Η Εθνική μας ομάδα δεν τα κατάφερε κόντρα στην αντίστοιχη της Τσεχίας τα ξημερώματα της Δευτέρας (5 Ιουλίου) και διασύρθηκε χάνοντας μια τεράστια ευκαιρία -τη μεγαλύτερη της σύγχρονης ιστορίας της ενδεχομένως- για να βρεθεί σε Ολυμπιακούς Αγώνες για πρώτη φορά μετά από 13 ολόκληρα χρόνια.

 

 

 

Μπορεί το ταξίδι να τελείωσε απροσδόκητα άδοξα και επίπονα για το συγκρότημα του Rick Pitino, αλλά σίγουρα ο Αμερικανός τεχνικός μπορεί να αντλήσει πληθώρα θετικών στοιχείων που σε συνδυασμό με ένα πιο έμπειρο και ικανό ροστερ θα κάνουν θεωρητικά τη διαφορά στις επόμενες προσπάθειες, αφού ακόμα και μετά την αποχώρησή του, φαίνεται πως σφυρηλατήθηκε ένα… μη ελληνικό DNA που μπορεί να οδηγήσει ξανά στην κορυφή.

Ωστόσο, τίποτα δε δικαιολογεί τη χθεσινή αποκαρδιωτική εμφάνιση της Ελλάδας κόντρα στη Τσεχία των Satoransky και Vesely, και κυρίως για τους ίδιους τους αθλητές και το προπονητικό επιτελείο της ομάδας που είδαν τους κόπους τους να πετιούνται στο καλάθι των αχρήστων με το χείριστο και πιο βίαιο τρόπο…

Το basketblog.gr εμβαθύνει στην ήττα της Εθνικής και ξεχωρίζει τα 5 σημεία που επέφεραν μια ανεπανόρθωτη αποτυχία.

 

1) Η νωχελικότητα

 

Η ευστοχία, η δημιουργία και η εν γένει αποτελεσματικότητα είναι (και) θέμα μέρας και συνθηκών.

Ωστόσο, η παραχώρηση 4 επιθετικών ριμπάουντ στον αντίπαλο από βολές είναι κάτι που δεν πρέπει να λαμβάνει χώρα ποτέ!

Ουσιαστικά, η Frontline της χώρας μας παραχώρησε τη δυνατότητα στους Τσέχους να πετύχουν από το πουθενά 10 πόντους σε κρίσιμα σημεία, γεγονός που τους έδωσε το έναυσμα είτε να ξεφύγουν στο σκορ είτε να καλύψουν επιμέρους σκορ μας.

Συνολικά, οι νικητές μάζεψαν 11 επιθετικά ριμπάουντ έναντι 14 δικών μας αμυντικών, σε μια αναλογία που τους χάρισε τις συνθήκες να πετύχουν 15 πόντους εκτός σεναρίου.

 

2) Η έλλειψη pick n pop

 

Δυστυχώς, η εθνική έμοιαζε δίχως πλάνο και ουσία χθες, σαν να μην περίμενε καθόλου τον εν λόγω εχθρό σε ένα πιθανό match ups…

Σε κανένα σημείο του αγώνα, δεν επιλέχθηκε το pick n pop με τον Ντίνο Μήτογλου, τον μοναδικό ουσιαστικά “ψηλό” με ικανό range, κίνηση που θα μπορούσε τόσο να αναγκάσει τα βαριά κορμιά του εχθρού να ανοιχθούν στην περίμετρο είτε να παραχωρήσουν ελεύθερες όψεις σε έναν παίκτη που σούταρε με 43% μέχρι και τότε.

Έτσι, γίναμε έρμαιο των ορέξεων των Vesely, Auda και Balvin που έκλεισαν άφοβα το ζωγραφιστό με τον όγκο των σωμάτων τους, μειώνοντας έτσι και την ικανότητα slashing των Καλάθη και Σλούκα, με τον τελευταίο ειδικά να αναλώνεται σε σουτ -υπό κακές προϋποθέσεις τα περισσότερα- από το τρίποντο και το mid range.

 

 

 

 

3) Η “εύκολη” και η “βρώμικη” δουλειά

 

Όπως τονίζω σε σημείο γραφικότητας σε διάφορα συμπερασματικά άρθρα, οι εύκολοι πόντοι τείνουν να κρίνουν νίκες, σειρές, τίτλους.

Σε αυτόν τον αγώνα όμως, οι Τσέχοι δεν έκαναν μόνο τα εύκολα, αλλά και τα… βρώμικα!

  • Τσέχοι: 14 πόντοι από λάθη/ 16 πόντοι σε transition/ 15 πόντοι σε second chance καταστάσεις / +12 ριμπάουντ
  • Έλληνες: 22 πόντοι από λάθη/ 11 πόντοι σε transition/ 8 πόντοι σε second chance καταστάσεις/ -12 ριμπάουντ
  • Συνολική αποτίμηση: Η Τσεχία πέτυχε 5 παραπάνω πόντους (η διαφορά ήταν πολύ μεγαλύτερη πριν το garbage time), ήταν πολύ πιο κυνική στις δεύτερες ευκαιρίες της και λιγότερο επιπόλαια στα κεκτημένα της.

 

4) Η επιμονή στο ρίσκο τριπόντου

 

Προφανώς οι προπονητές είναι άνθρωποι που μπορούν να μελετήσουν καλύτερα ένα ματς, αλλά δε μπορώ να εξηγήσω την επιμονή ρίσκου του τεχνικού μας επιτελείου στο corner 3 των Τσέχων, το οποίο και απορρέει από τον υπερβολικό σεβασμό στον Satoransky με τα συνεχή denies, το high pressure και τα double teams.

Δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα που κρίνει μια επιλογή λογική, αλλά η προετοιμασία της.

Και το συνεχές ρίσκο σε έναν από τους καλύτερους σουτέρ των low budget ευρωπαϊκών διοργανώσεων (Bohacik) τη στιγμή που υπάρχουν γύρω του playmaker κάθε φύσης (Vesely, Sato, Balvin) oι οποίο διαβάζουν τα όποια σπασίματα της μπάλας σε 45 και γωνίες δεν είχε ιδιαίτερες προδιαγραφές…

 

 

 

5) Το… ζαλιστικό rotation

 

Προφανώς οι Σλούκας και Καλάθης δεν ήταν στην πρέπουσα κατάσταση που απαιτεί ένας τελικός με στόχο την Ολυμπιάδα.
Προφανώς η έλλειψη σουτέρ και η αρνητική τροπή του ματς δεν τους επέτρεψε να βρουν τους χώρους που θα αξιοποιούσαν υπό άλλες συνθήκες.

Προφανώς, προφανώς, προφανώς.

Ωστόσο, οι ολοσχερείς αλλαγές στα guards σίγουρα δε βοήθησαν ποτέ την εθνική να βρει σταθερότητα και ειρμό στο επιθετικό της τέμπο, το οποίο χωρίς την παρουσία των δύο κυρίων shot creators έμοιαζε γυμνό δημιουργικά, με τη μπάλα να κολλάει και να μπλέκει σε σκόρπια hand offs και εύκολα λάθη.

Η μη χρήση των δύο αυτών PGs έχει βαθύτερη πληγή για μια ομάδα όπως η Ελλάδα που δε διαθέτει άλλους playmakers, κάτι που έγινε φανερό στις πολλές φορές που δε διαβάστηκε το σωστό μοτίβο επίθεσης (miss matches, vision σε transition).