Λίγες είναι οι φορές που ο κορυφαίος παράγοντας μίας ομάδας που άφησε το δικό της ξεχωριστό “στίγμα” στο ελληνικό, και όχι μόνο, μπάσκετ, μιλάει, και μάλιστα… για όλα! Για το παρελθόν και το παρόν, για κάθε λεπτομέρεια του διοικητικού του βίου σε ένα σύλλογο τόσο σημαντικού βεληνεκούς. Ο πρώην πρόεδρος του Άρη, Άκης Μιχαηλίδης, μιλάει για την εποχή εκείνου του “Αυτοκράτορα” που έφτασε μέχρι και κοντά στην κατάκτηση ευρωπαϊκού Κυπέλλου, με τον ίδιο να πιστεύει πως άλλες συγκυρίες απαγόρευσαν τότε στην ομάδα να σηκώσει έστω ένα. Αναφέρεται στις τακτικές που χρησιμοποιούντο για διάφορα θέματα, όπως τις διαφορές παικτών ή τις (μη) πωλήσεις, ενώ κάνει λόγο και για τα πιο σημαντικά του περιστατικά της θητείας του ως… ερασιτέχνη προέδρου, όπως ο ίδιος ομολογεί πως ένιωθε. 

Παράλληλα, δε διστάζει να απαντήσει σε ερωτήματα που αφορούν το σημερινό Άρη και τη δύσκολη κατάσταση που αντιμετωπίζει, έχοντας μάλιστα θετική άποψη για τον νυν πρόεδρο, Λευτέρη Αρβανίτη. Τέλος, διασαφηνίζει τη θέση στο αν θα εμπλακόταν ξανά στα διοικητικά της ομάδας.

Αναλυτικότερα, όσα είχε πει στον Γιάννη Δασκάλου και το Arena Press:

Θα ξεκινήσω με κάτι απλό: Πως ένοιωθες όταν διοικούσες εκείνον τον Άρη;

«Σαν ερασιτέχνης. Κυριολεκτικά. Δεν είχα καμιά σχέση με τα διοικητικά. Δεν είχε καν περάσει από το μυαλό μου να εμπλακώ. Είχα σοβαρές επιχειρηματικές υποχρεώσεις, ήμουν πολύ απορροφημένος με την δουλειά μου, τα χρόνια ήταν πολύ δημιουργικά και πολύ καλά. Όταν ανέλαβα τον Άρη δεν γνώριζα πολλά, δεν εμπλεκόμουν με τα αγωνιστικά, αλλά είχα στόχο την σωστή οργάνωση και διοικητική δομή. Και φυσικά, πλήρωνα. Χωρίς χρήματα τίποτα δεν θα μπορούσα να συμβεί. Ήταν πολλές οι συγκυρίες, οι περισσότερες ευνοϊκές, που δημιούργησαν εκείνη την υπερομάδα. Εμείς εκμεταλλευτήκαμε την συγκυρία, είχαμε όραμα, ο κόσμος έγινε μπροστάρης και οδηγός και τα υπόλοιπα τα έγραψε η ιστορία».

Οι συγκυρίες «κλειδιά» ποιες ήταν, για να φτάσουμε στα χρόνια της Αυτοκρατορίας;

«Κάποια στιγμή, ο Σάκης ο Παπαβασιλείου ήρθε και με βρήκε και μου ζήτησε βοήθεια: «Άκη, διαλυόμαστε». Και όντως έτσι ήταν. Ο συγχωρεμένος ο Μελισσάρης είχε παραιτηθεί και ο πρωταθλητής Άρης όδευε προς το πρωτοδικείο. Αποφάσισα να βοηθήσω και να συνεργαστώ με πολύ έντονες προσωπικότητες. Ο καθένας έκανε την δουλειά του. Υπήρχε πολύ σωστή διαχείριση. Άκουγα τους πάντες και στο τέλος αποφάσιζα εγώ. Ο Ιωαννίδης ήταν ο αρχηγός του αγωνιστικού και ικανοποιούνταν όλα του τα αιτήματα. Ήταν δύσκολος άνθρωπος, ατίθασος, αλλά υπήρχε ειδικά τα πρώτα χρόνια αμοιβαίος σεβασμός. Ο αείμνηστος ο Ανέστης Πεταλίδης ήταν γενικός αρχηγός. Υπήρχε μια απλήρωτη ομάδα, αλλά μέσα σε αυτήν υπήρχε το φαινόμενο που λεγόταν Νίκος Γκάλης. Αυτός ήταν ο κύριος λόγος που επέλεξε τον Άρη και ο Παναγιώτης Γιαννάκης. Μετά το χαμένο μπαράζ της Κέρκυρας, η απώλεια του πρωταθλήματος και η απώλεια του κυπέλλου από τον ΠΑΟΚ το 1984, μας πείσμωσε. Μετά η μηχανή πήρε μπροστά και τα παίρναμε όλα. Κάναμε δικό μας τον Φιλίππου που έπαιζε δανεικός από τα Γιάννενα, πήραμε τον Κοκκολάκη, μετά «κόλλησε» στην ομάδα και ο Σούμποτιτς, τον οποίο γνώριζε προσωπικά ο Λάζαρος Λέσιτς και τα υπόλοιπα τα ξέρετε».

Πώς κρατούσατε τις ισορροπίες; Υπήρχε και εκείνη η υποβόσκουσα κόντρα Γκάλη – Γιαννάκη, υπήρχαν τα φοβερά ποσά που διαπραγματευόσασταν για να τους κρατήσεις στην ομάδα. Κάποιο σχέδιο θα είχατε…

«Ήταν δύσκολο να κρατηθούν οι ισορροπίες, αλλά υπήρχε επαγγελματισμός. Ξεκινώντας από τα συμβόλαια, ποτέ δεν είχα κάποιο πλάνο στο μυαλό μου όταν πήγαινα να διαπραγματευτώ. Τότε δεν υπήρχαν συμβόλαια, ήταν ερασιτεχνικό το μπάσκετ, δεν υπήρχαν οι ΚΑΕ. Κάναμε συμφωνίες τις οποίες, στο τέλος, δεν τηρούσαμε. Για παράδειγμα, ο Παναγιώτης είχε κάνει 5ετή συμφωνία όταν ήρθε, αλλά μετά το πρώτο χρόνο την άλλαξε. Ζητούσε περισσότερα, τα απαιτούσε και το άξιζε. Ούτε ρήτρες υπήρχαν, ούτε τίποτα. Και ο Νίκος. Δεν τον ψυχολογούσες εύκολα. Ήταν πολύ κλειστός, σκληρός διαπραγματευτής, έλεγε ένα ποσό που πίστευε ότι αξίζει και αυτό ήταν. Τα ποσά ήταν τεράστια, αλλά χαλάλι τους. Από την καρδιά μου το λέω, άξιζαν κάθε δραχμή που πήραν. Για το θέμα της μεταξύ τους κόντρας τώρα, αλήθεια, δεν είχα διαπιστώσει κάτι στις σχέσεις τους. Ούτε σε μένα είχε πει κάτι κάποιος από τους δυο. Απλά, ο Γιαννάκης ενοχλούνταν κάπως, επειδή ο Γκάλης ήταν πάντα στο προσκήνιο σαν αρχισκόρερ και αυτός δεν αναγνωριζόταν όσο επιθυμούσε, κάνοντας πολλές «βρώμικες» δουλειές. Βεβαιώνω ότι μεταξύ ους υπήρχε αμοιβαίος σεβασμός και εκτίμηση όμως».

Ξέρουμε ότι σας είχαν κάνει τεράστιες προτάσεις, ομάδες του εξωτερικού, για να τους αγοράσουν. Ειδικά τον Γκάλη. Πώς και αρνηθήκατε;

«Στον Άρη είχαμε μια αρχή. Δεν πουλούσαμε παίκτη. Πουθενά και σε κανέναν. Οι προτάσεις που είχαμε δεχθεί, ειδικά για τον Γκάλη, ήταν μυθικές. Αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να πωληθεί ο Νικ με όλα τα λεφτά του κόσμου. Το ίδιο και ο Γιαννάκης. Και αυτό το κατάλαβε και ο Κοσκωτάς, όταν πήγε να μας τον κλέψει πίσω από την πλάτη μας. Από τον Άρη δεν έφευγε κανείς. Μόνο τον Τσιτάκη πουλήσαμε στον Ηρακλή και ο Ιωαννίδης μου το χτυπούσε για καμιά τριετία (γέλια)».

Ο Άρης ήταν ο «χαϊδεμένος» του ελληνικού μπάσκετ; Είχε διαιτητικές αβάντες και ιδιαίτερη μεταχείριση;

«Το ακριβώς αντίθετο. Ο Άρης δεχόταν ανελέητο πόλεμο. Δεν μπορούσαν εκεί στην Αθήνα να χωνέψουν ότι μια ομάδα από την Θεσσαλονίκη, εκτός συστήματος, τους χορεύει στο ταψί. Και ο Γιαννακόπουλος αποφάσισε να ξοδέψει κάποια στιγμή χρήματα, αλλά έτρωγε αγωνιστικά σφαλιάρες. Με αυτήν την ιδέα δεν μπορούσε να συμβιβαστεί ούτε ο Βασιλακόπουλος και μας προκαλούσε προβλήματα μέσω της ΕΟΚ».

Πού το στηρίζετε αυτό που λέτε;

«Είναι απλό. Αν τότε, η ΕΟΚ επέτρεπε δεύτερο ξένο στο ελληνικό πρωτάθλημα, ο Άρης θα είχε πάρει συνεχόμενα 3-4 πρωταθλήματα Ευρώπης. Θυμάστε ότι ήμασταν η μοναδική ομάδα από τα ευρωπαϊκά μεγαθήρια τύπου Μπαρτσελόνα, Μακάμπι, Λιμόζ, Τρέϊσερ, που είχε μόνο έναν ξένο στην σύνθεσή της. Ποιος καλός Αμερικανός παίκτης θα δεχόταν να έρθει τότε για να παίζει στο πρωταθλητριών, ένα παιχνίδι την εβδομάδα; Κανένας. Αυτή η σκόπιμη εμμονή της ΕΟΚ λοιπόν, μας στοίχισε. Όταν έφυγα άλλωστε από τον Άρη και το μπάσκετ κατέβηκε στην Αθήνα, άφησαν τα πάντα. Ξένους, κοινοτικούς, απεριόριστους ξένους. Τυχαίο; Δεν νομίζω».

Είπατε ότι το μπάσκετ κατέβηκε στην Αθήνα. Ποιος ευθύνεται γι’ αυτό και πόσο σας στοίχισε;

«Μου στοίχισε πολύ. Αλλιώς είχα συνηθίσει τον Άρη. Πρωταθλητή, τροπαιούχο, σαρωτικό. Αλλά ποιος φταίει γι’ αυτό; Εμείς το δώσαμε το μπάσκετ στην Αθήνα, όταν υποστείλαμε την σημαία μας και την δώσαμε στον αντίπαλό μας. Και μιλάω για τον Γκάλη. Ήταν έγκλημα που έφυγε αυτός ο άνθρωπος. Είναι σαν να έχεις το πρώτο βιολί της ορχήστρας και να το διώχνεις. Γίνετε αυτό; Ποτέ. Έπρεπε να μείνει με οποιονδήποτε τρόπο. Ας έμενε αυτός και ας έφευγαν όλοι οι άλλοι. Μετά κατάλαβαν όλοι το λάθος τους εκ των υστέρων».

Πάμε και στις μυθικές μάχες με τον ΠΑΟΚ. Πώς τις βιώνατε και πως νοιώθατε για το αντίπαλο δέος σας, τον Νίκο Βεζυρτζή;

«Θα ξεκινήσω από τον Νίκο τον Βεζυρτζή. Όπως και τότε έτσι και τώρα, ήμασταν και παραμένουμε φίλοι. Υπήρχε σεβασμός και αντιπαλότητα μόνο για τα σαράντα λεπτά του αγώνα. Καμιά σχέση με το σημερινό επίπεδο της διοικητικής κόντρας των Αθηναϊκών ομάδων. Εγώ πήγα και μάρτυρας υπεράσπισής του σε δικαστήριο μάλιστα. Έτσι κάνουν οι φίλοι. Αγωνιστικά, η κόντρα δυο ομάδων της ίδιας πόλης, τις «έτρεφε» ώστε να γίνονται καλύτερες. Ένας σοβαρός αντίπαλος σε κάνει καλύτερο. Φτάσαμε κοντά στο να χάσουμε κάποιο τίτλο, αλλά ο θεός του Άρη ήταν πάντα μεγάλος. Προσωπικά, πίστευα πάντα ότι ήμαστε ένα σκαλί επάνω σαν ομάδα».

Λάθη κάνατε; Σας κατηγορούν πολύ για το θέμα της κατασκευής ενός ιδιόκτητου γηπέδου, το οποίο ο Άρης εδικαιούτο, αλλά λένε ότι δεν το κυνηγήσατε.

«Δεν ήταν απλό το θέμα του γηπέδου. Εκτός από τον ΠΑΟΚ που με συγκυρία έκανε το γήπεδό του, σε ένα οικόπεδο που δωρίστηκε και με την υποστήριξη της πολιτείας για πολιτικούς λόγους, καμιά ομάδα δεν έκανε γήπεδο. Ούτε οι μεγάλες του εξωτερικού είχαν ιδιόκτητο γήπεδο. Δεν ήταν απλά και εύκολα τα πράγματα. Το διεκδίκησα όσο δεν μπορείτε να φανταστείτε, αλλά ήταν καθαρά θέμα πολιτικής βούλησης. Έμειναν στα λόγια οι υποσχέσεις των πολιτικών. Βέβαια, δεν είμαι εγωιστής. Έκανα λάθη, μπορεί και πολλά, αλλά δεν είχα κακή πρόθεση. Δεν ήμουν επαγγελματίας παράγοντας. Προσπαθούσα σαν ερασιτέχνης, άλλωστε και ο Α.Σ. ήταν υπό την προεδρία μου και μάλιστα, τότε, ο Άρης έβγαινε κάθε χρόνο κορυφαίος Σύλλογος στην Ελλάδα με την μεγαλύτερη συγκομιδή τίτλων σε πάρα πολλά αθλήματα».

Έμεινε απωθημένο η μη κατάκτηση ενός πρωταθλητριών; Και που ήταν ο Άρης ποιο κοντά. Στην Γάνδη, το Μόναχο ή την Σαραγόσα;

«Όλα θα τα κερδίζαμε. Σας το λέω ειλικρινά. Ακόμη και στην ΦΙΜΠΑ αυτό πίστευαν οι αξιωματούχοι της. Ο Βασιλακόπουλος όμως δεν το ήθελε και μας το έδειχνε με τις τρικλοποδιές της ΕΟΚ για το θέμα του ξένου, όπως σας είπα. Για τα φάιναλ φορ τώρα, θεωρώ ότι στην Γάνδη μας στοίχισε η απειρία. Στο Μόναχο ήταν η κακιά στιγμή του επεισοδίου του Γιαννάκη στον ημιτελικό. Στην Σαραγόσα θα κάναμε περίπατο, σας το λέω ειλικρινά, αλλά ήμασταν πολύ άτυχοι. Είχε σοβαρό πρόβλημα στην μέση ο Βράνκοβιτς, ενώ είχε πρόβλημα τραυματισμού και ο Γιαννάκης πριν το φάιναλ φορ. Συγκυρίες και ΕΟΚ μας στοίχισαν ένα, τουλάχιστον, κύπελλο πρωταθλητριών».

Λίγοι θυμούνται ότι είχατε άλλη μια διοικητική θητεία στα μπασκετικά κοινά του Άρη, στο τέλος της σαιζόν 1998-1999.

“Θα την χαρακτήριζα εθελοντική αυτήν την βραχυπρόθεσμη παρουσία μου στην ΚΑΕ Άρης, λίγο πριν η ομάδα καταλήξει στα χέρια του Δημήτρη Κοντομηνά. Μου είχε ζητηθεί να αναλάβω για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα την οργάνωση και στελέχωση του τμήματος, το οποίο ήταν κυριολεκτικά ξεχαρβαλωμένο. Το έπραξα, ολοκλήρωσα την αποστολή μου και παρέδωσα την ομάδα όπως έπρεπε. Δεν ήθελα να έχω καμιά εμπλοκή επί Κοντομηνά στα της ΚΑΕ, δεν ήταν στις προθέσεις μου κάτι τέτοιο”.

Αφήσατε, πάντως, μια παρακαταθήκη σαν ομάδα στις επόμενες γενιές. Δεν υπήρχαν οι μεγάλοι αστέρες, αλλά υπήρχε το «φαντασματάκι» του αυτοκράτορα που έδωσε κάποιους σημαντικούς τίτλους στο τμήμα μπάσκετ.

“Αυτό είναι αλήθεια. Δημιουργήθηκε το βάρος μιας φανέλας, ένας σεβασμός, ένα κράμα νικητή που, ενίοτε, παρουσιαζόταν στο παρκέ. Τιμώ και σέβομαι όλους τους τίτλους που πήρε ο Άρης τα μεταγενέστερα χρόνια, κάποιοι εξ αυτών κατακτήθηκαν με πολύ σασπένς μάλιστα, αλλά επιτρέψτε μου να πω κάτι σε ότι αφορά τα ευρωπαϊκά τρόπαια. Αν ο Άρης δεν έπαιζε στο πρωταθλητριών, εκείνα τα χρόνια και έπαιζε στο Κόρατς, θα είχε καμιά δεκαριά ακόμη ευρωπαϊκούς τίτλους. Χωρίς ίχνος υποτίμησης των τίτλων που πήρε η ομάδα, αυτή είναι η πραγματικότητα”.

Πάμε πάλι σε εσάς. Από την μικρή δεύτερη διοικητική σας παρουσία και μετά, σιωπή. Ούτε φωνή, ούτε ακρόαση. Τι σας οδήγησε σε αυτήν την στάση; Δεν σας ζητήθηκε ποτέ να βοηθήσετε σε κάτι;

“Κοιτάξτε, δεν ήθελα ποτέ να μπερδεύομαι στα πόδια των άλλων, όπως και εγώ δεν ήθελα να μπερδεύονται στα δικά μου τα πόδια. Από την άλλη πλευρά, δεν μου ζήτησε κανένας, ποτέ, τίποτα. Ενεπλάκησαν, διοικητικά, στην ομάδα κάποιοι «σοφοί» τα επόμενα χρόνια στον Άρη, κάποιοι που αγαπούσαν τον Άρη υποτίθεται αλλά τον έβλεπαν επαγγελματικά και όταν αυτά συμβαίνουν, η χρηστή διαχείριση πάει περίπατο. Εγώ είχα όραμα, μεράκι, αγάπη για τον Άρη. Και έβαζα τα δικά μου χρήματα. Δεν υπήρξα ποτέ επαγγελματίας. Τώρα οι απαιτήσεις του σύγχρονου μπάσκετ είναι διαφορετικές”.

Πώς κρίνετε τον σημερινό πρόεδρο, τον Λευτέρη Αρβανίτη και την προσπάθεια που κάνει;

Είναι χαμηλών τόνων άνθρωπος και δείχνει δουλευταράς. Η εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε προς τιμήν του Νίκου Γκάλη, φανερώνει και την ποιότητα της διοίκησής του. Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια, για να γίνει κάτι τόσο όμορφο και συγκινητικό. Και ήταν μεγάλη μου η χαρά που παρέστην σε εκείνη την εκδήλωση. Βλέπω φιλότιμες προσπάθειες νοικοκυρέματος, βλέπω σωστές κινήσεις όπως η διοικητική προσέγγιση στον Νίκο Γκάλη που αποτελεί «κράχτη» και πόλο έλξης, όμως δεν είναι αρκετό αυτό.

Πώς πιστεύετε ότι πρέπει να κινηθεί; Ποιος πρέπει να είναι ο βασικός του στόχος;

Να αναζητήσει πηγές χρημάτων. Να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις και να κινηθεί πάνω σε ένα πλάνο προσέγγισης επενδυτή. Μόνο με χρήματα μπορεί ο Άρης να επιστρέψει στην κορυφή. Και να σας πω κάτι; Με πειράζει πολύ όταν πουλάει ο Άρης παίκτες. Πως θα κάνεις ομάδα αν δεν μπορείς να κρατήσεις τα ταλέντα σου ή τους αξιόλογους παίκτες σου; Νοιώθω ότι χάνουμε φιλάθλους μένοντας μακριά από πρωταγωνιστικό αγωνιστικό ρόλο. Νοιώθω ότι χωρίς ομάδα που θα είναι ικανή να διεκδικεί τίτλους, καίμε το χαρτί που λέγεται Γκάλης. Τα νέα παιδιά θέλουν ένα όραμα, θέλουν μια ομάδα να παλεύει για την κορυφή και αυτήν τν στιγμή, φυσιολογικά, δεν την διαθέτει ο Άρης. Μακάρι ο Λευτέρης Αρβανίτης και η διοίκησή του να μπορέσουν να προσελκύσουν επενδυτικό ενδιαφέρον, να εισρεύσει χρήμα στην ομάδα και ο Άρης να επιστρέψει δυναμικά στο προσκήνιο.

Για εσάς προσωπικά, το κεφάλαιο διοικητικά Άρης έχει κλείσει οριστικά και αμετάκλητα; Αν ένας μεγαλοεπενδυτής σας ζητούσε να αναλάβετε ένα πόστο στον Άρη της επόμενης ημέρας, θα το κάνατε;

Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Με χαρά θα κατέθετα τις απόψεις μου και θα συνέδραμα σε όποιον μου ζητούσε βοήθεια, αλλά ο διοικητικός μου κύκλος στον Άρη έχει κλείσει οριστικά. Αν η διοίκηση του κ. Αρβανίτη μου ζητούσε μια γνώμη, μια βοήθεια, οτιδήποτε, με μεγάλη ικανοποίηση θα την παρείχα εφόσον μπορούσα. Αλλά να αναλάβω πόστο όπως το εννοείται, όχι. Μακάρι να έρθει στον Άρη ένας επενδυτής με οικονομική επιφάνεια και θεωρώ πως θα βρεθούν οι άνθρωποι με τις γνώσεις για να στηρίξουν διοικητικά και οργανωτικά το όραμά του.

Γυρνώντας πίσω και αναπολώντας τα χρόνια της αυτοκρατορίας του μπασκετικού Άρη, τι είναι αυτό που αναπολείτε περισσότερο;

Πέρασαν πολλά χρόνια, αλλά η ιστορία έγραψε και δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ. Νοιώθω γεμάτος για όλες τις μεγάλες και μικρότερες στιγμές που ζήσαμε, σε εκείνο το μεγάλο μας διοικητικό ταξίδι, σε εκείνη την όμορφη περιπέτεια. Αν έχει μείνει κάτι από εκείνες τις ημέρες, κάτι που πραγματικά με κάνει να λέω πως άξιζαν όλες οι προσπάθειες που είχα κάνει, είναι η αναγνώριση των απλών φίλων του Άρη σήμερα. Δεν υπάρχει πιο όμορφο πράγμα από το να περπατάς και να σου σφίγγουν το χέρι άγνωστοι, θυμίζοντάς σου μια πανέμορφη ιστορία με πρωταγωνιστή τον Άρη και τον κόσμο του. Μου γεμίζει τις μπαταρίες αυτό το πράγμα και δεν το αλλάζω με τίποτα.