Οι Εθνικές ομάδες των Εφήβων, Νέων και των Παίδων -και αντίστοιχα φυσικά και των Νεανίδων και Κορασίδων– έχουν αρκετές διαφορές με τις αντίστοιχες των Ανδρών, αφού ο στόχος τους δεν είναι μονάχα το αποτέλεσμα στο παρόν αλλά το αποτέλεσμα και στο μέλλον. Μάλιστα οι εκάστοτε προπονητές καλούνται να εκπληρώσουν και έναν άτυπο ρόλο τεχνικού, scouter, ψυχολόγου και δασκάλου για μερικά από τα παιδιά που θεωρούνται δικαίως το «αύριο» του ελληνικού μπάσκετ, το οποίο τα τελευταία χρόνια -απόρροια ίσως των μέτριων εκφάνσεων στα διάφορα νεανικά τουρνουά- δε διαθέτει την πηγή ταλέντων του άμεσου παρελθόντος και των γενεών των Χαραλαμπόπουλου και Παπαγιάννη φερ’ ειπείν.

 

Ο προπονητής δεν πρέπει να είναι αποκλειστικά μόνο στην Εθνική Ομάδα.

 

Αυτός ο προπονητής λοιπόν, και το άτυπο… πολυμίξερ που καλείται αναγκαστικά να φέρει εις πέρας, πρέπει να περιτριγυρίζεται από τον πυλώνα της εμπειρίας και της συνεχούς τριβής, αφού η έλλειψη της τελευταίας κρίνεται πολύ σημαντική τόσο για την επιλογή των παιδιών όσο και για την καλύτερη αξιοποίησή τους σε αυτό το περιβάλλον -με τους ανθρώπους που εργάζονται ήδη σε κάποια ομάδα και έχουν μπει σε αυτήν την ροή ανίχνευσης και εκτίναξης του ταλέντου να πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο σε τέτοιες περιστάσεις.

Ουσιαστικά, πρέπει να είναι απαράβατη αυτή η προϋπόθεση, αφού πέραν της όποιας ανάμειξής του με τη νεότερη γενιά, το… μικρόβιο του υγειούς ανταγωνισμού και του αθλητισμού μεγαλώνει μέρα με τη μέρα σε έναν άνθρωπο ο οποίος σε αυτήν του την καθημερινότητα θέλει και πρέπει να εξασκείται, θέλει και πρέπει να βελτιώνεται συνεχώς, θέλει και πρέπει να εξετάζει συνεχώς νέο υλικό, θελει και πρέπει να γίνεται καλύτερος.

Πάρτε για παράδειγμα έναν παίκτη που παίζει μόνο κάθε καλοκαίρι με την Εθνική ομάδα της χώρας του και δεν έχει την παραμικρή επαφή με ένα σύλλογο, με την καθημερινή δηλαδή τριβή και τάση για αυτοβελτίωση.
Είναι δυνατόν να αποδώσει στο επιθυμητό επίπεδο σε αυτό το σενάριο; Πιθανότατα όχι.

Ίσως δε, θα ήταν ακόμα καλύτερο αυτός ο προπονητής που θα αναλάβει την τεχνική ηγεσία τέτοιων ηλικιών να κάνει και πορεία πρωταθλητισμού -χωρίς να είναι απαραίτητο να σαρώνει κάθε τρόπαιο της υφηλίου.

Σε αυτό το σενάριο φυσικά, πέραν των όποιων αρετών καλλιεργεί ο δρόμος προς την επιτυχία -όσο και αν δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός σε αυτές τις ηλικίες-, ο εκάστοτε προπονητής θα δουλεύει ήδη σε ένα επίπεδο αντάξιο μιας Εθνικής ομάδας. Δείτε τα ονόματα την τελευταία πενταετία που φιγουράρουν για παράδειγμα σε Παίδες, Έφηβους, Νέους και κάντε τις ανάλογες συνεντεύξεις. Σίγουρα έχουν δει περισσότερους νεαρούς αθλητές από οποιονδήποτε προπονητή ομάδας Α1 (και ας σχολιάσουν 1-2 για τις εξαιρέσεις) .

Δε γίνεται ο μαέστρος του μέλλοντος να «κάθεται» όλο το χρόνο, σε μια πρακτική που θυμίζει έντονα καταστάσεις παλαιότερων ετών και δεκαετιών.
Θα πρέπει να μπαίνει στο χορό και να προσπαθεί να χορεύει όλο και καλύτερα μέρα με τη μέρα, θα πρέπει να αποτυγχάνει πολλές φορές, θα πρέπει να κάνει λάθη πάσης φύσεως, θα πρέπει να είναι κοντά με τις ηλικίες αυτές.

Δυστυχώς, Pablo Laso στη Basket League δεν έχουμε.
Αλλά οι Εθνικές κατηγορίες και τα μικρότερης ηλικίας πρωταθλήματα σφύζουν από ανθρώπους που ξέρουν και θέλουν να διαχειρίζονται αντίστοιχες καταστάσεις όσο λίγοι.

Και θα πρέπει κάποτε να πάρουν τις ευκαιρίες που τους αναλογούν.