Είναι πάγια πολιτική των διοικούντων την Ερασιτεχνική ΑΕΚ (σ.σ. από την περσινή περίοδο, όταν και οι “φίλιες” συγκρούσεις στο  Δ.Σ. της ΚΑΕ με τον πιο παρορμητικό Νίκο Γεωργαντζόγλου) να μην αναφέρονται στη διαιτησία. Όχι, επειδή νιώθουν ότι δεν αδικείται η ομάδα τους, αλλά κυρίως επειδή “είμαστε η ΑΕΚ”, όπως υποστηρίζουν. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και φέτος.

Μόνο που η δημόσια τοποθέτηση του βοηθού προπονητή, Παναγιώτη Χατζηελευθερίου, αποτύπωσε το αίσθημα αδικίας, που διακατέχει την “Ένωση”. Όχι, ότι η ΑΕΚ απειλήθηκε ουσιαστικά από την φιλότιμη Χαλκίδα, αλλά είναι γεγονός ότι η ανομοιομορφία των σφυριγμάτων των Κυριακόπουλου και Λιότσου “βραχυκύκλωσε” τους “κιτρινόμαυρους” παίκτες. Το ερώτημα είναι: Οι δύο Πελοποννήσιοι ρέφερι όντως δεν τα πήγαν καλά; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη:

Ο Κυριακόπουλος και ο Λιότσος δεν έκαναν το μέγα λάθος, αλλά η σχολαστικότητά τους στο πρώτο ημίχρονο και η αποτυχημένη προσπάθεια στο δεύτερο να παίξουν περισσότερο με την ψυχολογία και όχι με τον… κανονισμό διαιτησίας ανά χείρας, άφησε αρνητικό πρόσημο. Είναι προφανές, τουλάχιστον, στους μυημένους (σ.σ. διότι δεν ξέρουν καλά τους κανονισμούς όλοι οι προπονητές, όλοι οι αθλητές, όλοι οι παράγοντες, όλοι οι δημοσιογράφοι, όλοι οι… διαιτητές) ότι κάποιοι ρέφερι θαρρείς και σφυρίζουν με φόβο. Επιλέγουν το γράμμα του κανονισμού για να πάρουν “καλό βαθμό” από τον παρατηρητή της ΕΟΚ/ΚΕΔ, αλλά και οι πέτρες ξέρουν, ότι η τυφλή αφοσίωση στο “βιβλίο” δεν αποτελεί πανάκεια.

Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι τα πιο σοβαρά προβλήματα αντιμετώπισε ο Λιότσιος (της Β’ Εθνικής), ο οποίος λίγο έλειψε να “πρωταγωνιστήσει” στο ματς, ενώ πιο χαμηλών τόνων ήταν ο θεωρητικά πρώτος διαιτητής, ο Κυριακόπουλος (της Α2).

Σε κάθε περίπτωση, σε κάποια αναμέτρηση που εξελιχθεί σε ντέρμπι η τυπολατρεία -πολλώ δε μάλλον όταν αυτή τη διανθίσει κανείς με λάθη εντός παιδιάς, ή ναρκισσιστικές διαθέσεις- ίσως ν’ αποδειχθεί καταστροφική.