Κάθε καλή ομάδα διαθέτει μια αγωνιστική ταυτότητα, ένα στυλ/τρόπο παιχνιδιού που οι παίκτες έχουν “αγκαλιάσει” και έχουν κατανοήσει πλήρως μέσα από ατέλειωτο αριθμό προπονήσεων. Αυτή η ταυτότητα αντικατοπτρίζει την προσωπικότητα και φιλοσοφία του προπονητή, ό,τι βλέπουμε στο παρκέ είναι δικό του δημιούργημα.

Μπορεί οι μεγάλοι παίκτες να κάνουν τις μεγάλες ομάδες, οι μεγάλοι προπονητές όμως είναι αυτοί που θέτουν τις βάσεις και δημιουργούν το πλάνο για να πετύχει η ομάδα τους στόχους της. Στο κολεγιακό μπάσκετ, με το διαφορετικό σύστημα διεξαγωγής αλλά και την έλλειψη μπασκετικής ωρίμανσης (κυρίως λόγω ηλικίας και έλλειψης παραστάσεων) από τη μεριά των παικτών, η δημιουργία ενός αγωνιστικού πλάνου και η κατά γράμμα τήρηση του παίζει ακόμα σημαντικότερο ρόλο.

Γνωρίζοντας πλέον τα κολέγια που θα λάβουν μέρος στο F4 που ξεκινά την ερχόμενη Παρασκευή, θα κάνουμε μια πρώτη αναφορά στις ομάδες αλλά με κύριο αντικείμενο την αγωνιστική τους ταυτότητα. Ποιος είναι ο σκοπός τους στο παρκέ, τι είναι αυτό που κάνουν καλά και τους οδήγησε στην τετράδα και πώς το καταφέρνουν; Σήμερα θα αναφερθούμε στο Syracuse. (Σε επόμενο κείμενο θα δούμε τα ζευγάρια, πως ματσάρουν οι ομάδες μεταξύ τους και ποιοι είναι οι καλύτεροι τους παίκτες).

Αρκετός κόσμος αναρωτιέται, “τι διαφορά έχει η ζώνη της ομάδας του Jim Boeheim με τις ζώνες άλλων ομάδων και είναι τόσο πετυχημένη” και “δεν είναι βαρετό μια ομάδα να παίζει συνέχεια ζώνη, επί τόσα χρόνια”;

Στη δεύτερη ερώτηση δεν έχω απάντηση, στα γούστα του καθενός δεν μπορεί να υπάρξουν διαφωνίες. Προσωπικά δεν με ενοχλεί καθόλου, στο κολεγιακό μπάσκετ παίζουν οι πάντες (ψηλοί, κοντοί, αργοί, εύσωμοι κλπ) και υπάρχουν όλων των ειδών τα αγωνιστικά στυλ. Στην πρώτη ερώτηση όμως απάντηση υπάρχει, λεπτομερής και αρκετά πειστική την οποία θα προσπαθήσω να αναλύσω παρακάτω.

Αρχικά υπάρχει μια πολύ σημαντική παράμετρος που πρέπει να λάβουμε υπόψη. Η ζώνη είναι για το Syracuse ο κυρίαρχος τύπος άμυνας τους, είναι ο πρώτος -και μοναδικός- τρόπος που αμύνονται. Δεν χρησιμοποιούν ζώνη γιατί δεν ματσάρουν καλά με τον αντίπαλο, γιατί κάτι δεν τους βγαίνει σε ένα παιχνίδι ή γιατί επιθυμούν να αιφνιδιάσουν τον αντίπαλο, όπως κάνουν οι περισσότερες ομάδες.

Χρησιμοποιούν ζώνη γιατί αυτός είναι ο τρόπος που έχουν μάθει να αμύνονται. Άρα, έτσι και αλλιώς, αυτό που κάνουν έχουν μάθει να το κάνουν καλύτερα από τους άλλους γιατί πάνω σε αυτό αφιερώνουν τις περισσότερες ώρες προπόνησης τους. Επίσης πάνω σε αυτή τη φιλοσοφία στελεχώνει ο προπονητής την ομάδα του κάθε χρονιά, το λεγόμενο recruiting.

Για να παίξεις στο Syracuse πρέπει να έχεις συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και η φετινή ομάδα έχει τους τέλειους παίκτες για να υπηρετήσει αυτόν τον τρόπο άμυνας. Οι παίκτες που απαρτίζουν την ομάδα, και συγκεκριμένα οι πέντε βασικοί που παίζουν και τα περισσότερα λεπτά, συνδυάζουν τα εξής τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά:

I) Ύψος
II) Μήκος (length)
ΙΙΙ) Έκρηξη
IV) Δύναμη

Ένα γήπεδο μπάσκετ έχει πάντα πλάτος 15 μέτρα, αν βάλει κάποιος τους τρεις παίκτες της 2-3 ζώνης του Syracuse, τον ένα δίπλα στον άλλο με τα χέρια απλωμένα, θα καλύψει 6.45 μέτρα, ενώ οι δύο μπροστινοί 4.12 μέτρα. Κάνω αυτήν την αναφορά για να τονίσω την ανάγκη μιας ζώνης να “καταπιεί” το χώρο παρεμποδίζοντας πάσες σε όλα τα σημεία του παρκέ. Όσο περισσότερο είναι το μήκος που μπορεί να παρατάξει μια ομάδα στο παρκέ τόσο μεγαλύτερο το πρόβλημα για τον αντίπαλο.

Βέβαια δεν αρκούν παίκτες με ύψος και μεγάλα χέρια, πρέπει να ξέρουν και πως να τα χρησιμοποιήσουν προς όφελος τους. Το κύριο ερώτημα που προκύπτει όμως είναι, πώς μπορεί μια ομάδα να βρει αντίστοιχους παίκτες ώστε να κάνει πιο ρεαλιστικές τις προπονήσεις της και να προετοιμαστεί κατάλληλα απέναντι σε μια άμυνα σαν και αυτή του Syracuse; Δεν είναι εύκολο.

Έχοντας στη διάθεση της παίκτες που μπορούν να καλύψουν το χώρο χρησιμοποιώντας τα μεγάλα τους χέρια η ομάδα του Boeheim καταφέρνει να παρεμποδίζει πάσες σε διάφορα σημεία του παρκέ, στο high post (όπου οι περισσότερες επιθέσεις χρησιμοποιούν ως “ορμητήριο” απέναντι σε ζώνες), στο low post ή στις μεταφορές της μπάλας από πλευρά σε πλευρά (ball reversals).

Απέναντι στο Cuse κάθε πάσα αποτελεί ρίσκο, οι παίκτες χρησιμοποιούν άψογα τα χέρια και τα αθλητικά τους προσόντα με αποτέλεσμα να βρίσκονται “on-time” στους σούτερς της αντίπαλης ομάδας, όχι όμως στο release αλλά στο catch. Ο καλύτερος τρόπος άλλωστε για να παρεμποδίσεις ένα σουτ είναι να αποτρέψεις τον αντίπαλο από το να το επιχειρήσει. Να τον αναγκάσεις να βάλει τη μπάλα στο παρκέ ή να πασάρει, να του δώσεις δηλαδή μια επιλογή αρκετά χειρότερη από την καλύτερη δική του.

Οι δύο παίκτες που παίζουν μπροστά, Michael Carter – Williams και Brandon Triche, έχουν τη δύναμη, το ύψος και το μήκος ώστε να βάλουν το σώμα τους στα ball screens, να περάσουν από πάνω και να παρεμποδίσουν το σουτ από πίσω, ή να περάσουν κάτω από το screen και να βάλουν γρήγορα χέρι στη μπάλα.

Ταυτόχρονα έχουν την έκρηξη ώστε με γρήγορα πλάγια βήματα να βρεθούν στα φτερά, και στη συνέχεια να επιστρέψουν στο κέντρο και να αποτρέψουν τη διείσδυση. Μπορούν να ασκήσουν πίεση στη μπάλα μειώνοντας έτσι την ορατότητα του πασέρ (και αναγκάζοντας τον σε πάσα υπό κακή γωνία, άρα και πάσα μεγαλύτερου ρίσκου) είτε αποθαρρύνοντας τον από το να πασάρει.

Η πίσω τριάδα αποτελείται από τους C.J. Fair, Baye Keita/Rakeem Christmas (ο χρόνος μοιράζεται ανάμεσα σε αυτούς τους δύο) και James Southeland. Τα χέρια δεν σηκώνονται απλά, είναι κάθε στιγμή ενεργά και προσπαθούν να ενοχλήσουν τη ντρίμπλα και την πάσα. Τα deflections είναι ορατά σε κάθε φάση.

Απέναντι στην Ιντιάνα, μια εξαιρετική επιθετική ομάδα, κατέγραψα 33 deflections (κλεψίματα, τάπες, tip πάσες, χέρια στη μπάλα, 50/50 μπάλες) από τη βασική πεντάδα. Ο Fair είναι παίκτης που ενοχλεί, κανένας παίκτης δεν μπορεί να είναι άνετος όταν ο Fair βρίσκεται στο παρκέ. Είναι έτοιμος να βουτήξει για κάθε μπάλα και να έρθει από απίθανες γωνίες είτε για να τη κλέψει είτε για να δώσει block.

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τον Baye Keita, είναι ένας καλός help defender που θα έρθει από την αδύνατη πλευρά για να μπλοκάρει σουτ ενώ μπορεί να καλύψει με ταχύτητα και το high post αλλά και τη διείσδυση. Ακόμα και όταν οι αντίπαλοι guards τον περάσουν δεν θα πρέπει ποτέ να είναι ήσυχοι, θα τους ακολουθήσει και τότε το πιο πιθανό είναι η μπάλα να καταλήξει στην καλύτερη περίπτωση -για την επιτιθέμενη ομάδα- στους πάγκους ή στα πρώτα καθίσματα του γηπέδου.

Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή δεν πρόκειται για μια τυπική ζώνη. Συνδυάζει τα απαραίτητα φυσικά και αθλητικά προσόντα, καλή χημεία -η οποία βέβαια προκύπτει μέσα από πολλές ώρες προπόνησης, και γνώση των fundamentals της ζώνης.

Όταν όλα αυτά συνδυαστούν μαζί τότε πράγματι μπορεί να δημιουργηθεί ένα σύνολο που να αμύνεται συλλογικά σε πολύ υψηλό επίπεδο και να αναγκάζει καλές επιθετικές ομάδες σε “χαμηλές πτήσεις“. Για όλους τους παραπάνω λόγους το Syracuse αποτελεί τη δική μου επιλογή για την κατάκτηση του πρωταθλήματος!

Πηγή: theartofflopping.com