Η Εθνική ομάδα έκανε στο Βελιγράδι ένα αρκετά μέτριο παιχνίδι για το βεληνεκές του ρόστερ της. Ωστόσο, ακόμα και σε μια τέτοια βραδιά, ακόμα και αν ταξίδεψε στη σερβική πρωτεύουσα δίχως τους Γιώργο Παπαγιάννη και Ιωάννη Παπαπέτρου, ακόμα και αν είδε τους Κώστα Αντετοκούνμπο και Κώστα Σλούκα να μην κατορθώνουν να ολοκληρώσουν την αναμέτρηση εξαιτίας ενοχλήσεων, ακόμα και αν τέθηκε αντιμέτωπη με μια πιο γεμάτη και ενδεχομένως καλύτερη σ’ αυτή τη φάση του προ-Eurobasket καλοκαιριού ομάδα το γεγονός πως κατάφερε να διεκδικήσει ένα τέτοιο ματς επί ίσοις όροις μαρτυράει πολλά ευχάριστα συμπεράσματα για όσα γίνονται αλλά δε βλέπουμε στις τάξεις του συγκροτήματος του Δημήτρη Ιτούδη.

Ωστόσο, επειδή τα θετικά σχόλια δε βοηθούν κανέναν να εξελιχθεί, ας δούμε μερικές καταστάσεις που οφείλουν να αλλάξουν μέχρι και την επίσημη έναρξη του EuroBasket (2/9 για μας), καθώς ελλοχεύουν κινδύνες και δύσκολα αναστρέψιμες συνθήκες.

 

Σετ παιχνίδι

 

Η κύρια δυναμική της Ελλάδας δεν είναι άλλη από την αμυντική της υπόσταση και ποικιλία, με το συγκρότημα του Δημήτρη Ιτούδη -ειδικότερα με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο στο 5- να μοιάζει ενίοτε άτρωτο με την αθλητικότητα, το switchability και το μέγεθός του, στοιχεία που χαρίζουν πληθώρα δύσκολων σουτ στον αντίπαλο, σουτ που αν και έβαλαν χθες (25/8) οι Jokic και Jaramaz δόθηκαν υπό τρομερές για μας συνθήκες στον «εχθρό».

Ωστόσο, η επιθετική συγκομιδή μας στο σετ παιχνίδι παραμένει φτωχή, με το συνδυασμό απουσιών και μέτριου έως κάκιστου range να φθείρει σημαντικά την αποτελεσματικότητά μας και να αναγκάζει το επιτελείο του Δημήτρη Ιτούδη να προσπαθήσει να ενισχύσει ακόμα περισσότερο την κυριαρχία του στα μετόπισθεν μπας και βρει σκορ από εκει.

Συνολικά, η Επίσημη Αγαπημένη πέτυχε χθες 22 πόντους στο ανοιχτό γήπεδο (12 στο πρώτο ημίχρονο, 10 στο δεύτερο ημίχρονο), 21 πόντους από λάθη αντιπάλου (9 στο πρώτο ημίχρονο, 12 στο δεύτερο ημίχρονο) αλλά και 15 πόντους από δεύτερες ευκαιρίες (7 στο πρώτο ημίχρονο, 8 στο δεύτερο ημίχρονο).

Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Πως το 62% των συνολικών της πόντων έλαβε χώρα είτε μέσω της άμυνας είτε έπειτα από ριμπάουντ, την ίδια στιγμή που το εν λόγω ποσοστό εκτινάσσεται στο 69% αναφορικά μόνο με τα καλάθια.

Ουσιαστικά λοιπόν, σε 45 λεπτά αγώνα, η χώρα μας βρήκε μάξιμουμ 36 πόντους σε σετ παιχνίδι -ήτοι μόλις 0.8 ανά λεπτό.

Ακόμα και το σόου 40 πόντων του Greek Freak, πέραν των ελάχιστων εύκολων καλαθιών, επιτεύχθηκε με γρήγορη μετάβαση από την άμυνα στην επιθεση, που χάρισε στον κορυφαίο παίκτη στον κόσμο σε αντίστοιχες περιπτώσεις σωρεία σκοραρίσματος με τον τρόπο που επιθυμεί αλλά και που έχει συνηθίσει στους Bucks.

 

Τρίποντο

 

Το… αίωνιο πρόβλημα των Εθνικών ομάδων της χώρας μας δε θα μπορούσε φυσικά να λυθεί εν μία νυκτί και πιθανότατα θα μας απασχολήσει πολύ και στο επερχόμενο EuroBasket.

Χθες όμως, φάνηκε για πρώτη φορά σε πραγματικές συνθήκες αγώνα το έντονο πρόβλημά μας στο να γίνουμε Milwaukee, δηλαδή στο να χτυπήσουμε με το περιφερειακό σουτ τα νταμπλ και τριπλ τιμ πάνω στον Αντετοκούνμπο, που πολλάκις αναγκάστηκε ελέω «τοίχους» να βγάλει τη μπάλα έξω. Ο παραλήπτης όμως, βρήκε σπάνια στόχο.

Συνολικά η Ελλάδα έκλεισε το ντέρμπι με το στα χαρτιά θετικό πρόσημο του 34% σε 35 τρίποντα.

Αν αναλογιστεί κανείς όμως, το γεγονός πως σχεδόν όλα τους ήταν ελεύθερα, το ποσοστό αυτό αυτόματα μειώνεται όλο και περισσότερο -με τους Σέρβους και την τακτική του ρίσκου από μακρινή απόσταση χαρίζοντας σωρεία σουτ στους κακούς μας σουτέρ (3 ο Καλάθης, 7 ο Γιάννης, 5 ο Θανάσης).

Το θετικό ωστόσο, όσο και αν τα σουτ αυτά δεν ήταν τόσο μαρκαρισμένα πάντοτε, πως στα πιο σύγχρονα εξ αυτών -δηλαδή από τις 45 και τις γωνίες- τα πήγαμε αρκετά καλά με 10-23 τρίποντα (43% ευστοχία).

Η κορυφή παραμένει πρόβλημα, αλλά τόσο οι τάσεις των Καλάθη και Γιάννη από αυτό το σημείο την κάνουν να μοιάζει αποτελεσματικά χειρότερη από αυτό που είναι όντως. Το 6-21 ελεύθερα τρίποντα στο δεύτερο μέρος όμως, είναι κάτι πέρα από ανησυχητικό…

 

Αναλυτικά τα νούμερά μας ανά ζώνη:

  1. Γωνίες: 5-13
  2. 45: 5-10
  3. Κορυφή: 2-14

 

Άμυνα

 

Στα χαρτιά, η Ελλάδα δέχθηκε 100 πόντους από τους Σέρβους. Ήταν όμως, τόσο κακή στην άμυνά της δεδομένων των συγκυριών;

Μπορεί όλα να κρίνονται καλώς ή κακώς από το αποτέλεσμα, αλλά η αλήθεια είναι πως οι… μόλις 44 πόντοι των Σέρβων στην ρακέτα μας μοιάζουν ελάχιστοι συγκριτικά με τον όγκο που περίμεναν οι περισσότεροι κόντρα σε μια Ελλάδα με έναν σέντερ (Γιάννης).

Συνολικά, στο πρώτο ημίχρονο, οι γηπεδούχοι βρήκαν το 55% των πόντων τους στην ρακέτα μας (28/51), την ίδια στιγμή που κέρδισαν 10 φάουλ και πήγαν στη γραμμή των βολών τρεις διαφορετικές φορές.

Μετά την ανάπαυλα, το 55% έγινε 33% (16/49), τα φάουλ έγιναν από 10 6, ενώ οι βολές εκτοξεύθηκαν από τις 5 επιχειρούμενες στις 21 για πολλούς και διαφορετικούς λόγους.

Η Ελλάδα πάλεψε ακόμα και κόντρα στα ίδια της τα προβλήματα πολλές φορές και κατόρθωσε να κρατήσει τους Σέρβους στους 1.96 πόντους ανά λεπτό στο δεύτερο μέρος από τους 2.55 του πρώτου -μια μεγάλη πρόοδος που επήλθε χάρις στα χαμηλά μας σχήματα με τον Γιάννη σε ρόλο σέντερ, κάτι που γέννησε πιο ευέλικτες μορφές άμυνας και προσαρμογής στον αντίπαλο -ο οποίος την ίδια στιγμή έπεσε από τις 17 ασίστ σε 21 καλάθια (81% assisted) στη πενιχρή συγκομιδή των 4 ασίστ σε 15 καλάθια (27% assisted) στο δεύτερο ημίχρονο!

Αν μάλιστα, προσμετρηθούν και οι 22 πόντοι (από τους 50/το 44% δηλαδή) που βρήκαμε από την ενέργειά μας στα μετόπισθεν στο δεύτερο μέρος, τότε είναι πλέον ξεκάθαρο πως η φετινή φουρνιά… τρομάζει αμυντικά.