Η δεκαετία του ’90 για την μπασκετική Ελλάδα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η “χρυσή εποχή” του μπάσκετ στην Ελλάδα. Γήπεδα γεμάτα, ευρωπαϊκές πορείες μέχρι το τέλος του δρόμου, ιστορίες βγαλμένες πέρα από κάθε φαντασία (σε σχέση με το τώρα), προπονητές που γαλούχησαν με μπάσκετ το τότε αλλά και τις επόμενες γενιές. Μα κυρίως, παίκτες! Παίκτες επιπέδου πολύ ανώτερου από ότι μπορεί να φανταστεί το σημερινό κοινό που μετέτρεπαν το ελληνικό πρωτάθλημα σε ένα από τα πλέον ανταγωνιστικά της Ευρώπης.

Μπορεί στη μνήμα των περισσότερων όταν διαβάζουν για εκείνες τις εποχές να θυμούνται τον Γκάλη με τον Γιαννάκη, τις πορείες του Άρη και μετέπειτα του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού, όμως στην Ελλάδα βρέθηκαν και Αμερικανοί που όχι μόνο ήξεραν μπάσκετ, αλλά ήταν ικανοί να κάνουν τη διαφορά στο κορυφαίο επίπεδο. Ένας από αυτούς ήταν και ο Αλφόνσο Φόρντ.

Το American Dream γίνεται European Dream

Ο Αλφόνσο Φορντ δεν ήταν το κλασσικό παιδί του κολεγίου που με τις εμφανίσεις του θα μπορούσε να προσελκύσει μία ομάδα του ΝΒΑ για να βρεθεί στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου. Ήταν ο παίκτης εκείνος που τα νούμερα του “φώναζαν” πως το ταλέντο που κρύβει μέσα του είναι τεράστιο. Αγωνιζόμενος στο κολέγιο Mississippi Valley State University κατάφερε να πετύχει ένα μοναδικό ρεκόρ, μετρώντας τέσσερις σερί σεζόν με πάνω από 25 πόντους κατά μέσο όρο. Η κολεγιακή του καριέρα ολοκληρώθηκε έχοντας μετρήσει συνολικά 3.165 πόντους, νούμερο που τον κατατάσσει στην 4η θέση των σκόρερ όλων των εποχών. Αναμφισβήτητα μία τέτοια πορεία δεν γινόταν μη του ανοίξει την πόρτα του ΝΒΑ, με τους Σίξερς να τον επιλέγουν στο νο.32 του draft. Παρόλα αυτά, δεν αγωνίστηκε για αρκετό χρονικό διάστημα στο ΝΒΑ, με αποτέλεσμα πλέον να δει πως το μέλλον του είναι στην Ευρώπη.

Η πρώτη… απόβαση του στην Ευρώπη γίνεται στην Ισπανία και την Ουέσκα. Η ισπανική ομάδα μπορεί να μην κατάφερε να διασωθεί τη σεζόν 1995/96 και να γνωρίσει τον υποβιβασμό, ο Φορντ όμως είναι ο παίκτης που κερδίζει το χειροκρότημα αλλά και το ενδιαφέρον, όντας πρώτος σκόρερ εκείνης της σεζόν στο ισπανικό πρωτάθλημα, έχοντας 25,1 πόντους ανά αγώνα.

Η πρώτη απόπειρα στην Ελλάδα

Η σεζόν 1996/97 θα τον βρει για πρώτη φορά στα μέρη μας. Στην τότε Α1 αγωνιζόταν ο ΑΣ Παπάγου και ο Κώστας Μίσσας είχε δει τα κατορθώματα του Αμερικανού, το οποίο και έπεισε να έρθει στη χώρα μας και να παίξει με τα χρώματα των “στρατηγών”. Το αποτέλεσμα; Ο Φορντ τελείωσε τη σεζόν όντας ο πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος, καταγράφοντας συνολικά  24.6 πόντους, 5.2 ριμπάουντ και 3.2 ασίστ  κατά μέσο όρο, κερδίζοντας τις εντυπώσεις του ελληνικού κοινού. Ο Φόρντ μπορεί να έμεινε μόλις ένα χρόνο στο “Σαλούν”, όμως αγαπήθηκε όσο λίγοι και πριν από λίγα χρόνια η διοίκηση του συλλόγου πήρε την απόφαση να αποσύρει τη φανέλα του.

Το καλοκαίρι που άλλαξε τη ζωή του

Η σεζόν με τον Παπάγου τελείωσε και ο Αλφόνσο Φορντ επέστρεψε στην Αμερική για τις καλοκαιρινές διακοπές του. Εκείνο το καλοκαίρι ήταν ίσως αυτό που άλλαξε το ρου της ιστορίας του. Οι πόνοι που νιώθει στην πλάτη γίνονται έντονοι και παρά το γεγονός ότι στην αρχή δεν έδωσε σημασία, στη συνέχεια επισκέφτηκε έναν γιατρό, ο οποίος του είπε την πικρή αλήθεια. 

Σε μία από τις συνεντεύξεις του είχε δηλώσει:

«Μετά τον τελευταίο αγώνα της σεζόν, με τον Σπόρτιγκ παίζαμε αν θυμάμαι καλά, άρχισα να αισθάνομαι πόνους στην πλάτη. Δεν έδωσα σημασία. Πήγα στην Αμερική για διακοπές, άρχισα να παίζω μπάσκετ για να συντηρούμαι, αλλά οι πόνοι δεν υποχωρούσαν. Πήγα στον οικογενειακό μας γιατρό και μου έκανε αιματολογικές εξετάσεις. Εκεί φάνηκε ότι είχα σοβαρό πρόβλημα στο αίμα και αν δεν το είχα εντοπίσει τότε, ίσως τώρα να μην ζούσα.

Ήταν μια τρομακτική εμπειρία. Μπήκα στο νοσοκομείο για μια ολόκληρη εβδομάδα και έκανα τεστ. Φοβήθηκα πολύ, δεν το κρύβω. Πέρναγαν πολλά από το μυαλό μου. Πρώτα για τη ζωή μου και μετά για την καριέρα μου. Πήγα σε έναν ειδικό αιματολόγο. Βρήκαμε ότι με μια συγκεκριμένη αγωγή μπορούσα να γίνω καλά. Το κακό ήταν ότι έπρεπε να μείνω έξω από τα γήπεδα έναν ολόκληρο χρόνο».

Η επιστροφή στην Ελλάδα

Αφού αγωνίστηκε για ένα μικρό χρονικό διάστημα στην Τουρκία και έμεινε εκτός για ένα χρόνο λόγω της λευχαιμίας, ο Φορντ επέστρεψε το καλοκαίρι του 1998 στην Ελλάδα, στην ομάδα που αντιμετώπισε την τελευταία αγωνίστηκε, τον Σπόρτιγκ. Η αρρώστια όχι μόνο δεν τον επηρέασε αγωνιστικά, αλλά έδειχνε το ίδιο εκπληκτικός και καλύτερος σε σχέση με το παρελθόν, ολοκληρώνοντας τη σεζόν πάλι ως πρώτος σκόρερ, μετρώντας 22,7 πόντους κατά μέσο όρο.

Το step up με το Περιστέρι

Οι εμφανίσεις του Φορντ με το Σπόρτιγκ δεν πέρασαν απαρατήρητες, ούτε φυσικά και το γεμάτο καλάθια παρελθόν του, με τον Αργύρη Πεδουλάκη να θέλει να τον ντύσει στα “κυανόλευκα”. Ο Αμερικανός πείθεται και από το 1999 μέχρι και το 2001 θα γίνει κάτοικος Περιστερίου. Οι εμφανίσεις του και η παρουσία του στην ομάδα θα συνδυαστούν με τις χρυσές εποχές των “πριγκίπων της δυτικής όχθης”, μιας και στα δύο χρόνια παρουσίας του στην ομάδα, το Περιστέρι βρέθηκε στην Ευρωλίγκα, ενώ είχε αξιοσημείωτες παρουσίες στην Ελλάδα. Ο ίδιος ο Φορντ θα συνεχίσει να κάνει αυτό που ξέρει καλά, να βάζει καλάθια. Ήτοι, πρώτος σκόρερ στην Α1 και τις δύο σεζόν με το Περιστέρι και πρώτος σκόρερ στην Ευρωλίγκα τη σεζόν 2000-01 με 26 πόντους κατά μέσο όρο.

Φτάνει στο απόγειο του

Μετά από δύο χρόνια παρουσίας στο Περιστέρι, ο Ολυμπιακός του κάνει πρόταση προκειμένου να τον ντύσει στα “ερυθρόλευκα” και αυτός την αποδέχεται, με δεδομένο άλλωστε πως πήγαινε στον Πειραιά με σκοπό να γίνει ο νέος ηγέτης της ομάδας, στη νέα της εποχή. Για μία ακόμα σεζόν θα βρεθεί στην κορυφή των πρώτων σκόρερ της Α1, τελειώνοντας τη χρονιά με 21,6 πόντους ανά αγώνα, ενώ για δεύτερη συνεχόμενη σεζόν θα αναδειχθεί πρώτος σκόρερ και στην Ευρωλίγκα, μετρώντας 24,8 πόντους.

Το πρόωρο τέλος

Αυτή έμελλε να είναι και η τελευταία του σεζόν στη χώρα μας, παγώνοντας κατά κάποιο τρόπο το κοινό με την απόφαση του να αποχωρήσει από την Ελλάδα και τον Ολυμπιακό και να συνεχίσει την καριέρα του στη Σιένα. Μπορεί στις δύο τελευταίες του σεζόν να συνέχιζε με τον ίδιο τρόπο να αγωνίζεται, όμως η αρρώστια του χτυπούσε την πόρτα καρτερικά πλέον. Το καλοκαίρι του 2004 αποφασίζει να βάλει τέλος στην καριέρα του, γνωρίζοντας πως ο χρόνος πλέον δεν τρέχει υπέρ του. Το… 24αρι της ζωής του μηδένισε δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της απόσυρσης του, με τον Αλφόνσο Φορντ να πεθαίνει σε ένα νοσοκομείο του Μέμφις, παραδομένος από τη λευχαιμία και όντας μόλις 33 χρονών.

Η τιμή από την Ευρωλίγκα

Η Ευρωλίγκα θέλοντας να τιμήσει τη μνήμη του Αμερικανού, έδωσε στο βραβείο του πρώτου σκόρερ της διοργάνωσης ανά χρονιά το όνομα του Αλφόνσο Φορντ. Ο Φορντ κατάφερε να μείνει στη μνήμη, φίλων και εχθρών των ομάδων, τόσο για το αστείρευτο ταλέντο του, όσο κυρίως για τη μαχητικότητα του στο παρκέ της ζωής.