Το καλό πρέπει να λέγεται (και να γράφεται) ενίοτε. Το όνομα του Αντρέα Τρινκιέρι (της Καντού) κυκλοφορεί ευρέως για τον πάγκο της Εθνικής Ελλάδας. Σοφή επιλογή, όχι μόνο στο πρόσωπο, αλλά και στη… σχολή.

Η ιταλική σχολή μπάσκετ πρέπει να είναι εφάμιλλη της Ολλανδικής, ή της Αγγλικής. Αν θέλετε, δε, να διαβούμε τα στενά σύνορα της ηπείρου, να πεταχτούμε μέχρι τη Νιγηρία (που μας απέκλεισε κιόλας), ή το Ντουμπάι (μην ξεχνάμε και τη Μεσογειακή λίγκα, πρόεδρε).

Οι ιταλικές ομάδες άλλαξαν (και) φέτος τον μπασκετικό χάρτη. Η Αρμάνι Μιλάνο έδειξε πώς ξοδεύοντας εκατομμύρια μένεις εκτός Top-16, η Καντού το έκανε με πολύ μικρότερη επένδυση. Ευτυχώς που έμεινε η Σιένα (προσπάθησε, αλλά δεν μπορούσε να αποκλειστεί) για να θυμίζει ότι υπάρχουν και ιταλικές ομάδες στη γηραιά ήπειρο. Για τη Φενερμπαχτσέ ας μην μιλήσουμε… Πέρασε αλλά πώς πέρασε!

Εκτός των συλλόγων υπάρχει και η δουλειά των Ιταλών προπονητών. Ο ένας καλύτερος από τον άλλον. Αφήνουμε (μια κατηγορία μόνος του) εκτός συναγωνισμού τον Σέρτζιο Σκαριόλο και πάμε στην μπασκετάρα που παίζει με τη Φενερμπαχτσέ ο καλύτερος της… νέας γενιάς, Σιμόνε Πιανιτζιάνι, αλλά ακόμα και στον αχταρμά που έχει δημιουργήσει ο κατ’ εξοχήν κορυφαίος Ιταλός κόουτς, Έτορε Μεσίνα, στην ΤΣΣΚΑ.

Βεβαίως, υπάρχουν αντίστοιχα δείγματα και σε επίπεδο εθνικών ομάδων, για να μας πείσουν ότι η ιταλική προπονητική σχολή ανταγωνίζεται άλλες διαπλανητικές σχολές, όπως αυτή του Κρόνου.

Ας σοβαρευτούμε: Προπονητής που μέχρι πρότινος ήταν στη σκιά του Πιανιτζιάνι, προερχόμενος από ένα μέτριο (κομψά το γράφω) πρωτάθλημα, χωρίς ιδιαίτερες περγαμηνές, δεν μπορεί να προηγείται Ελλήνων τεχνικών, που έκαναν ή κάνουν… παπάδες στην Ευρώπη, που έχουν μεγαλύτερο όνομα και εμπειρία. Κι εν πάση περιπτώσει, αν είναι να πάρουμε κόουτς από άλλη σχολή, ας διαλέξουμε κάποια (σχολή) που να έχει κάτι να δείξει…

Αν είναι να ψωνίσουμε από την Ιταλία, ας προτιμήσουμε μια πίτσα (“μαργαρίτα με έξτρα τυρί” προτιμώ) που είναι και η ειδικότητα των ανθρώπων…