Μια συγκλονιστική συνέντευξη παραχώρησε ο Γιώργος Γάσπαρης, ο οποίος μίλησε τόσο για την καριέρα του σε Πανιώνιο και Άρη όσο και για την… επιθυμία των οπαδών της αρμάδας από τη Θεσσαλονίκη να τον λιντσάρουν, ενώ δεν παρέλειψε να τονίσει και τις προσωπικές βεντέτες που επηρέασαν την καριέρα του.

 

Αναλυτικά όσα ανέφερε:

Για το τι του έχει μείνει από την καριέρα του: “Πικρία, μεγάλη πικρία. Κάποτε χαριτολογώντας έλεγα ότι πρέπει να γράψω ένα βιβλίο για να μάθουν οι νέοι τι δεν πρέπει να κάνουν. Δυστυχώς για εμένα η καριέρα μου δεν ήταν στρωμένη με πέταλα. Είχα τεράστιες δυσκολίες και ατυχίες. Τα πράγματα ήταν δύσκολα στον Πανιώνιο από την αρχή. Για να καθιερωθώ στον Πανιώνιο μάτωσα, γιατί είχα έναν προπονητή που δεν με γούσταρε. Δεν με άφηνε σε χλωρό κλαρί. Ήμουν άτυχος γιατί ήμουν γέννημα-θρέμμα Πανιώνιος. Εγώ ήμουν ο μόνιμος στόχος”.

Για τις τρεις φορές που έκοψε το μπάσκετ εξαιτίας του Μάκη Δενδρινού: “Δύο φορές έκοψα το μπάσκετ εξαιτίας του. Η τρίτη φορά που το έκοψα ήταν όταν έφυγε από τον Πανιώνιο και εγώ δούλευα μπάρμαν, σερβιτόρος σε ένα μαγαζί στην Γερμανία, όταν με πήρε ο Μιχάλης Κυρίτσης τηλέφωνο και μου είπε “Γιώργο θα σε αφήσω επιτέλους να παίξεις μπάσκετ στον Πανιώνιο, γύρνα πίσω”. Το 1987 το καλοκαίρι είχα κόψει το μπάσκετ. Ήμουν στην Γερμανία 4 μήνες. Εγώ είχα μηδενική συμμετοχή και όλα τα χρόνια του Μάκη Δενδρινού αν δεν χάναμε 15 πόντους στην έδρα μας, τότε μόνο με έβαζε για να γυρίσω το ματς. Έλεγαν ότι ήμουν χαμένο ταλέντο και ότι δεν είχα μυαλό και στεναχωριόμουν. Όταν φτάνεις 22-23 χρονών και δεν έχεις την εξέλιξη που περίμενες στα 16 σου χρόνια, απογοητεύεσαι.
Δεν πληρωνόμασταν στον Πανιώνιο. Έπαιρνα 300 ευρώ τον μήνα και δεν έφταναν ούτε για το ενοίκιό μου. Δεν είχαμε να φάμε. Ούτε αυτοκίνητο δεν είχα. Ήταν οι συνθήκες τραγικά. Σε ένα υπόγειο έμενα. Είχαμε τότε τον Μπράιαν Πλακουράκη είχαμε λεφτά για μία εβδομάδα να φάμε. Τότε στον Πανιώνιο υπήρχε η φιλοσοφία να παίξεις για να τα πάρεις. Παρακαλούσα να με αφήσουν να πάω να παίξω. Ήμουν Εθνική Παίδων και Εφήβων. Στα 16 μου χρόνια είχα 18 πόντους στο ντεμπούτο μου με τον Ολυμπιακό καιέκτοτε δεν ξανάπαιξα”.

Για την κόντρα στου με τον Μάκη Δενδρινό και τις τιμωρίες: “Ο Μάκης Δενδρινός όλη μέρα ήταν σε μία πλατεία και μία ταβέρνα και σχολίαζε τι γινόταν στις προπονήσεις. Ποτέ δεν μου δόθηκε η ευκαιρία και δεν με ρώτησε κανείς. Κάποια στιγμή το φιλοσόφησα και είπα γιατί να τα πάρω στον τάφο μου. Τα μαρτύρια που πέρασα στον Πανιώνιο δεν τα έχει περάσει άλλος παίκτης οποιουδήποτε αθλήματος. Με έχει τιμωρήσει γιατί δεν φόραγα ψηλά παπούτσια, γιατί είχα χαμηλές κάλτσες, γιατί στραβοκοίταξα το δέντρο. Είχαμε ραντεβού στις 10 το πρωί να πάρουμε το πούλμαν για να πάμε στην Πάτρα και επειδή αντί να είμαι έξω από το πούλμαν ήμουν στην αυλή του σπιτιού μου, στα 10 μέτρα, με άφησε εκτός αποστολής. Με τον Κυρίτση έπαιξα πεντάδα και δεν ξαναβγήκα ποτέ”.

Για την αποχώρησή του από τον Πανιώνιο: “Εγώ ήμουν ο πρώτος σκόρερ, σε συμμετοχές και τρίποντα στον Πανιώνιο για 5 χρόνια. Ο Τζούροβιτς έπινε νερό στο όνομά μου. Εγώ έπαιρνα τον 8ο μισθό στον Πανιώνιο. Εγώ ας πούμε έπαιρνα 10.000 ευρώ και ο Φάνης 60 εκατομμύρια δραχμές, ο αδελφός του 20 εκατομμύρια. Επειδή ξεκίνησα με 100 ευρώ το μήνα κα ο Παύλος Κορκίδης μου έλεγε “του χρόνου θα πάρεις 200, μετά 400″. Είχα φτάσει Εθνική ομάδα και έπαιρνα 1200 ευρώ το μήνα. Όταν είχα φτάσει 25-26 χρονών με έπιασε το παράπονο και είπα να πληρωθώ για αυτά που παίζω. Έτσι μετά το Παγκόσμιο πρωτάθλημα του 1990 είχα ένα ραντεβού με τον Βεντούρη και είπα ότι με κοροϊδεύουν 10 χρόνια. Έλεγαν ο Γιωργάκης και όποιος έρχεται έπαιρνε διπλάσια λεφτά από εμένα. Αυτό έγινε και δεν πήγα στην προετοιμασία”.

 

 

Για την μετάβαση από τον Πανιώνιο στον Άρη: “Δεν με γιούχαραν απλώς. Με έβαλαν σε αστυνομική κλούβα επειδή είχε 3-4 χιλιάδες Αρειανούς έξω από τα γραφεία της ομάδας. Θέλανε να μας λιντσάρουν. Με έβαλαν σε κλούβα για να πάω στα γραφεία.
Εγώ η πρώτη κουβέντα που είχα με τον Μητρούδη όταν μου είπε ότι θα φύγει ο Γκάλης από την ομάδα ήταν “είσαι τρελός. Θα το μετανιώσεις χοντρά”. Και μου λέει ότι “το έχω μετανιώσει, αλλά ο Γκάλης δεν το συζητάει”. Εγώ το είπα από την αρχή, ήταν τεράστιο λάθος. Όταν έχεις έναν βασιλιά, τον Τζόρνταν, δεν γίνεται να τον διώξεις. Ο βασιλιάς πρέπει να μείνει στον θρόνο του”.|
Για αυτά που έζησε στον Άρη και το σκηνικό μετά από έναν αγώνα με τον ΠΑΟΚ: “Δεν μου έδιναν ρούχα. Έγιναν πάρα πολλά. Μου είχαν σπάσει το αυτοκίνητο, με κυνηγάγανε. Την δεύτερη αγωνιστική παίζαμε με τον ΠΑΟΚ. Νικήσαμε με 32 πόντους διαφορά και βγαίνω από το Παλέ χαρούμενος, ευτυχισμένος, έχω ζήσει το ντέρμπι και είχα παίξει και πάρα πολύ καλά και λέω “τουλάχιστον θα γίνω αποδεκτός από τον λαό του Άρη”. Με πλησιάζουν έτσι τρεις τύποι και μου λέει ένας “Γιωργάκη, την γλίτωσες σήμερα”.

Για το αν τον φιλοξενούσε ο Φασούλας που τότε αγωνιζόταν στον ΠΑΟΚ: “Εγώ ήξερα μόνο τον Φασούλα όταν ανέβηκα. Η Θεσσαλονίκη ήταν πικραμένη που έφυγε ο Βασιλιάς και ξεσπούσανε πάνω μου, σαν να έφταιγα εγώ. Έμενα σε ένα ξενοδοχείο, σε δωμάτιο 2χ2 ψάχνοντας σπίτι. Πήγαινα από το δωμάτιο-γήπεδο και πίσω. Μέχρι που ο Φασούλας που είχε ένα σπίτι 500 τετραγωνικά στο Πανόραμα και μου είπε “έλα να μείνεις μαζί μου, αλλά να μην το μάθει κανείς γιατί θα μας σφάξουνε”. Πήγα λοιπόν μέχρι να βρω σπίτι. Εγώ κρυβόμουν, πάρκαρα 2 χιλιόμετρα μακριά, φορούσα σκούφους, κουκούλες. Συναντιόμασταν στο γήπεδο και κάναμε ότι δεν γνωριζόμασταν”.