Το Top-16 αποτελεί παρελθόν για τον Παναθηναϊκό, ο οποίος συνεχίζει στην Ευρωλίγκα, συμμετέχοντας στα play-offs. Εκεί, θα αντιμετωπίσει τη Λαμποράλ Κούτσα, σε ένα ζευγάρι που έχει τη δική του ξεχωριστή ιστορία. Εκκινώντας για 4η συνεχόμενη φορά με μειονέκτημα έδρας και αναγκασμένοι να «κυνηγήσουν» έστω ένα «διπλό» στη Βιτόρια, οι παίκτες του Σάσα Τζόρτζεβιτς θέλουν να «σπάσουν» την «κατάρα», στη «δίνη» της οποίας έχουν βρεθεί, εξαιτίας των εμπειριών με την Μπαρτσελόνα το 2013 και την ΤΣΣΚΑ τα έτη 2014, 2015. Τι παίρνουν, όμως, μαζί τους από το Top-16 απέναντι στο σύνολο του Βέλιμιρ Περάσοβιτς;

Εν αρχή ην ο Διαμαντίδης…

«Αρχηγού παρόντος, πάσα αρχή παυσάτω», λέει το αρχαίο γνωμικό και ταιριάζει στον Δημήτρη Διαμαντίδη, όσο σε ελάχιστους παίκτες. Τον επόμενο μήνα, κλείνει τα 36 του χρόνια, αλλά συνεχίζει να παίζει, σαν να έχει… τα μισά από αυτά. Είναι αυτός που σπρώχνει την ομάδα του προς την επιτυχία, την «αφυπνίζει» όταν μοιάζει να πέφτει σε «λήθαργο», δίνει το σύνθημα αντεπίθεσης όταν τα πάντα φαίνονται να χάνονται, παίρνει τις πιο κρίσιμες αποφάσεις δημιουργικά ή εκτελεστικά όταν η μπάλα «ζυγίζει τόνους». Ο αρχηγός των «πρασίνων» είχε πάντοτε αυτές τις συνήθειες και δεν τις εγκατέλειψε ούτε στο Top-16.

diamantidis-pagkos-oloi-orthioi

Ποιος ξεχνά τη μυθική του πάσα στον Ουίλιαμς για το καλάθι που «σφράγισε» την νίκη με την Φενέρμπαχτσε, ή την τρομερή του εμφάνιση κόντρα στη Λοκομοτίβ Κουμπάν, όπου αποθεώθηκε ακόμη και στο άστοχο σουτ που θα έδινε τη διαφορά στο φινάλε. Απλά το είχε πάρει πάνω του, γιατί είχε πετύχει τέτοια καλάθια αμέτρητες φορές. Ποιος να του κάνει παρατήρηση, επειδή έχασε το σουτ; Παίρνοντας «ανάσες» από τους υπόλοιπους συμπαίκτες του, έχει τη δυνατότητα να διαθέτει τα εκπληκτικά ποσοστά του 82.4% στα δίποντα και του 42.1% στα τρίποντα στο Top-16, ενώ μετρά 3.8 ασίστ με μόλις 1.9 λάθη και άμυνα που θυμίζει τον παίκτη που κέρδισε 6 φορές το βραβείο του κορυφαίου αμυντικού της σεζόν. Ξεκάθαρα, το «θέλω να φύγω αξιοπρεπέστατα», σημαίνει πως επιθυμεί να φτάσει ως το τέλος.

Η… αμφισβητούμενη «ευεργεσία»

Σε αυτό το κομμάτι δεν μπορούμε να μιλάμε, παρά μόνο για τον Νικ Καλάθη και τον Μίροσλαβ Ραντούλιτσα. Ήταν, άλλωστε, οι δύο μεταγραφές που προκάλεσαν τη μεγαλύτερη αίσθηση το καλοκαίρι, με τις απαιτήσεις από τους ίδιους να είναι πολλές. Ο Τζόρτζεβιτς δε δίστασε να πει πως θα ξεκινούσε την ομάδα από τον ομογενή γκαρντ, ενώ ο συμπατριώτης του θα αποτελούσε δεδομένα ένα από τα βασικά «κομμάτια του παζλ». Μερικές τουλάχιστον μέτριες εμφανίσεις τους, μετά τα δύο κερδισμένα ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, ξεκίνησαν την αμφισβήτηση γύρω από το πρόσωπό τους, η οποία συνεχίζεται σε κάθε ματς, όπου δεν αποδίδουν στα προσδοκώμενα στάνταρ. Δικαιολογημένα σε κάποιο βαθμό, γιατί όταν είναι αυτοί καλά, τότε κι ο Παναθηναϊκός είναι σίγουρα καλά. Απόδειξη, αποτελούν οι 8.1 πόντοι με 6.1 ασίστ και μόλις 2.3 λάθη του Καλάθη, με τον «King Kong» να προσφέρει 12.4 πόντους με 4.9 ριμπάουντ και αρκετές στιγμές θεάματος, είτε κρατώντας αρκετές φορές την ομάδα μόνος πριν έρθουν οι τρεις Αμερικανοί είτε στηρίζοντάς τη δυναμικά όταν τον χρειαζόταν, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, την εμφάνιση στην Πόλη, απέναντι στην Νταρουσάφακα. Η προσφορά αμφοτέρων είναι σπουδαία στην ανάκαμψη του Παναθηναϊκού και αυτό χρήζει αναφοράς, μιας και τα «φώτα» πέφτουν συνήθως στους Διαμαντίδη, Ουίλιαμς.

raduljica-calathes-pao-efes

Οι Αμερικανοί και το «λαβράκι»

Είναι μεγάλη ευτυχία να βρίσκεις στη μέση της σεζόν, έναν παίκτη στον οποίο ξέρεις, ότι αν επιθυμεί κι ο ίδιος, μπορείς να στηριχθείς για τα επόμενα χρόνια, έχοντάς τον στο βασικό κορμό της ομάδας. Ο Παναθηναϊκός έτσι κατάφερε να βρει το «λαβράκι» που λεγόταν Τζέιμς Γκιστ το 2013 και με τον ίδιο τρόπο «ανακάλυψε» τον Έλιοτ Ουίλιαμς. Ο Αμερικανός σκόρερ δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Για την ακρίβεια, αποφάσισε να μας συστηθεί μόνος του. Έχει γίνει ο βασικός σκόρερ των «πρασίνων», κάτι που δείχνουν οι 14.4 πόντοι του και δεν έχει πρόβλημα να πάρει την μπάλα όταν «καίει». Στο Βελιγράδι (έστω κι αν ηττήθηκε το «τριφύλλι») και στην Πόλη, έδειξε μάλιστα, ότι ζει… μόνο για τέτοια ματς. Μαζί του, θα ήταν άδικο να μη γίνει αναφορά στους επίσης αποκτηθέντες μεσούσης της αγωνιστικής περιόδου, Μαρκίζ Χέινς και Βινς Χάντερ. Μπορεί να μην αναγκάζουν ιδιαίτερα κάποιον να μείνει με «ανοικτό στόμα», όπως ο συμπατριώτης τους, αλλά και μόνο οι «ανάσες» που προσφέρουν στους γκαρντ και τους ψηλούς της ομάδας, τους καθιστούν χρήσιμους. Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς επίσης, το 45.5% του Χέινς στα τρίποντα, το γεγονός ότι Καλάθης και Διαμαντίδης φαίνονται πιο «φρέσκοι» χάρη στον ίδιο, ή τη σημασία που είχε η πρόσθεση ενός παίκτη με αθλητικά προσόντα, όπως ο Χάντερ, δίνοντας μεγαλύτερη «ποικιλία» σε μια φρόντ-λάιν που είχε ένα δεινό σκόρερ με εμφανείς αδυναμίες στην άμυνα (Ραντούλιτσα), καθώς κι έναν καλύτερο αμυντικό μεν, χωρίς όμως να έχει σε καμία περίπτωση ευχέρεια στο σκοράρισμα (Κούζμιτς).

Οι «άξιοι εμπιστοσύνης»

Η κριτική που ασκείτο στον Παναθηναϊκό πριν το τέλος του πρώτου γύρου του Top-16, αφορούσε και το κομμάτι της μη ύπαρξης πολλών λύσεων και του, ως εκ ταύτης, εξαναγκασμού σε μικρό rotation για τον Τζόρτζεβιτς. Έρχονται οι τρεις Αμερικανοί και αμέσως το πρόβλημα αντιστρέφεται. Υπάρχει, απεναντίας, μια πλειάδα λύσεων στη διάθεση του Σέρβου, η οποία έχει περιθωριοποιήσει Παππά και Μποχωρίδη, έχει αφαιρέσει τα λίγα λεπτά που έπαιρνε ο Παπαγιάννης, έχει μειώσει την εκτελεστική δράση του Φελντέιν ή ακόμη του Γιάνκοβιτς και δημιούργησε ένα μικρό «πονοκέφαλο». Η προσπάθειά του να… ικανοποηθούν όλοι, περιόρισε μέχρις ενός βαθμού τη συνοχή της ομάδας και τους ρόλους της. Κανένας παίκτης δεν έχει χρόνο συμμετοχής άνω των 30 λεπτών, ενώ μόλις τέσσερις έχουν άνω των 25 (Καλάθης, Ουίλιαμς, Φελντέιν, Γκιστ). Κάπως έτσι, μπορούν ίσως να εξηγηθούν οι «καθιζήσεις» σε Βελιγράδι και Πόλη (δυο φορές), έστω κι αν κόντρα στην Νταρουσάφακα σώθηκε η παρτίδα, ελέω Ουίλιαμς. Πρόκειται για ένα κρίσιμο ερώτημα, που εν όψει Λαμποράλ δεν επιδέχεται καθυστέρησης στην απάντησή του, καθώς συνήθως από τα play-offs κι έπειτα το γκρουπ παικτών που παίρνουν το μεγαλύτερο χρόνο, γίνεται πιο κλειστό.

pao-omadiki-vs-fener

Η επιμονή για τέλειο σουτ και… μόνιμη πίεση

Πέραν κάθε θετικού ή αρνητικού σημείου, ο Παναθηναϊκός είναι μια ομάδα, που αναζητεί σε κάθε επίθεση όχι το καλό, ούτε το πολύ καλό, αλλά το τέλειο σουτ. Κάπως έτσι, εξηγούνται οι 460 ασίστ του μέσα στη σεζόν, οι οποίες τον κατατάσσουν τρίτο μεταξύ των 24 ομάδων που συμμετείχαν φέτος στην Ευρωλίγκα, καθώς και οι 251 που έχει μοιράσει στο Top-16, όντας στην πέμπτη θέση με 251, μαζί με τη Λοκομοτίβ Κουμπάν. Το στατιστικό που προκαλεί εντύπωση, είναι το εκπληκτικό 70% των καλαθιών του, τα οποία συνοδεύονται από ασίστ και τον έχουν πρώτο στη συγκεκριμένη αναλογία για τη σεζόν ολόκληρη, ενώ για το Top-16 είναι τρίτος σε αυτή τη λίστα, με το 65% των καλαθιών του να προέρχεται από ασίστ. Μπροστά είναι μόλις η «Λόκο» και η Μπάμπεργκ που αποκλείστηκε, άρα κατατάσσεται δεύτερος, μεταξύ των ομάδων που παίζουν στα play-offs. Εντυπωσιακό είναι το κάκιστο ποσοστό της Λαμποράλ, τόσο στην πρώτη φάση (52%) όσο και στο Top-16 (50%), που σημαίνει ότι στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό, στις ατομικές εμπνεύσεις των παικτών της. Υπάρχει βέβαια, το παιχνίδι που στηρίζεται στο «τάισμα» του Μπουρούση, στο οποίο είναι λογικό να μη «γράφεται» η δημιουργία στη στατιστική.

pinakas-kalathia-asist

Τπ σημείο αυτό, όταν λειτουργεί σε συνδυασμό με την τρομακτική πίεση στην μπάλα που μπορούν να ασκήσουν παίκτες, όπως ο Καλάθης, ο Χέινς και ο Πάβλοβιτς, μαζί με τη θετική παρουσία των Διαμαντίδη, Χάντερ, Κούζμιτς στο ίδιο κομμάτι, δημιουργούν ένα «μείγμα» μιας ομάδας που θέλει να «σφίξει» τον αντίπαλο στις «δαγκάνες» της για να βρει σκορ στο ανοικτό γήπεδο, ενώ παράλληλα όταν οφείλει να ανταποκριθεί σε «σετ παιχνίδι», είναι τελειομανής και στηρίζεται στην ομαδικότητα των συμμετεχόντων στο παρκέ. Οι ενέργειες του Ουίλιαμς που λειτουργούν κατ’ εξαίρεση, πάντως, διόλου την έχουν «χαλάσει».