Πριν από μερικές ώρες, ο Παναθηναϊκός κατάφερε μετά από 3 περίπου μήνες να ξεπεράσει το φράγμα των 5 νικών στην EuroLeague μετά και την άνετη επικράτησή του κόντρα στη Baskonia -σε ένα παιχνίδι με πάρα πολλές απουσίες εκατέρωθεν.
Ωστόσο, τα ματς τα κρίνουν ως επί το πλείστον οι παρόντες, με τον Stefan Jovic, το νεότερο απόκτημα της ομάδας, να εμφανίζεται για πρώτη φορά με το «τριφύλλι» στο στήθος και να είναι άκρως θετικός σε κάθε μήκος και πλάτος του παρκέ -ειδικότερα αν αναλογιστεί κανείς το γεγονός πως είχε να αγωνιστεί περίπου ένα χρόνο στη διοργάνωση (στο ίδιο γήπεδο μάλιστα, με τη φανέλα της Khimki Moscow).

Τι κρατάμε από την πρώτη του «πράσινη» εμφάνιση;

 

1) Η αυθεντικότητά του

Jackson, Sykes, Perry. Οι αποτυχίες του Παναθηναϊκού να βρει τον κύριο PG που ονειρευόταν είχαν αποτύχει σχεδόν στην ίδια τη σκέψη της απόκτησής του, καθώς όλοι τους είναι κυρίως SG περισσότερο -κάτι που σημαίνει πως σκοράρουν πάρα δημιουργούν για τον περίγυρό τους-, με τους αμερικανοθρεμμένους αθλητές να μην ταιριάζουν ποτέ προφανώς α) σε ένα σύνολο που τους ζητούσε κάτι διαφορετικό από αυτό που προσφέρουν, β) σε ένα σύνολο με πάρα πολλούς ακόμα ball hogs ή shot makers ανεξαρτήτως θέσης, γ) σε ένα σύνολο που οφείλει να στηρίζεται αρκετά στην καλή περιφερειακή άμυνα και το πενιχρό υψομετρικό καλούπι τους δε θα βοηθούσε ιδιαίτερα σε αυτό το μοτίβο.

Ο Jovic από την άλλη μεριά, δεν είναι επ’ ουδενί τόσο καλός σκόρερ όσο τα ονόματα που αναφέρθηκαν, αφού τόσο το playstyle όσο και οι ικανότητές του αυτές καθ’ αυτές δεν θα του επιτρέψουν ποτέ να γίνει ο slasher Jackson ή ο runner/ floater Perry.
Συνολικά όμως, αφενός είναι καλύτερη μονάδα για κάθε σύλλογο και αφετέρου είναι αυτό που αναζητούσε ο ΠΑΟ, όπως άλλωστε είχαμε αναφέρει ως basketblog.gr από τη στιγμή κιόλας της υλοποίησης της μετεγγραφής του με ένα μοτίβο ανάλυσης που δε συναντάς τόσο εύκολα.

Ο Σέρβος λοιπόν, έδειξε ακριβώς αυτά που είχαμε αναφέρει και τότε.

Απλός, ουσιαστικός, κύριος.
Διάβαζε το παιχνίδι για τους συμπαίκτες του, δε χρειαζόταν πολλές επαφές με τη μπάλα (21% USG%) ούτε και πολλές ντρίμπλες για πολλές πάσες -με τον πρώην παίκτη του Ερυθρού Αστέρα να είναι εξαιρετικά πρόθυμος στο τάισμα των συμπαικτών του βλέποντας πάντα ένα βήμα μπροστά τόσο στην off ball δουλειά του Nemanja Nedovic (2 από τις 3 ασίστ του σε αυτόν) όσο και στα διάφορα miss matches ακόμα και αν δε συνοδεύτηκε με κάποια ασίστ.

Αυτό που μου έκανε την πιο τρανή θετική εντύπωση όμως, δεν ήταν άλλο από την ηγετικότητα που επέδειξε όντας τόσο εντός όσο και εκτός παρκέ είτε ζητώντας τη μπάλα για να τρέξει άμεσα το transition (βλέπε ασίστ στο ανοιχτό γήπεδο στον Okaro White) είτε υποδεικνύοντας ως απόλυτος floor general στους συμπαίκτες του τις θέσεις τους στο παρκέ.

Αυτό είναι κάτι που δε μπορείς να διδάξεις.
Ασχέτως αν αποτύχει ή όχι στον Παναθηναϊκό.

 

2) Η κυνικότητά του ως σουτέρ

Όπως είχαμε τονίσει ξανά, ο έμπειρος playmaker δεν είναι Stephen Curry και ούτε θα γίνει ποτέ.
Είναι όμως, ένας μαθηματικός και κυνικός σουτέρ με συγκεκριμένα hot spots στο παρκέ, από τα οποία είναι πολύ καλός τόσο ατομικά όσο και ομαδικά.

Τα δύο πρώτα του καλάθια με τον οργανισμό της Αθήνας ήρθαν από την περίμετρο -σε ισάριθμες κιόλας προσπάθειες.
Αλλά είναι πολλά περισσότερα από δύο εύστοχα σουτ.

Στην πρώτη φάση, ο high IQ Λεωνίδας Κασελάκης εκμεταλλεύεται το miss match του στο high post των Βάσκων βάζοντας συνεχώς πλάτη στον σαφώς κοντύτερο και πιο αδύναμο Peters.
Αυτό έχει ως συνέπεια να έρθει βοήθεια από τη 45, όπου υπάρχει ο Jovic.

Αν παρατηρήσει κανείς, το spacing των γηπεδούχων είναι τραγικό, με τη Baskonia να κλείνει προς τα μέσα ρισκάροντας τις πάσες στους άσουτους κατά βάση White και Sant Roos και προσαρμόζοντας τη σκέψη της στον Κασελάκη και το block out στον Καββαδά.

Ο Jovic είναι η πιο… φονική επιλογή της τρέχουσας πεντάδας για τους Ισπανούς, κάτι που φαίνεται και από τον αρχικό δισταγμό του Granger στη βοήθεια όσο και από το ότι την θεωρεί περισσότερο προσποίηση για να πετάξει στην περίμετρο τη μπάλα ο Έλληνας forward.

 

 

 

Το σουτ θα μπορούσε να μη μπει.
Αλλά το πρόβλημα της αντίπαλης άμυνας σε αντίστοιχες καταστάσεις θα υπάρχει πάντα, με το δίλημμα μεταξύ του miss match στην ρακέτα και του ελευθέρου sharpshooter (αγγίζει το 50% ευστοχίας από το 2019 από τις γωνίες σύμφωνα με το 3stepsbasket.com) να την αναγκάζουν να ιδρώνει πάραυτα.

 

3) Η αποτελεσματικότητα στην άμυνα

Ο Jovic δεν είχε ιδιαίτερο ρόλο στην άμυνα από τη στιγμή που απουσίαζε αφενός ο ελίτ shot maker για να αναλάβει και αφετέρου το κίνητρο στην 4η και τελευταία περίοδο, όταν με το σκορ στο +25 περίπου, πέρασε στο παρκέ τα 5 από τα 19 συνολικά λεπτά που του χάρισε ο Δημήτρης Πρίφτης (το 26% τους δηλαδή).

Από αυτό το αδιάφορο διάστημα θα κρατήσουμε δύο πράγματα για να πάμε στο επόμενο βήμα σκέψης.

  • Ο Παναθηναϊκός δέχθηκε 17 πόντους σε αυτά τα πέντε λεπτά
  • Ο Παναθηναϊκός ήταν χειρότερος κατά 8 πόντους με αυτόν παρόντα

Σε τι μας οδηγούν αυτά;

Από τη μία, στο μαθηματικό συμπέρασμα πως ο Jovic (+6 γενικά/ 5η καλύτερη επίδοση) έκανε καλύτερο το «τριφύλλι» κατά (6+8) 14 πόντους στα σημαντικά λεπτά της αναμέτρησης (14 λεπτά).
Από την άλλη, στην εντύπωση που προκαλούν τόσο οι μόλις 94 πόντοι ανά 100 κατοχές που δέχθηκε ο Παναθηναϊκός με αυτόν στο παρκέ όσο και οι 112 πόντοι ανά 100 κατοχές που σκόραρε στο ίδιο διάστημα αν αναλογιστεί κανείς το κακό του ομαδικά φινάλε στην αναμέτρηση!

Προσωπικά, δε θεωρώ ότι αυτή η εμφάνιση ήταν ούτε πυροτέχνημα ούτε τροφή για αναμονή.
Πιστεύω πως ήταν αυτό που θα βλέπουμε ακριβώς από τον Stefan Jovic στα περισσότερα παιχνίδια.

Από τη μια μεριά, θα είναι ο απόλυτος συμπαίκτης και στρατηγός στο γήπεδο, ενώ θα είναι σημαντικό γρανάζι σε άμυνα και spacing.
Από την άλλη όμως, δεν θα αποκτήσει ποτέ και την ελευθερία για να τρέξει απόλυτα την επίθεση μιας ομάδας που αφενός αν και είναι η καλύτερη στην EuroLeague στην υλοποίηση καλαθιών μετά από λάθη αντιπάλου (123 πόντοι ανά 100 κατοχές/ περίπου +20 από τη δεύτερη ομάδα) αρνείται πεισματικά να τρέξει στο ανοιχτό γήπεδο και αφετέρου διαθέτει σωρεία παικτών που χωρίς τη μπάλα στα χέρια τους μοιάζουν ανίκανοι να προσαρμοστούν.