καλύτερους σουτέρ που έχουν περάσει από τα ευρωπαϊκά γήπεδα. Ο 35χρονος Αμερικανός ήταν ο άνθρωπος που οδήγησε την ομάδα του στον τελικό της Ευρωλίγκας στη Σαραγόσα, χωρίς όμως να καταφέρει να δώσει και το τρόπαιο στην ομάδα του. Σαφώς εξίσου μεγάλοι παίκτες που έχουν φορέσει τη φανέλα του Ολυμπιακού από τις ΗΠΑ ήταν και ο Ντέιβιντ Ρίβερς, οποίος έμεινε για μία τριετία στους «ερυθρόλευκους» και στη Ρώμη έδωσε το 1ο ερυθρόλευκο τρόπαιο, αλλά και ο Κάιλ Χάινς, μέσω του οποίου οι Πειραιώτες επέστρεψαν στην κορυφή της Ευρώπης το 2012.

 

ΑΕΚ-Βίκτορ Αλεξάντερ

Όταν ο κόσμος ακούει το όνομα Βίκτορ Αλεξάντερ, συνήθως θυμάται έναν παίκτη με λίγα περισσότερα κιλά από τα επιτρεπόμενα για τη θέση του σέντερ. Αυτά τα κιλά βέβαια του έδωσαν την ευχέρεια να αγωνίζεται με ιδιαίτερη ευκολία σε υψηλό επίπεδο. Ο θηριώδης σέντερ έμεινε στην «Ένωση» για δύο χρόνια (1996-1998) με τον Γιάννη Ιωαννίδη να πιστεύει στις ικανότητες του κι αυτός να δείχνει με τον πλέον καταλυτικό τρόπο το ταλέντο του. Απόλυτος κυρίαρχος κάτω από τη ρακέτα, δεν είχε καμία δυσκολία να σηκωθεί και να πάρει το επιθετικό ή το αμυντικό ριμπάουντ παρά τα 130 κ. του. Ένας ακόμα Αμερικανός που μάγεψε με την παρουσία του τα ελληνικά γήπεδα και εν συνεχεία είδε την καριέρα του να απογειώνεται είναι ο Τζέι Αρ Χόλντεν, με τον Αμερικανό που στη συνέχεια έγινε ηγέτης της ΤΣΣΚΑ Μόσχας και ο παίκτης που έδωσε το χρυσό στο Eurobasket του 2007 για τη Ρωσία, ήταν αυτός που βοήθησε στην κατάκτηση του τελευταίου πρωταθλήματος της ΑΕΚ το 2002.

 

Άρης-Ρόι Τάρπλεϊ

Σύμφωνα με πολλούς λάτρεις του μπάσκετ θεωρείται ανάμεσα στους κορυφαίους Αμερικανούς που πέρασαν ποτέ από τα ευρωπαϊκά γήπεδα. Ο Ρόι Τάρπλεϊ έμεινε μόλις για έναν χρόνο στον Άρη (ακολούθησαν στη συνέχεια ο Ολυμπιακός, ο Ηρακλής και ο Έσπερος Καλλιθέας), όμως κατάφερε να λατρευτεί όσο λίγοι στη μετά Γκάλη εποχή. Ο Αμερικανός ήταν το σήμα-κατατεθέν της ομάδας στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου στον τελικό κόντρα στην Εφές Πίλσεν, ενώ χαρακτηριστική ήταν η ευκολία του στα ριμπάουντ, μιας και τη χρονιά που αγωνίστηκε στο Αλεξάνδρειο μέτρησε στην Α1 μέσο όρο 17,2 ριμπάουντ. Ένας ακόμα παίκτης που έμεινε περισσότερα χρόνια και ξεσήκωνε τους φίλους της ομάδας ήταν ο Τζερεμάια Μάσεϊ, που ήταν ένας από τους πρώτους Mobile-center που δεν ήταν ο παίκτης που θα παίξει τόσο με τον όγκο και το σώμα όσο με την τεχνική και την ταχύτητα.

 

ΠΑΟΚ-Κλιφ Λέβινγκστον

Ίσως η ομάδα που θα μπορούσαν κάλλιστα να μπουν και δύο Αμερικανοί, οι οποίοι μάγεψαν το ελληνικό κοινό και ανέβασαν επίπεδο το μπάσκετ στη χώρα μας. Ο Λέβινγκστον ήρθε το καλοκαίρι του 1992 στην Ελλάδα για χάρη του “δικεφάλου του Βορρά” και ήταν ο πρώτος παίκτης που έδειξε στη χώρα μας τι εστί εντυπωσιακό κάρφωμα. Ο πρώην NBAer των Μπουλς και συμπαίκτης του Μάικλ Τζόρνταν, έφερε την αύρα της πρώην ομάδας του και όντας απόλυτος κυρίαρχος της ρακέτας, κέρδισε τον κόσμο με την εικόνα του. Δυστυχώς, βέβαια, έμεινε μόλις για ένα χρόνο, όμως λίγα χρόνια αργότερα ήρθε ένας άλλος Αμερικανός να τον αντικαταστήσει, ο Ουόλτερ Μπέρι. Διαφορετικός τύπος Αμερικανού, περισσότερο φίλος με το λέι απ, όμως και αυτός ήταν από τις μεγαλύτερες παρουσίες που έχουν περάσει από τα ελληνικά παρκέ.

 

Πανιώνιος-Πι Τζέι Μπράουν

Συνήθως οι Αμερικανοί που έρχονταν στην Ελλάδα βρίσκονταν είτε στη Δύση της καριέρας τους είτε είχαν αποφασίσει ότι δεν έχουν πλέον χώρο στο NBA. Ο Μπράουν έκανε το ακριβώς αντίθετο δρομολόγιο. Τη σεζόν 1992/3 ο Αμερικανός σέντερ γίνεται κάτοικος Νέας Σμύρνης και μαζί με τους Φάνη Χριστοδούλου και Μπόμπαν Γιάνκοβιτς δημιουργούν μία άκρως ανταγωνιστική ομάδα, με τον ίδιο να κάνει τη διαφορά στο «ζωγραφιστό». Τα καρφώματα του στο κλειστό του Πανιωνίου τον έκαναν ιδιαίτερα αγαπητό στο μπασκετικό κοινό και του έδωσαν και το oneway εισιτήριο για την πατρίδα του.

 

Ηρακλής-Ντέιβιντ Ίνγκραμ

Η απόλυτη καλαθομηχανή που πέρασε από τα γήπεδα της Θεσσαλονίκης και όχι μόνο. Ένας Αμερικανός που με την ικανότητα του στο σκοράρισμα ανέβασε τον Ηρακλή επίπεδο και τον έστειλε στα ευρωπαϊκά σαλόνια. Ο Ίνγκραμ ήταν ο παίκτης-απάντηση μπροστά τον «θρύλο» Νίκο Γκάλη αναγκάζοντας όλους τους φίλους του μπάσκετ να περιμένουν με αγωνία το ντέρμπι ανάμεσα στον Ηρακλή και τον Άρη προκειμένου να δουν τη μεγάλη μάχη των δύο παικτών και ποιος θα καταφέρει να είναι 1ος σκόρερ του αγώνα. Ο Ίνγκραμ ήρθε το καλοκαίρι του 1988 και αποχώρησε το 1992, με την αγάπη του κόσμου και της διοίκησης να είναι τέτοια προς το πρόσωπο του που για ένα χρονικό διάστημα η φανέλα του με το νο.6 είχε αποσυρθεί.

 

Σπόρτιγκ-Μίτσελ Ουίγκινς

Φήμες λένε ότι ακόμα σουτάρει από τη γραμμή των 6,25 στο κλειστό του Σπόρτιγκ. Ο Ουίγκινς μπορεί να έγινε γνωστός όταν αποκτήθηκε από τον Μίλωνα το καλοκαίρι του 1993 και να αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της Α1, όμως ο κόσμος τον χόρτασε ως ηγέτη του Σπόρτιγκ, μένοντας στην ομάδα μέχρι το 1996, ενώ μετά από ένα «διάλειμμα» στον Πανιώνιο, επέστρεψε στην ομάδα που αγάπησε κι αγαπήθηκε όσο λίγοι. Δαιμόνιος με τη μπάλα στα χέρια, μόλις έβρισκε ένα κενό… χτυπούσε κατά ριπάς.

 

Περιστέρι-Αλφόνσο Φορντ

Ένας «μύθος» του ελληνικού και του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ο Αλφόνσο Φορντ ήταν καλωδιωμένος με το αντίπαλο καλάθι και δεν έβλεπε ποτέ αντίπαλο στο πέρασμα του. Ξεκίνησε την ελληνική του πορεία από τον Παπάγο το 1996 όπου και έμεινε για έναν χρόνο, για ν’ ακολουθήσει ο Σπόρτιγκ και στη συνέχεια το Περιστέρι. Στο πρόσωπο του Φορντ ο Πεδουλάκης βρήκε τον άνθρωπο-σκόρερ, όντας επί 4 συνεχόμενες χρονιές πρώτος σκόρερ της Α1, ενώ τη σεζόν 2000-01 αναδείχθηκε και πολυτιμότερος παίκτης του πρωταθλήματος. Ήταν ένας από τους λόγους που το Περιστέρι έφτασε στη δική του κορυφή, αγωνιζόμενο ακόμα και στην Ευρώπη, με τον κόσμο της ομάδας να κατακλύζει το κλειστό της περιοχής και να δημιουργεί νέες γενιές φίλων του αθλήματος. Η συνέχεια τον βρήκε στον Ολυμπιακό, με τον Αμερικανό να μην σταματά να στέλνει τη μπάλα στο καλάθι, με τον μόνο αντίπαλο που κατάφερε να τον σταματήσει να είναι η λευχαιμία…

 

Παγκράτι-Ερλ Χάρισον

Ο παίκτης που κατάφερε να ανεβάσει επίπεδο το Παγκράτι στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Ένας παίκτης που ξεχώριζε για την ικανότητα του κάτω από το καλάθι και μαζί με τους Καλαμπάκο, Μπακατσιά και Γιαννόπουλο δημιούργησαν μία πολύ ισχυρή ομάδα. Ο κόσμος, βέβαια, του Παγκρατίου πήγαινε στο κλειστό του Μετς για χάρη του Αμερικανού κι αυτός τους ξεπλήρωνε με τις μοναδικές του φάσεις. Είναι, βέβαια, και από τους άτυχους Αμερικανούς, μιας και ένας τραυματισμός δεν τον άφησε να φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο.

 

Δάφνη-Ρίτσαρντ Ρέλφορντ

Μπορεί να έκανε την πρώτη του γνωριμία με τη φανέλα της ΑΕΚ το 1990, όμως αγωνίστηκε για μόλις 8 παιχνίδια, με το ελληνικό κοινό να μην μπορεί να τον «νιώσει» όσο θα ήθελε. Το μεγάλο μπαμ το έκανε στην επιστροφή του στην Ελλάδα για χάρη της Δάφνης. Ο Αμερικανός ήταν μία κινητή μονάδα πόντων και τη σεζόν 1992-93 έγινε ο πρώτος σκόρερ της Α1, όντας ο 1ος Αμερικανός στην ιστορία του ελληνικού πρωταθλήματος που κατέκτησε αυτό τον τίτλο. Όλοι τον θυμούνται για έναν αγώνα της Δάφνης με τον Ολυμπιακό, στον οποίο ο Ρέλφορντ κατάφερε να πετύχει 54 πόντους! Η συνέχεια τον βρήκε στο Παγκράτι και το Ηράκλειο, συνεχίζοντας τις επικές του εμφανίσεις.