Το πρώτο ματς, δεν αποτέλεσε και τον καλύτερο «οιωνό». Κάθε άλλο, διότι η Τόφας εκμεταλλεύτηκε κάθε αδυναμία του, με αποτέλεσμα να θριαμβεύσει στο τότε «Αλεξάνδρειο Μέλαθρον» με 66-77 και να αποκτήσει ένα πολύ ισχυρό προβάδισμα, σχεδόν αναμφισβήτητο, παίζοντας πλέον στην έδρα της. Ένας «Αυτοκράτορας», όμως, θέλει πάντα να έχει… την τελευταία κουβέντα!

Με αυτόν τον τρόπο ο Άρης, υπό τις οδηγίες του Λευτέρη Σούμποτιτς, ταξίδεψε στην Προύσα για τον δεύτερο τελικό και την ολική επαναφορά. Με εμφάνιση που θα ζήλευε ακόμη και… η ομάδα της εποχής των Ιωαννίδη, Γκάλη, Γιαννάκη, υπέταξε την αντίπαλό του με 70-88, φέρνοντας «νεκρική σιγή» στο «Ατατούρκ». Παράλληλα, έδωσε την αφορμή για τρελούς πανηγυρισμούς στη Θεσσαλονίκη και όχι μόνο, καθώς ταυτοχρόνως κατακτούσε το Κύπελλο Κόρατς της σεζόν 1996-1997. Η 3η Απριλίου 1997, θα μείνει πάντα χαραγμένη, ως ένα από τα μεγαλύτερα έπη της ιστορίας του ελληνικού μπάσκετ, βάσει των συνθηκών, υπό τις οποίες κατακτήθηκε ο συγκεκριμένος τίτλος.

Ένας από τους τότε παίκτες του Άρη, ο Γιάννης Σιούτης, θυμάται τις μεγαλειώδεις αυτές στιγμές, με κάθε προθυμία να τις εξιστορήσει στο Basketblog.gr, από τη δική του οπτική γωνία. «Στον πρώτο τελικό, είχαμε ηττηθεί με 11 πόντους, σε ένα ματς όπου δεν είχαμε αποδώσει σύμφωνα με τις δυνατότητές μας, και μάλιστα σε ένα γεμάτο “Αλεξάνδρειο”. Στο δεύτερο παιχνίδι, είπαμε ότι έπρεπε πλέον να παίξουμε όπως μπορούσαμε, να πιστέψουμε στο αποτέλεσμα και να κερδίσουμε στην Τουρκία. Κάπως έτσι έγινε κιόλας. Αγωνιστήκαμε σε μία δύσκολη έδρα, αλλά αυτό δε μας πτόησε. Βρεθήκαμε σε πολύ καλή βραδιά, πήραμε μία μεγάλη νίκη με 18 πόντους, 7 παραπάνω δηλαδή, από όσους χρειαζόμασταν», μας είπε αρχικά, μη λησμονώντας να δώσει μία μικρή, πλην όμως αρκετή, περιγραφή, των πανηγυρισμών που ακολούθησαν: «Αυτό που ακολούθησε ήταν συγκλονιστικό, και με τους περίπου 50 οπαδούς μας που ήταν στην Προύσα, αλλά και με όσους μας υποδέχθηκαν στην επιστροφή μας στη Θεσσαλονίκη και τη μεταφορά μας στο Λευκό Πύργο».

Πώς αλλάζει, όμως, η ψυχολογία μίας ομάδας, σε τέτοιο βαθμό ώστε ένα τόσο ισχυρό «πλήγμα», όσο εκείνο του πρώτου αγώνα της Θεσσαλονίκης, να γίνει το… κίνητρο για να κυριαρχήσει απόλυτα στο δεύτερο ματς; «Αυτό που κάναμε, ήταν να μείνουμε όλοι μαζί. Δεν ήταν μικρό πράγμα, άλλωστε, η συμμετοχή μας σε αυτόν τον τελικό. Μην ξεχνάμε, επίσης, το γεγονός ότι διαθέταμε ένα πολύ δυνατό ρόστερ και ήταν, πιστεύω, πολύ δύσκολο να κάνουμε δεύτερο κακό παιχνίδι στη σειρά. Συγκεντρωθήκαμε στο στόχο μας, ενώ κάναμε και μία καλύτερη ανάγνωση του αντιπάλου μας», εξηγεί ο Γιάννης Σιούτης, και κάτι τέτοιο μάλλον φάνηκε ήδη… από τα αποδυτήρια.

«Από την αρχή κιόλας, μπήκαμε πολύ δυναμικά και όσο περνούσε η ώρα, τόσο μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση αποκτούσαμε. Από την αντίθετη πλευρά, βλέποντάς μας έτσι, οι αντίπαλοι μας είδαν μία τόσο αποφασισμένη ομάδα, που με τον καιρό “κατέρρευσαν”. Ακολουθώντας, επίσης, τις οδηγίες του προπονητή μας, πήραμε αυτό που θέλαμε, κάτι που δεν είχε γίνει στο πρώτο ματς», συμπληρώνει ο παλαίμαχος γκαρντ, ενώ θυμάται τα λίγα λόγια που αρκούσαν, στο άρτι αποχωρήσαντα από τους αγωνιστικούς χώρους, Λευτέρη Σούμποτιτς, για να «φτιάξει» τους παίκτες του: «Είχε μικρή εμπειρία ως κόουτς, όντως, αλλά ήταν ένας παίκτης που κέρδιζε τίτλους. Σαν προπονητής, επομένως, ήθελε να καταφέρει το ίδιο και ήξερε τον τρόπο να μας πείσει. Τα λόγια του ήταν λίγα και αυτά που έπρεπε. Μας είπε, πως όπως χάσαμε στο πρώτο ματς, έτσι απλά μπορούσαμε να κερδίσουμε και στο δεύτερο, παίρνοντας τη διαφορά».

Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, ότι ένα σημαντικό μερίδιο ευθύνης, ανήκει και στον Σούλη Μαρκόπουλο, με τον οποίο είχε ξεκινήσει η σεζόν: «Ήταν ο κόουτς που έχτισε αυτό το ρόστερ και έβαλε τις βάσεις γι’ αυτό που ακολούθησε. Άρα, πρέπει να ευχαριστούμε και τον κόουτς Μαρκόπουλο γι’ αυτήν την επιτυχία», τονίζει ο παίκτης που πέντε χρόνια αργότερα, θα ζούσε και τη «λάμψη» του τροπαίου της Ευρωλίγκα, ως παίκτης του Παναθηναϊκού, στον αλήστου μνήμης τελικό με την Μπολόνια.

Το μέγεθος και αυτής της επιτυχίας, όμως δεν αμφισβητείται: «Ήταν μία μεγάλη επιτυχία, όχι μόνο για την ομάδα του Άρη, αλλά και ολόκληρο το ελληνικό μπάσκετ!»

Το όνομά του, βέβαια, είναι συνδεδεμένο με αυτό του Άρη, και δε θα μπορούσε να μας κάνει κι ένα μικρό, αλλά αισιόδοξο σχόλιο, για την νέα προσπάθεια που γίνεται στο σημερινό «Nick Galis Hall»: «Έχουν γίνει σημαντικά βήματα, με πρώτο στόχο η ομάδα να εξυγιανθεί και εν συνεχεία να επενδύσει πάνω στο όνομα του Άρη. Αυτός ο στόχος, με τη σημαντική στήριξη των οπαδών, φαίνεται να επιτυγχάνεται. Το καλό για αυτόν το σύλλογο, είναι ότι διαθέτει πολύ κόσμο που αγαπάει το μπάσκετ, και όχι άδικα, αν και για πολύ καιρό δεν έχουν κατακτηθεί τίτλοι. Ο Δημήτρης Πρίφτης είναι ένας πολύ καλός προπονητής, ο οποίος προσπαθεί επίσης από την πλευρά του να κάνει το καλύτερο δυνατό. Είναι σίγουρα θετικό πράγμα, η παρουσία του στον Άρη».

Η ελπίδα, λοιπόν, να ξαναζήσει τέτοιες στιγμές, ίσως να «αναγεννήθηκε» το περασμένο καλοκαίρι…

aris-epistrofi-korac