Μπάσκετ.
Μια μόνο λέξη, ακόμα περισσότερα συναισθήματα.

Το μπάσκετ δεν είναι μονάχα μια μπάλα και ένα καλάθι, είναι πολλά περισσότερα.

Είναι το ξύλινο παρκέ, που σε κάθε του βήμα κάνει τον πιο πανέμορφο άσχημο ήχο που ακούστηκε ποτέ στον κόσμο.
Είναι οι παίκτες. Οι κόντρες τους, οι φιλίες, οι τσακωμοί, τα ντέρμπι αλλά και τα στομάχια που πάλλονται από αγωνία στον άμεσο περίγυρο κάθε δευτερόλεπτο.
Είναι τα γεμάτα γήπεδα, ο κόσμος, τα συνθήματα, τα χρώματα στις κερκίδες.

Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι, αφού τα πρώτα γήπεδα στη χώρα μας ήταν φυσικά ανοιχτά και όχι κλειστά.

Ουσιαστικά, από τις απαρχές του σπορ στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1920 μέχρι και εκείνη του 1950, οι διάφοροι αθλητές που αρχικά πειραματίστηκαν μαζί του είχαν μια μοίρα αντάξια των συναδέλφων τους ποδοσφαιριστών, αφού ελέω των ανοιχτών γηπέδων της επικράτειας ήταν πάντοτε εκτεθειμένοι στις καιρικές συνθήκες, όπως άλλωστε και οι φίλαθλοι.
Αυτό όμως, θα σταματούσε το 1959.

Τι έγινε τότε;
Το πρώτο κλειστό γήπεδο της χώρας εγένετο, με τον Παναθηναϊκό να δίνει σάρκα και οστά σε ένα όνειρο απατηλό, που ζούσε και ανέπνεε για τα καλά στο μυαλό πολλών ανθρώπων ήδη -με το όνομα της «Λεωφόρου Αλεξάνδρας», που έχει συνδεθεί άρρηκτα με το «τριφύλλι» ανεξαρτήτως αθλήματος, να κοσμεί το δώρο χωρητικότητας 1.500 θέσεων στο εγχώριο μπάσκετ.

Λίγες ημέρες μετά την έναρξη του έτους 1961, έλαβε εκεί και ο πρώτος αγώνας που έγινε ποτέ σε κλειστό χώρο, με το εφηβικό τμήμα των «πράσινων» να υποδέχεται το αντίστοιχο του Μίλωνα – έναντι του οποίου και επικράτησε άνετα εν τέλει με 94-60 – στο παιχνίδι που εγκαινίασε το τότε στολίδι της Αθήνας.

Έκτοτε, η ιστορία γνωστή.
Αν εξαιρεθεί το έπος της ΑΕΚ το 1968, καθότι έλαβε χώρα στο ανοιχτό Παναθηναϊκό Στάδιο, όλες οι υπόλοιπες μεγάλες επιτυχίες μας στο σπορ έχουν γίνει μπροστά στα μάτια των λεγόμενων και έκτων παικτών.

Ομαδικές, ατομικές και εθνικές.
Όλες οι στιγμές που βλέπουν το πρώτο τους φως έχουν άμεσα και αντίκτυπο.
Θετικό ή αρνητικό. Αλλά γρήγορο.

 

Οι… περιπέτειες του ονόματος

«Λεωφόρος Αλεξάνδρας».
Αυτή ήταν η πρώτη επίσημη ονομασία, ελέω και της… μητρικής σχέσης του κλειστού με το ποδοσφαιρικό του ΠΑΟ, εντός του οποίου ζει εδώ και τόσα χρόνια.
Ωστόσο, έμενε να κυριαρχεί μόλις για λίγες στιγμές.

Υπάρχουν 2 ιστορίες, αμφότερες σχετικές με τον κινηματογράφο και την ταινία «The Indian Tomb» του Αυστριακού εξπρεσιονιστή σκηνοθέτη Fritz Lang, που κυκλοφόρησε στις αίθουσες το μακρινό 1959.

Στην πρώτη, ένας δημοσιογράφος στο παιχνίδι του Παναθηναϊκού με τον Μίλωνα, παρομοίασε το κλειστό της Λεωφόρου με τον «Τάφο του Ινδού», καθώς ήταν πολύ στενό και μικρό, σαν τον τάφο που απεικονίζεται στην ταινία δηλαδή.
Στη δεύτερη και πλέον αναγνωρίσιμη, ο Τάσος Στεφάνου, μέλος της εφηβικής ομάδας του «τριφυλλιού» τότε και μετέπειτα γενικός αρχηγός του συλλόγου, είχε πάει σε κάποιο αθηναϊκό σινεμά με μερικούς συμπαίκτες του για να δουν την εν λόγω ταινία -με τον ίδιο, βλέποντας τις ομοιότητες του γηπέδου με τον χαρακτηριστικό τάφο του φιλμ, να αναφωνεί την περίφημη ατάκα «παιδιάαυτό είναι σαν το γήπεδό μας», σκορπώντας πέρα από γέλιο και ιστορική χροιά στην προβολή!

Πλέον, από το 2015, το γήπεδο φέρει το όνομα των Παύλου και Θανάση Γιαννακόπουλου, μεγάλων ευεργετών και επί σειρά ετών προέδρων του μπασκετικού Παναθηναϊκού ως φόρο τιμής για το ιστορικό τους έργο στα πέπλα του οργανισμού.