Η επιστροφή του Παπάδου Γέρα στη Γ’ Εθνική βρήκε την ομάδα της Μυτιλήνης να εξασφαλίζει με άνεση την παραμονή της στην κατηγορία και, εν τέλει, να τερματίζει στην τέταρτη θέση του βαθμολογικού πίνακα. Ο προπονητής της ομάδας, Γιώργος Καραμβάλης, μίλησε στο sportlesvos.gr σε μία εφ όλη της ύλης συνέντευξη κάνοντας τον απολογισμό της φετινής σεζόν.

Αναλυτικά όσα δήλωσε:

– Ολοκληρώνεται η χρονιά, με τη Γέρα στην 4η θέση. Επιτυχημένη ή αποτυχημένη;
“Αποτυχημένες είναι μόνο οι τελευταίες αγωνιστικές. Όταν μίλησα με τον Πρόεδρο το καλοκαίρι, μου είπε ότι ήθελε η ομάδα να εδραιωθεί στην κατηγορία και σε βάθος χρόνου να διεκδικήσουμε κάτι καλύτερο. Επειδή όμως σα σύνολο ρολάραμε και φτάσαμε στους στόχους μας πολύ νωρίς, σιγά – σιγά μάς άνοιξε η όρεξη. Στο τέλος ίσως να βάρυνε αυτό τα παιδιά και τελικά χάσαμε την άνοδο στον πόντο. Πιστέψαμε ότι μπορούσαμε, αλλά δυστυχώς αγχωθήκαμε και σε συνδυασμό με ότι η δική μας ομάδα δε διέθετε και τις λεγόμενες δημόσιες σχέσεις στην κατηγορία, μείναμε εκτός ανόδου…”

– Υπάρχει πικρία για το γεγονός ότι οι κόποι μιας ολόκληρης χρονιάς κρίθηκαν σε ένα άστοχο σουτ, σε δυο – τρία κρίσιμα ντέρμπι;
“Έτσι είναι το μπάσκετ. Απλά συνήθως απομονώνουμε την τελευταία φάση και λέμε ότι αν βάζαμε το τελευταίο καλάθι στη Λιβαδειά, στη Νίκαια ή εδώ με τον Ιωνικό, ή αν δεν έπαιρνα την τεχνική ποινή στο Κορωπί, θα κέρδιζα. Είναι φάσεις που μετράνε ασφαλώς. Όμως θα μπορούσε να έχει συμβεί μια αντίστοιχη φάση και στο πρώτο λεπτό. Αυτό είναι το μπάσκετ, αυτή είναι η ομορφιά του…”

– Η Λιβαδειά που κέρδισε τον τίτλο είχε όλο αυτό που ονομάζουμε “πακέτο” ώστε να ανέβει κατηγορία;
“Το βασικό, εκεί που πρέπει να εστιάσουμε, είναι το αγωνιστικό κομμάτι του μπάσκετ και η Λιβαδειά ήταν μια παλιά ομάδα, ένας πυρήνας αθλητών που παίζουν χρόνια μαζί. Σε αντίθεση με εμάς, που βρεθήκαμε πρώτη φορά το Σεπτέμβριο ουσιαστικά. Μην ξεχνάμε ότι ο Σαρήμπαλης ήταν τραυματίας, ο Δημητρίου και ο Κουνούπης δεν ακολούθησαν την προετοιμασία, τα παιδιά δεν είχαν παίξει ποτέ ξανά μαζί και όλα αυτά συνδυάζονταν με έναν καινούριο προπονητή. Οπότε θεωρητικά ήταν ακατόρθωτο να ανέβει η ομάδα. Κατά την προσωπική μου άποψη, δεν ήταν και φυσιολογικό να ανέβει. Η Λιβαδειά, πέρα από όσους έλεγαν ότι φέτος ήταν η σειρά της, είχε την καλύτερη ομάδα, μαζί με μια διοίκηση και τις δημόσιες σχέσεις, δικαίως ανέβηκε.”

–  Πόσο σημαντική ήταν η συνεισφορά του φίλαθλου κόσμου στις προσπάθειες της Γέρας;
“Πάρα πολύ μεγάλη. Αυτή ήταν και η επιβράβευσή μας. Παιχνίδι με το παιχνίδι ο κόσμος ήταν όλο και περισσότερος. Στην αρχή ξεκίνησε να παρακολουθεί διστακτικά, στην πορεία όμως ο κόσμος αυτός αγάπησε την ομάδα, δέθηκε με τους παίκτες, μπήκε στο κλίμα, φώναξε και ήταν μαζί μας, ο έκτος παίκτης μας. Αυτό θεωρώ πως ήταν το μεγαλύτερο κατόρθωμά μας φέτος.”

–  Πως χαρακτηρίζεις τη φετινή εμπειρία στους πάγκους αυτής της κατηγορίας και μάλιστα ως πρώτος προπονητής;
“Την κατηγορία δεν την ήξερα καθόλου. Είδα ότι είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο πρωτάθλημα, με πολλές ειδικές συνθήκες, με κρίσιμες λεπτομέρειες, που μπορεί αν δεν τις προσέξεις να χάσεις ακόμα και τη χρονιά. Έχει κάποιες ιδιαιτερότητες, όπως το ότι είναι ένα μικρό πρωτάθλημα με κάποια μεγάλα κενά διαστήματα απραξίας στη διάρκειά του. Εμείς το πληρώσαμε αυτό με δύο εντός έδρας ήττες, από Πεντέλη και Ιωνικό Νίκαιας, μετά από κενά τριών εβδομάδων.

Δυστυχώς λόγω της νησιωτικότητας, είχαμε επίσης την ατυχία να μην υπάρχει ανταγωνιστικός αντίπαλος πάνω στη Λέσβο, για να κάνουμε ένα δυνατό φιλικό, ούτε είχαμε τη δυνατότητα να φύγουμε στην Αθήνα ή να φέρουμε κάποια ομάδα στη Μυτιλήνη. Υπήρχαν ομάδες στην Αττική, που σε αυτά τα διαστήματα έψαχναν ακόμα και παρόμοια γήπεδα με εκείνο του προσεχούς αντιπάλου τους. Επίσης, υπήρχε ανισσοροπία και στη δυναμικότητα των ομάδων. Τη μία Κυριακή έπαιζες με την Παναγίτσα και κέρδιζες 50 πόντους, την άλλη έπρεπε να συγκεντρωθείς σε ένα δυνατό ντέρμπι. Και υπήρχαν αρκετά τέτοια…”

– Το πρωτάθλημα τελείωσε, υπάρχουν σκέψεις ή έχουν γίνει συζητήσεις για τη νέα περίοδο;
“Όχι ακόμα. Θέλουμε πρώτα να ηρεμήσουμε, μόλις έχει τελειώσει η φετινή περίοδος. Υπάρχει χρόνος για να τα δούμε αυτά…”