Ο Ολυμπιακός αποφάσισε να κάνει τη μεγάλη έκπληξη και να φέρει στην Ελλάδα -για πρώτη φορά στην 13ετή του καριέρα- τον Κώστα Κουφό, τον άνθρωπο που έχει περάσει μια ζωή σε κάθε πρωτάθλημα, επαγγελματικό και μη, στις ΗΠΑ, με το ταλέντο του να ξεχειλίζει στο επίπεδο των high school και NCAA αλλά να υποχωρεί στο σαφώς ανώτερο του ΝΒΑ.

Μπορεί η φήμη του διεθνούς center να βρίσκεται σε αρκετά πτωτική πορεία εξαιτίας του κάκιστου περάσματός του από την CSKA Moscow πέρυσι, αλλά παραμένει μια έμπειρη φιγούρα, που μπορεί να προσφέρει απλόχερα λύσεις στο ζωγραφιστό κάθε ομάδας, που «πονάει» στα ριμπάουντ και στο rim protection.

Στον Πειραιά -μετά και τον τραυματισμό του Hassan Martin– θα έχει μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να αποδείξει την ποιότητά του και να σώσει την υστεροφημία του αλλά και το φινάλε της επαγγελματικής του πορείας.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη επιτυχία του, ακόμα και αν δε το γνωρίζει ακόμα, θα είναι η αποφυγή του παραδείγματος του Shelvin Mack στον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ, με τις δύο περιπτώσεις να έχουν πολλά κοινά σημεία, τα οποία δυστυχώς δεν προμηνύουν κάτι θετικό.

 

Καριέρα στο ΝΒΑ

Αμφότεροι έχουν αγγίξει τα δέκα χρόνια παρουσίας στην κορυφαία μπασκετική λίγκα του κόσμου, με τον μεν Mack να έχει αγωνιστεί 8 χρόνια εκεί, ενώ ο δε Κουφός 11.

Ο Αμερικάνος guard έχει συνολικά εμφανιστεί σε 456 παιχνίδια κανονικής διάρκειας, όπου και αριθμεί 7 πόντους, 2 ριμπάουντ, 3 ασίστ και 1 κλέψιμο, την ίδια στιγμή που σούταρε με 42% εντός πεδιάς, 33% από το τρίποντο, αλλά και με 73% από τη γραμμή των βολών.

Από την άλλη μεριά, ο Έλληνας center έχει εμφανιστεί σε 686 παιχνίδια στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, μετρώντας 6 πόντους, 5 ριμπάουντ και 1 τάπα ανά αγώνα, σουτάροντας με 54% στα δίποντα και με 58% από τις βολές.

Γίνεται αντιληπτός επομένως, και ο ρόλος τους, καθότι και οι δύο αθλητές ήταν ουσιαστικά ρολίστες -κάτι που σε καμία περίπτωση δεν είναι αρνητικό- στις ομάδες στις οποίες αγωνίστηκαν, και δεν είχαν ποτέ πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτές, με εξαίρεση ίσως τη σεζόν 2011-2012, όταν ο Κουφός αγωνίστηκε και στα 81 του παιχνίδια ως βασικός με τη φανέλα των Denver Nuggets, που πέτυχαν 57 ολόκληρες νίκες στη Regular Season.

Αν ήθελαν κάποτε να έχουν περισσότερες ευθύνες, ελευθερίες και ουσία στην καριέρα τους, θα έπρεπε να κατεβάσουν το επίπεδο του ανταγωνισμού, κάτι που γίνεται μόνο με δύο τρόπους.

Είτε βελτιώνεσαι τόσο πολύ που οι βασικοί παίκτες μοιάζουν ισάξιοι ή χειρότεροί σου είτε οδεύεις σε ένα πρωτάθλημα χαμηλότερου επιπέδου, όπου θα είσαι ήδη -θεωρητικά τουλάχιστον- σε ανώτερο κύρος από τους υπάρχοντες αθλητές.

Δεδομένης της ηλικίας τους όταν αποφάσισαν να αποχωρήσουν από το ΝΒΑ (28 ετών ο Mack, 29 ο Κουφός) το πρώτο σενάριο δεν ήταν δυνατόν να υλοποιηθεί.

Κάθε χρόνο μέσω του NBA Draft, η λίγκα ανανεώνεται επικίνδυνα για τους γηραιότερους αθλητές της, γεμίζει με νιάτα, ταλέντο και κίνητρο.
Έτσι, είτε λέγεσαι Κουφός, Jonathan Simmons, Tony Allen, Pau Gasol κλπ οι πιθανότητες δεν θα είναι ποτέ με το μέρος σου.

Ρεαλιστικά υφίσταται μόνο το δεύτερο σενάριο, και αυτό ήταν που ακολούθησαν αμφότεροι με ένα χρόνο καθυστέρηση.

 

Η πορεία τους στην Ευρώπη

Στις 25 Ιουλίου 2019, ο Shelvin Mack αποφασίζει να αφήσει το ΝΒΑ και τις ΗΠΑ για πρώτη φορά μετά από 3 σχεδόν δεκαετίες ζωής, και υπογράφει με την ιταλική Armani Milano για 2 χρόνια (όχι πλήρως εγγυημένη η δεύτερη σεζόν) αντί 3 εκ. δολ.

Εκεί, οι απαιτήσεις ήταν τεράστιες από πολλά επίπεδα και αποχρώσεις, αφού τόσο η τρομερή εμπειρία του Αμερικάνου στο ΝΒΑ όσο και το γεγονός πως θα ήταν ο αντικαταστάτης ενός παλιού μας γνώριμου από τη θητεία του στον Παναθηναϊκό, του Mike James, σίγουρα αναβάθμιζαν τις προσδοκίες για το ποιόν του απόφοιτου του Butler.

Ωστόσο, ουδέποτε δεν κατάφερε να βρει ρυθμό και αποτελεσματικότητα στο στρατόπεδο των Ιταλών, και έπειτα από μόλις 19 εμφανίσεις σε όλες τις διοργανώσεις και 5 πόντους, 2 ριμπάουντ και 2 ασίστ στην EuroLeague, αποχώρησε κακήν κακώς από την πρωτεύουσα της απανταχού μόδας.

Έναν περίπου χρόνο έπειτα, βρίσκεται στον ελληνικό Παναθηναϊκό, που «πονούσε» στη δημιουργία, αφού δε διέθετε playmakers σε οποιαδήποτε θέση ούτε shot creator πέραν του Nemanja Nedovic, με αποτέλεσμα η επιθετική ορμή του να ποικίλει ανά μέρα και ανά… εμπνεύσεις.

Έτσι, η προσθήκη του Mack φάνταζε ως η ιδανικότερη λύση για την κάλυψη αυτών των προβλημάτων.

Λίγους μήνες μετά όμως, και παρά το γεγονός πως ξεκίνησε τρομερά ατομικά -αφού μετρούσε 10 πόντους, 3 ασίστ και 1 κλέψιμο, την ίδια στιγμή που σούταρε με το εκκωφαντικό 65% από τη γραμμή του τριπόντου- έχει κάνει αρκετά βήματα πίσω κατά τη νέα χρονιά του 2021, όπου αριθμεί μόλις 3 πόντους, 3 ασίστ και 0.5 κλέψιμο, αποδεικνύοντας πως δε μπορεί να ανεβάσει επίπεδο τους «πράσινους», αφού δεν κάλυψε επ’ ουδενί τις αδυναμίες τους.

Η ομοιότητα με τον Κώστα Κουφό έγκειται εδώ ακριβώς, στις απαιτήσεις και την κάλυψη τυχόν αδυναμιών, είτε ονομάζονται δημιουργία είτε rim protection και rebounding.

Ο Έλληνας center με τη σειρά του, απέτυχε επίσης στην πρώτη του απόπειρα στα ευρωπαϊκά ύδατα, και δεν εξαργύρωσε ποιότητα το παχυλό συμβόλαιο αξίας περίπου 9 εκ. δολ. για 3 χρόνια, που του προσέφερε η CSKA Moscow.

Σε 17 αναμετρήσεις στην EuroLeague πέρυσι, μέτρησε 4 πόντους, 3 ριμπάουντ και 1 κλέψιμο ανά 10 αγωνιστικά λεπτά, και δεν κατάφερε ποτέ να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του Δημήτρη Ιτούδη, του επεκτατικού βλέμματος της διοργάνωσης, αλλά και των οραμάτων της «ρώσικης αρκούδας».

 

Η διαφορά με τον Mack

 

Η μεγάλη διαφορά, που θα λειτουργήσει ευεργετικά τόσο για τον Ολυμπιακό όσο και για τον ίδιο τον ομογενή center, είναι ο παράγοντας του «πρέπει».

  • Ο Παναθηναϊκός στις απαρχές της χρονιάς έπρεπε να βρει ένα δημιουργό, για να μην καταστραφεί η σεζόν του.
  • Ο Mack με τη σειρά του έπρεπε να είναι ο παίκτης που είχε οραματιστεί ο Γιώργος Βόβορας και το επιτελείο του, προκειμένου να μπορέσει η ομάδα να είναι ανταγωνιστική μέχρι όσο μπορούσε και όσο της επέτρεπε ο αυξημένος ανταγωνισμός της φετινής EuroLeague.

 

Από την άλλη μεριά, ο Ολυμπιακός δεν έχει πρέπει.

  • Έχασε τον Hassan Martin και έχει μείνει μόλις με ένα πεντάρι.
  • Βρίσκεται αρκετά μακριά από το όνειρο των ετήσιων playoffs, και μετά από πέντε συνεχόμενες ήττες δύσκολα θα προλάβει να πιάσει τις Zenit, Valencia, Zalgiris και Efes Anadolu, από την οποία έχασε την περασμένη Πέμπτη στην Πόλη.
  • Δεν αγωνίζεται στις εθνικές διοργανώσεις, επομένως δεν έχει κάποιο τρόπαιο να χάσει εξαιτίας των αδυναμιών του στο ζωγραφιστό.

Επομένως, φροντίζει το μέλλον του αποκτώντας τον Κώστα Κουφό σε μια -μάλλον- χαμένη χρονιά. Μπορεί να μην έχουν συμφωνήσει από τώρα για κάποια option για τη σεζόν 2021-2022, αλλά η υπογραφή του φαντάζει ως δέλεαρ και για τις δύο πλευρές, αφού η «αποτυχία» και η «κακή μεταγραφή» δεν υπάρχουν στο λεξιλόγιο της πραγματικότητας του μυαλού τους.

Κλείνοντας, μπορεί οι περιπτώσεις των Mack και Κουφού να έχουν περισσότερα κοινά από όσα είχαν σκεφτεί οι φίλαθλοι των δύο ομάδων, αλλά η ουσία των μεταγραφών τους είναι ολότελα διαφορετικών συγκυριών και απαιτήσεων, κάτι που μπορεί να αναβαθμίσει την προσθήκη και το κύρους του Έλληνα «ψηλού» στον Ολυμπιακό.

Ο Αμερικάνος PG απέτυχε να συνευρεθεί με τις απαιτήσεις στα κενά του Παναθηναϊκού, και πλέον -με λίγους μήνες ακόμα στο τρέχον συμβόλαιό του- θεωρείται ήδη αποτυχημένη μεταγραφή.

Ο Κώστας Κουφός δε, δεν έχει «πρέπει» και φωνές γύρω από το όνομά του στον Πειραιά, παρά μόνο μια επιθυμία.

Να αποδείξει ξανά σε όλους -και πρωτίστως στον ίδιο- πως δεν θα γίνει Mack, και θα πετύχει.