Πλησιάζοντας στο πρώτο ασφαλές δείγμα, αυτό των 20 αγώνων, μπορούμε να βγάλουμε πιο σίγουρα συμπεράσματα για τους παίκτες που ξεπερνούν τις προσδοκίες ή απογοητεύουν. Παρατήρησα ότι υπάρχουν πολλοί ψηλοί που παίζουν αρκετά κάτω από τα standards τους, γι’ αυτό νομίζω ότι μια αναφορά σε αυτούς είναι σημαντική.

Είναι απαραίτητο να κατανοηθεί απ’ όλους το παρακάτω: Όλοι οι παίκτες κρίνονται με βάση την αξία τους, σύμφωνα με τον πήχη που έχουν θέσει οι ίδιοι για το μπασκετικό τους επίπεδο. Για παράδειγμα, τα νούμερα του Aldridge ή του Gasol δεν είναι άσχημα με μια πρώτη ματιά. Όμως η παρουσία τους στο παρκέ δεν έχει σχέση με αυτό που μας έχουν παρουσιάσει στο παρελθόν, ο Gasol δεν παίζει ως δις πρωταθλητής ΝΒΑ (όχι φέτος, εδώ και δύο χρόνια), ούτε ο Aldridge ως all-star.

Αυτό που πρέπει πάντα να έχουμε στο μυαλό μας είναι ότι χρησιμοποιούμε τα στατιστικά για να επιβεβαιώσουμε αυτό που βλέπουμε, και όχι για να σχηματίσουμε άποψη γι’αυτό που δεν έχουμε δει.

10. Taj Gibson, Chicago Bulls

Στην αρχή ήταν οι συζητήσεις για το νέο συμβόλαιο που θα του πρόσφεραν οι Bulls, ένα συμβόλαιο που τελικά έλαβε χώρα στο εναρκτήριο παιχνίδι της ομάδας, και το οποίο θα του αποφέρει πάνω από $39 εκατομμύρια για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Μετά ακολούθησε η κριτική από τον κόσμο και τα media για τις άσχημες εμφανίσεις του. Ήταν πρωτόγνωρη η πίεση που ένιωθε ο Gibson το προηγούμενο διάστημα και ήταν φυσικό να επηρεάσει και την εικόνα του στο παρκέ.

Η πίεση που του ασκεί το νέο extension δεν έχει υποχωρήσει ακόμα και ο ίδιος νιώθει υποχρεωμένος να αντεπεξέλθει στις προσδοκίες που έχουν δημιουργηθεί. Δεν είναι όμως μόνο το νέο συμβόλαιο που δεν του επιτρέπει να κάνει το ξεπέταγμα που πολλοί περίμεναν. Πολλοί παίκτες των Bulls ακόμα δεν έχουν καταφέρει να προσαρμοστούν στη νέα εικόνα της ομάδας.

Μια ομάδα με νέους παίκτες, χωρίς τον Derrick Rose, και χωρίς τους πολύ σημαντικούς C.J Watson και Omer Asik. O Gibson δυσκολεύεται χωρίς του Τούρκο, που αποτελούσε τον παρτενέρ του μέχρι πέρσι στη second unit, και ακόμα δεν έχει καταφέρει να φτάσει στο αμυντικό επίπεδο μας συνήθισε τα προηγούμενα χρόνια. Η μετάβαση από σημαντικό αμυντικό γρανάζι σε απόλυτη αμυντική παρουσία δεν είναι εύκολη. Στα τελευταία παιχνίδια ο Gibson μοιάζει πιο απελευθερωμένος, τα σουτ του βρίσκουν πιο συχνά στόχο και η άμυνα του είναι σε καλύτερο επίπεδο.

9. Derrick Williams, Minnesota Timberwolves

Derrick Williams δεν είναι κακός παίκτης και σίγουρα δεν αξίζει τόση κριτική από τους fans των Wolves. Δίκαια ή άδικα κρίνεται ως παίκτης που επιλέχτηκε στη 2η θέση του draft, ενώ παράλληλα ήταν πολύ καλός και αποδοτικός στο κολέγιο, και μέχρι τώρα δεν έχει δικαιώσει τις προσδοκίες. Ο κύριος λόγος είναι το inefficient παιχνίδι του. O Williams σουτάρει με 38% εντός πεδιάς, κάτι απαράδεκτο, και με 33% από τη γραμμή του τρίποντου.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι το άσχημο shot selection και η τάση να αποφεύγει τη ρακέτα και να προτιμά τα jumpers. Για κάποιον με το ύψος και τα δικά του αθλητικά προσόντα δεν είναι και ότι καλύτερο. Δεν είναι τόσο κακός σουτέρ τριών πόντων όσο δείχνουν τα νούμερα, αλλά φαίνεται ότι ακόμα δεν έχει κατανοήσει ποιο σουτ πρέπει να πάρει και ποιο όχι.

Είναι βελτιωμένος αμυντικά και ακόμα πιο βελτιωμένος ριμπάουντερ. Όμως μέχρι τώρα δεν έχει καταφέρει να οδηγήσει το παιχνίδι του στην επίθεση ένα βήμα παραπάνω, και μάλιστα σε ένα διάστημα που η ομάδα του αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα τραυματισμών άρα ο ίδιος είχε μεγαλύτερο πεδίο δράσης.

8. Kendrick Perkins, Oklahoma City Thunder

Τα τελευταία χρόνια η βασική πεντάδα της Thunder είναι σταθερά χειρότερη σε αποδοτικότητα σε σχέση με την πλειοψηφία των υπόλοιπων σχηματισμών. Ένας σημαντικός λόγος αυτής της διαφοράς είναι η παρουσία του Kendrick Perkins. Ο Perkins ήταν, και εξακολουθεί, καλός post defender, ικανός ριμπάουντερ, ενώ βγάζει στο παρκέ σκληράδα και αυξημένη ανταγωνιστικότητα. Όμως πάντα ήταν ανύπαρκτος επιθετικά και μη άρτιος αμυντικά.

Κανείς δεν έχει την απαίτηση από αυτόν να βελτιώσει τα χέρια του, το post game του ή να προσθέσει στο παιχνίδι του σουτ, πάσα ή ντρίμπλα. Όμως ο Perkins παίζει 25 λεπτά ανά αγώνα και προσφέρει μόνο πέντε πόντους και πέντε ριμπάουντ. Ένα ριμπάουντ κάθε πέντε λεπτά, καθώς και μέτρια άμυνα απέναντι σε γρήγορους ψηλούς, είναι σίγουρα πολύ άσχημο για έναν παίκτη που δεν έχει καμία επιθετική συνεισφορά.

Θα υπάρξουν παιχνίδια που ο Perkins θα είναι χρήσιμος (απέναντι σε ομάδες με καλό low-post game) αλλά προσωπικά πιστεύω ότι είναι μεγάλη σπατάλη για την ομάδα του Brooks το να δίνει 25 λεπτά σε έναν τόσο μέτριο παίκτη.

7. Spencer Hawes, Philadelphia 76ers

Ο Hawes έχασε τη θέση του φέτος στην πεντάδα των 76ers και πλέον έρχεται από τον πάγκο. Παρά το καλό ξεκίνημα η απόδοση του (όπως και ο χρόνος συμμετοχής του) ξεκίνησε να μειώνεται  αναγκάζοντας τον Doug Collins να εκφράσει, κατά κάποιον τρόπο, την απογοήτευση του. Μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να μπορεί να δώσει αυτά που ζητάει ο προπονητής της Φιλαντέλφια από έναν ψηλό που έρχεται από τον πάγκο.

Ο Collins δεν ζητά σουτ από μέση απόσταση, αλλά άμυνα, ριμπάουντ και high percentage shots. Αντίθετα ο Hawes σουτάρει περισσότερα σουτ μακριά από το καλάθι σε σχέση με την περσινή σεζόν (με αποτέλεσμα να έχει το χειρότερο eFG% στην καριέρα του), μαζεύει αναλογικά λιγότερα ριμπάουντ και δεν είναι στο αμυντικό επίπεδο που θα επιθυμούσε ο προπονητής του. Με όλα αυτά πώς θα γινόταν να μένει περισσότερο από είκοσι λεπτά στο παρκέ;

6. Dwight Howard, Los Angeles Lakers

O Howard, απλά, δεν είναι ο εαυτός του. Μπορεί ακόμα και έτσι να δίνει καλά νούμερα αλλά όσοι τον έχουν παρακολουθήσει διεξοδικά στο παρελθόν μπορεί να επιβεβαιώσουν το μέτριο επίπεδο που αγωνίζεται μέχρι τώρα. Ο Howard είναι two-way superstar, δηλαδή ανήκει στην κατηγορία των ελάχιστων παικτών που κυριαρχούν και στις δύο πλευρές του παρκέ. Οι εμφανίσεις του στα πρώτα δεκαεπτά παιχνίδια απέχουν πολύ ώστε να του αποδοθεί και φέτος αυτός ο χαρακτηρισμός.

Το σοβαρό πρόβλημα στη μέση του (που χρειάστηκε εγχείρηση για να αντιμετωπιστεί) τον έχει φέρει αρκετά πίσω σε φυσική κατάσταση, με αποτέλεσμα να μην είναι το αθλητικό “θαύμα της φύσης” που ήταν τα προηγούμενα χρόνια. Χάνει πολλές μονομαχίες στα ριμπάουντ, αδυνατεί αρκετές φορές να αντιμετωπίσει πετυχημένα τους αντίπαλους guard, δεν προστατεύει το καλάθι με την ίδια επιτυχία, ενώ ποτέ στην καριέρα του δεν έκανε τόσα πολλά φάουλ.

Στην επίθεση όλες οι ομάδες εκμεταλλεύονται την αχίλλειο πτέρνα του που είναι φυσικά το σουτ από τη γραμμή, φέτος μάλιστα εμφανίζει ιστορικό χαμηλό και εκεί αφού σουτάρει με 46.5%. Προσπαθεί, υπάρχουν παιχνίδια που δείχνει πόσο καλός θα είναι όταν φτάσει στα επιθυμητά επίπεδα φυσικής κατάστασης, αλλά αυτή τη στιγμή δεν είναι o Howard που ξέρουμε.

5. Andrea Bargnani, Toronto Raptors

Ο Bargnani πάντα είχε τρανταχτές αδυναμίες στο παιχνίδι του, μόνο που φέτος αυτές εμφανίζονται σε υπερθετικό βαθμό και ο ίδιος δείχνει, στην καλύτερη περίπτωση, τραγικός. Τα μεγαλύτερα του ελαττώματα όλα αυτά τα χρόνια είναι, πρώτα απ’όλα, το inneficient του παιχνιδιού του, το ανύπαρκτο ριμπάουντ και η ακόμα χειρότερη ομαδική του άμυνα. Όλα φέτος έχουν πάρει την κατιούσα, σουτάρει πιο άσχημα από ποτέ (40% FG), παίρνει ριμπάουντ κάθε 7.5 λεπτά και δεν δείχνει καμία διάθεση και ενδιαφέρον ώστε να μαρκάρει κάτι παραπάνω πέραν του προσωπικού του αντιπάλου.

Αναλώνεται σε περισσότερα τρίποντα, πλησιάζει λιγότερο το καλάθι και πάει ακόμα πιο αραιά στη γραμμή. Ο Bargnani συνεχώς αρνείται να εκμεταλλευτεί τα αρκετά προσόντα που διαθέτει – δεν είναι ότι δεν μπορεί να παίξει – είναι ότι παίζει το παιχνίδι με λάθος τρόπος και αρνείται να αντιληφθεί τον σωστό. Δεν ξέρω πόσο υπομονή έχει απομείνει στους Raptors σχετικά με την περίπτωση του…

4. Ersan Ilyasova, Milwaukee Bucks

Τρεις πολύ παραγωγικοί μήνες τον αντάμειψαν με ένα τεράστιο συμβόλαιο το οποίο θα του αποφέρει οκτώ εκατομμύρια δολάρια για κάθε ένα από τα επόμενα πέντε χρόνια. Μια υπερβολική κίνηση των Bucks που βασίστηκε στο λεγόμενο recent play και όχι στη συνολικότερη παρουσία του τα προηγούμενα χρόνια, η οποία δεν ήταν κακή (κάθε άλλο) αλλά δεν άξιζε τέτοια οικονομική ανταμοιβή.

Η φετινή χρονιά του Ilyasova είναι τραγική από όποια οπτική και να τη δει κανείς. Δεν είναι εύκολο για κανέναν παίκτη να παίζει από την αρχή καλά ενώ έχει υπογράψει ένα τόσο βαρύ συμβόλαιο, αλλά το να παίζει τόσο άσχημα είναι κατόρθωμα. Τραγικό shooting 36/23/58 (το αντίστοιχο περσινό ήταν 48/45/78), 5.5% πτώση σε Rebound Rate, λιγότερες επισκέψεις στο καλάθι – αλλά και όταν το κάνει σουτάρει με 40% (60% πέρσι)- και ακόμη λιγότερες επισκέψεις στη γραμμή (επίσης μεγάλη πτώση σε FT%).

Τέλος, το PER του (το οποίο δείχνει την παραγωγικότητα του σε έναν αριθμό) έχει σημειώσει πτώση δέκα μονάδων (10 – 15 το average της λίγκας). Οι Bucks διαθέτουν μεγάλο βάθος στις θέσεις των ψηλών, κανείς από αυτούς όμως δεν είναι σε τόσο υψηλό επίπεδο ώστε να θεωρηθεί αναντικατάστατος. Με την αγωνιστική ασυνέπεια των περισσότερων εξ’αυτών, με πρώτο και … καλύτερο τον Ilyasova, ο Scott Skiles πειραματίζεται συνεχώς με το rotation στις συγκεκριμένες θέσεις.

3. LaMarcus Aldridge, Portland Trail Blazers

Μόλις πριν από δύο χρόνια ο Aldridge καθιερώθηκε ως ένας από τους καλύτερους inside-out παίκτες της λίγκας. Η κλάση του ήταν τέτοια που του επέτρεπε να παίζει το ίδιο καλά κοντά αλλά και μακριά από το καλάθι. Πέρσι μάλιστα κατάφερε να γίνει για πρώτη φορά allstar δείγμα της μεγάλης βελτίωσης που παρουσίασε με τα χρόνια. Αυτός είναι και ο λόγος που βρίσκεται τόσο ψηλά στη συγκεκριμένη λίστα, γιατί οι απαιτήσεις που δημιούργησε ήταν μεγάλες και η μέχρι τώρα παρουσία του δεν τις δικαιολογεί.

Ο Aldridge εξακολουθεί να δίνει 20 πόντους ανά αγώνα αλλά παίζοντας αυξημένα λεπτά και παίρνοντας περισσότερα σουτ. Σουτάρει με το χειρότερο ποσοστό στη μέχρι τώρα καριέρα του (44.5%) και ο κύριος λόγος είναι το “σύνδρομο Bargnani”, η ακόρεστη δηλαδή επιθυμία για μακριά δίποντα και ταυτόχρονη απομάκρυνση από τη ρακέτα. Παίρνει εννέα μακρινά δίποντα (μεταξύ της γραμμής των βολών και του τρίποντου) ανά αγώνα και ευστοχεί στο 37% εξ’αυτών, ενώ μείωσε τα σουτ μέσα απ’το ζωγραφιστό σε 3.7 από 5.1 που έπαιρνε πέρσι.

Είναι κρίμα για έναν παίκτη με το ύψος και την τεχνική κατάρτιση του Aldridge να εξελιχθεί σε inefficient jump-shooting ψηλό, όπως ο Bargnani. Είναι ο καλύτερος παίκτης των Blazers και δεν αρκεί να δίνει πόντους, αλλά να το κάνει με πιο αποδοτικό τρόπο ώστε να βελτιώνει τις πιθανότητες νίκης της ομάδας του. Το έκανε στο παρελθόν με επιτυχία και μπορεί να το ξανακάνει στο μέλλον.

2. Pau Gasol, Los Angles Lakers

Όπως έγραψα και στον πρόλογο “κρίνω” τον Pau Gasol ως έναν δις πρωταθλητή NBA καθώς και τέσσερις φορές allstar, και όχι ως έναν απλά καλό ψηλό της λίγκας. Με βάση αυτά οι εμφανίσεις του είναι απαράδεκτες. Δικαιολογίες υπάρχουν και νομίζω ότι είναι σωστό να αναφερθούν.

Πρώτον οι αλλαγές προπονητών οι οποίες συνοδεύτηκαν από διαφορετικές αγωνιστικές φιλοσοφίες. Από την τριγωνική επίθεση (η οποία εκμεταλλευόταν πλήρως τα προσόντα του) στη flat επίθεση του Mike Brown, αργότερα στην Princetton offense και πλέον στην επίθεση του Mike D’Antoni. Κοινό χαρακτηριστικό είναι ότι και οι τρεις επιθέσεις που διαδέχθηκαν την τριγωνική επίθεση του Jackson ήθελαν (και θέλουν) τον Gasol να παίζει περισσότερο μακριά από το καλάθι.

Στην δε επίθεση του D’Antoni ο τρόπος παιχνιδιού του είναι τελείως αταίριαστος, δεν μπορεί να τρέξει το γήπεδο και δεν έχει το σουτ για να δώσει space, ενώ ο προπονητής των Lakers δεν είναι λάτρης του παιχνιδιού από το low post. Αυτά σίγουρα έχουν παίξει ρόλο στην αγωνιστική κάθοδο του Pau Gasol. Για την κακή του φυσική κατάσταση όμως δεν φταίει κανένας προπονητής, ούτε για το χαλαρό και soft παιχνίδι του. Ο ίδιος μπορεί να δηλώνει ότι θέλει περισσότερο παιχνίδι στο post, αλλά βλέποντας τα παιχνίδια των Lakers είναι φανερό ότι αποφεύγει τις επαφές και ψάχνει περισσότερο τις πάσες και τα σουτ.

Η άμυνα του δεν ήταν ποτέ τόσο κακή, πλέον οι αντίπαλοι μπορούν να τον “τρέξουν” στο ανοικτό γήπεδο εύκολα, να τον περάσουν στο ένας-με-έναν και να τον χτυπήσουν στις αργές του βοήθειες. Το PER του για πρώτη φορά έχει πέσει από το 20 και έχει φτάσει το average της λίγκας (15), το TS% για πρώτη φορά έπεσε από το 55% (47.5%), ενώ πτώση υπάρχει στα ριμπάουντ και στις βολές.

Το “πάντα φταίει κάποιος άλλος” είναι μία λογική που δεν με βρίσκει σύμφωνο, αντίθετα με βρίσκει σύμφωνο η προσπάθεια του Kobe να τον ξυπνήσει. Ο Pau παραμένει ένας από τους καλύτερους ψηλούς της λίγκας αλλά, αφενός παίζει πλέον σε μια ομάδα που η φιλοσοφία της δεν του ταιριάζει, αφετέρου ο ίδιος έχει ρίξει κατά πολύ τον προσωπικό του αγωνιστικό πήχη.

1. Roy Hibbert, Indiana Pacers

Το καλοκαίρι ο Hibbert υπέγραψε offer sheet με το Πόρτλαντ, αξίας $58 εκατομμυρίων για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, την οποία οι Pacers έσπευσαν να ματσάρουν. Μέχρι τώρα ο Hibbert αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις της χρονιάς και δεν έχει καταφέρει να αντεπεξέλθει στην αυξημένη πίεση που του επέφερε το νέο συμβόλαιο.

Σουτάρει με 39% σε FG (10% πτώση σε σχέση με πέρσι) και 57.5% από τη γραμμή (71% πέρσι) ενώ την επισκέπτεται και λιγότερες φορές. Μαζεύει λιγότερα ριμπάουντ, κάνει περισσότερα φάουλ και βέβαια δίνει κάτω από 10 πόντους ανά αγώνα (12 πόντους στα 36 λεπτά).

Στο αμυντικό κομμάτι δείχνει βελτιωμένος και είναι ένας από τους βασικούς λόγους που οι Pacers διαθέτουν μια από τις καλύτερες άμυνες στο πρωτάθλημα. Όμως η επιθετική του παραγωγή θα ήταν μέτρια ακόμα για έναν καλό starter center της λίγκας, πόσο μάλλον για έναν παίκτη με max συμβόλαιο.

Ο Hibbert πλέον θα πρέπει να μάθει να ζει με τις απαιτήσεις που δημιούργησε η περσινή του σεζόν, όπως και το μεγάλο συμβόλαιο που υπέγραψε. Μια καλή αρχή θα είναι να μειώσει τα φάουλ του ώστε να βρίσκει περισσότερο χρόνο, να αποκτήσει εμπιστοσύνη στα hook shots του και να βγάζει περισσότερο πάθος και ενέργεια στο παρκέ.

Πηγή: Theweakside