Το βράδυ της Τετάρτης (12/1), ο Παναθηναϊκός ήταν το ξεκάθαρο αουτσάιντερ της αναμέτρησης με την CSKA Moscow, αφού τόσο η τρανή διαφορά δυναμικότητας μεταξύ των δύο ομάδων και η ταυτόχρονα απουσία του «καυτού» ΟΑΚΑ όσο και η περιπέτεια της ελληνικής ομάδας με τον κορονοϊό δεν του επέτρεπαν φυσικά πολλές πιθανότητες επιτυχίας.
Ωστόσο, η εικόνα του ήταν τραγική μετά το πρώτο αναγνωριστικό πρώτο 7λεπτο, με αποτέλεσμα να γνωρίσει μια από τις πλέον βαριές ήττες του στα ευρωπαϊκά ύδατα όντας αδύναμος να επιστρέψει από το αναπάντητο 0-23 σερί των Ρώσων, που «καθάρισαν» την υπόθεση νίκης ήδη από τα μέσα του δεύτερου δεκαλέπτου.

Όπως γίνεται αντιληπτό, όταν το τελικό σκορ σταματάει στο -24, ενώ μάλιστα νωρίτερα είχε φτάσει τόσο στο -30 όσο και στο -29 δις, μοιάζοντας περισσότερο με κολακεία παρά με ρεαλισμό, οι όποιες αναλύσεις και τα τις πταίει δεν έχουν κανένα απολύτως νόημα -με τα θετικά στοιχεία όχι απλώς να είναι ελάχιστα αλλά και σχεδόν ανύπαρκτα.

Ας κάνουμε όμως, μια προσπάθεια να βρούμε τι έφταιξε για ακόμα μια φορά για τον Παναθηναϊκό

Όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, το «τριφύλλι» ήταν άκρως ανταγωνιστικό στα πρώτα λεπτά της συνάντησης, καθότι αφενός έβγαζε τρομερή ενέργεια στην άμυνα με μια μείξη παικτών όπως οι Perry, Sant Roos, White και Evans και προσπαθούσε να «σπάσει» όλα τα αντίπαλα screens με over, ενώ αφετέρου έμοιαζε να έχει καθαρό μυαλό στην επίθεση και να αναζητάει πάντοτε την κατάλληλη επιλογή είτε παίζοντας PnR με τον Παπαγιάννη είτε ταΐζοντας το κόψιμο ή το όποιο miss match -με την εικόνα των «πράσινων» να είναι αρκετά αξιολάτρευτη σε αυτό το -πενιχρό- διάστημα.

Τι πήγε στραβά και γιατί άλλαξε η παρουσία του στη συνέχεια;

1) Η ενέργεια στην άμυνα

Προφανώς, τα 2… τρελά τρίποντα του Marius Grigonis είναι από τα σουτ που… κόβουν τα πόδια, αλλά εκτός αυτών η «ρωσική αρκούδα» βρήκε άλλες 9 φορές στόχο από την περίμετρο στο πρώτο ημίχρονο -κάτι που της χάρισε 36 πόντους, τρεις περισσότερους δηλαδή από όλους των γηπεδούχων.
Την ίδια στιγμή, είχε μόλις 7 άστοχες απόπειρες από μακρινή απόσταση (61% ευστοχία), σε μια συγκυρία που από τη μια μεριά είναι παράλογη αλλά από την άλλη αναδεικνύει και την ενέργεια/ προσήλωση του αμυνόμενου.

Είναι γνωστό πόσο επιρρεπής είναι ο ΠΑΟ για άλλη μια χρονιά στα δεχόμενα τρίποντα (2ος φέτος, 4ος πέρυσι, 1ος πρόπερσι), κάτι που προκύπτει και από την ταυτόχρονη σύμπλευση αρκετών κακών/ αδιάφορων αμυντικών (στοιχείο που προσβάλει και τη ζώνη με το μικρό ως συνέπεια IQ στα μετόπισθεν με πολλά ελεύθερα τρίποντα, τα ακριβώς αντίθετο από το σχέδιο δηλαδή), αλλά τα 11 εύστοχα τέτοια σουτ σε 20 λεπτά (δεύτερη καλύτερη επίδοση σε ένα ημίχρονο από καταβολάς EuroLeague) είναι κάτι συνάμα ανήκουστο και δολοφονικό για κάθε όνειρο.

Το χειρότερο;
Τα περισσότερα εξ αυτών ήταν ελεύθερα, κάτι που αποτυπώνει πιο βαθιά αρνητικά στοιχεία από ένα blow out…

2) Το αιώνιο πρόβλημα στην επίθεση

Το πιο μεγάλο πρόβλημα των «πράσινων», όπως αναφέρουμε εδώ και πολύ καιρό, είναι η επίθεση, όπου αν και δεν είναι ο χειρότερος σεφ του κόσμου, δε διαθέτει καν τα υλικά για να φτιάξει ένα ποιοτικό φαγητό.

Στο διάστημα λοιπόν, που η CSKA έβαζε το ένα ελεύθερο σουτ μετά το άλλο, οι γηπεδούχοι δεν κατάφεραν σε κανένα σημείο να τιμωρήσουν το gap των παικτών του Δημήτρη Ιτούδη, τελειώνοντας το πρώτο μέρος με 2-9 τρίποντα (22% ευστοχία) -με τα εν τέλει καλάθια του να είναι ένα τελείως αμαρκάριστο σουτ του Evans από την κορυφή στο 3′ αλλά και ένα σχετικά μακρινό του Perry στο 17′.
Ταυτόχρονα, οι -σχετικά open- προσπάθειες των Κασελάκη (2), Παπαπέτρου, Macon (2), Sant Roos και Nedovic, των καλύτερων θεωρητικά σουτέρ του ρόστερ, βρήκαν σίδερο, κάτι που διόγκωσε το μέγεθος της απόστασης με τους φιλοξενούμενους.

Συνολικά, και όχι μόνο στο πρώτο μέρος, η επίθεση του ΠΑΟ -είτε με λάθη (12) είτε με αστοχία (χάθηκε το 53% των σουτ)- χάρισε 17 πόντους στο ανοιχτό γήπεδο και 21 από λάθη.

Τι σημαίνει εν ολίγοις αυτό;
Πως το 40% των συνολικών πόντων προδόθηκε από την επίθεση, με την μέτρια, όπως αναφέρθηκε, άμυνα να φαίνεται ακόμα χειρότερη από ό,τι ήταν πραγματικά.

Αν μάλιστα προστεθούν και οι 12 πόντοι από επιθετικά ριμπάουντ των Ρώσων, τότε το παθητικό του «τριφυλλιού» ελέω των ενεργειών του στα μετόπισθεν σε πρώτο χρόνο αγγίζει το 48% μόλις των συνολικών πόντων…

3) Η πεντάδα που δεν έπαιξε όσο θα έπρεπε

 

Με τέτοια επίθεση, το όπλο του Παναθηναϊκού και η κύρια στρατηγική του δεν πρέπει να είναι άλλη από την άμυνα, από την οποία μπορεί τόσο να κερδίζει χρόνο και υπομονή για το έτερο μέρος του παρκέ όσο και να κερδίζει εύκολους σχετικά πόντους σε συνθήκες transition.
Βέβαια, όλα αυτά είναι θεωρητικά, αφού οι επιδόσεις στο σκοράρισμα είναι τόσο μέτριες που η κλήση των Macon και Nedovic δεν αργεί να λάβει σάρκα και οστά, κάτι που, όπως φαντάζει λογικό, μειώνει τις πιθανότητες μιας επιτυχημένης άμυνας σε σχέση με άλλες επιλογές.

Ο coach Πρίφτης ξεκίνησε με την κανονικού σχήματος πεντάδα των Perry, Sant Roos, Παπαπέτρου, White και Evans την αναμέτρηση κόντρα στη big ball CSKA (Shengelia, Milutinov σε 4 και 5, αντίστοιχα), μια μείξη καλών και ενεργών αμυντικών δηλαδή που χωλαίνουν πάρα πολύ στο σκοράρισμα.

Η ενέργεια που αναφέρθηκε νωρίτερα πως είχαν οι νταμπλούχοι Ελλάδος στις απαρχές του ματς προήλθε από αυτήν την πεντάδα.
Όρεξη στις βοήθειες, switchability σε μεγάλο βαθμό επιτυχίας, σπάσιμο των αντίπαλων screens, τρανή πίεση στο χειριστή και πρόληψη των isos αλλά και των επιλογών στις γωνίες.
Στα 4 λεπτά που πέρασαν στο πρώτο δεκάλεπτο μαζί, οι γηπεδούχοι ήταν καλύτεροι κατά 3 πόντους έναντι του «εχθρού», ενώ ταυτόχρονα κράτησαν την CSKA στα 4-7 σουτ, με τα 2 τρίποντα των Kurbanov από τη δεξιά γωνία και Hackett από την κορυφή να μοιάζουν στρατηγικά δοσμένα.

Συνολικά, αυτό το συνονθύλευμα παικτών πέρασε μαζί μόλις 8 λεπτά στο παρκέ και κανένα στο δεύτερο ημίχρονο, αν και ήταν το ίσως καλύτερο σχήμα του Πρίφτη καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα (-5 στο +/-)…