Ο Luke Walton, ένας από τους πιο έξυπνους παίκτες της πρώτης δεκαετίας της νέας χιλιετίας στο ΝΒΑ, εκκίνησε την προπονητική του καριέρα στο πλευρό του Steve Kerr στους Golden State Warriors, τους οποίους ο ίδιος είχε οδηγήσει σε μια τρομακτική εκκίνηση τη σεζόν 2015-16 (39-4) εν τη απουσία του θρυλικού head coach.
Και έτσι, ήρθαν αμέσως οι ευκαιρίες, με αρκετές ομάδες της λίγκας να τον προσεγγίζουν βλέποντας στο πρόσωπό του τον επόμενο μεγάλο τεχνικό του πρωταθλήματος, με τον ίδιο να επιλέγει πάντως τους αγαπημένους του Los Angeles Lakers -που μόλις είχαν αποχωριστεί τον Kobe Bryant.

Επομένως, το ρεκόρ τους δεν πρέπει να παίζει τόσο ρόλο, αφού ήταν υπό καθεστώς rebuilding, με το τελικό 26-56 να κλείνει μια μέτρια αλλά ενίοτε fun to watch πρώτη χρονιά και το 35-47 (καλύτερο ρεκόρ από το 2013) της δεύτερης να κλείνουν μια ενθουσιώδη διετία για το LA.

Και τότε αρχίζουν τα στραβά…
Παίρνοντας ένα αρκετά ασαφές ρόστερ από τον Magic Johnson, που είχε όμως και τον LeBron James, o Walton απέτυχε εκ του αποτελέσματος να ενώσει τα κομμάτια ενός παζλ παράτερου από τα γούστα του, με τους “Λιμνανθρώπους” όχι μόνο να μην φτάνουν στη Γη της Επαγγελίας του δαχτυλιδιού αλλά να μένουν εκτός Playoffs σε μια από τις πλέον τραγικές βάσει των απαιτήσεων σεζόν της ιστορίας τους.

Σε μια δεύτερη ματιά όμως, πόσο αποτυχημένη ήταν η θητεία του εκεί, έχοντας καλλιεργήσει μερικά από τα σπουδαιότερα Projects της φετινής σεζόν στο ΝΒΑ, όπως οι Julius Randle, Lonzo Ball, D’Angelo Russell, Kyle Kuzma, Brandon Ingram και Jordan Clarkson;

Όλοι τους μαγεύουν μακριά από την California, μακριά από το Χόλιγουντ.
Αλλά ο Walton ήταν αυτός που τους έδεσε τα φτερά στην πλάτη και το front office εκείνο που τους έσπρωξε στο γκρεμό, πριν καταφέρουν να πετάξουν.

Λίγες ημέρες μετά το επίσημο τέλος της σεζόν, απολύεται από τη διοίκηση της ομάδας, αλλά 3 μόλις μέρες μετά έχει ήδη βρει τον επόμενο σταθμό της καριέρας του, με τους Sacramento Kings, ένα project με πάρα πολλά prospects να καλωσορίζει έναν προπονητή που θεωρούσαν ότι είχε πολλά να δώσει.

Και έδωσε.
Απλά όχι τόσα όσα απαιτούσε ο πάντα winner Vivek Ranadivé, που ωστόσο ποτέ δε σχημάτισε ένα νικηφόρο σύνολο γύρω από τον LW.

Στα δύο πρώτα χρόνια του εκεί, οι “Βασιλιάδες” μοιάζουν ιδιαίτερα μέτριοι.
Δεν τρέχουν πολύ όπως επί Joerger, δεν είναι τόσο αποτελεσματικοί στην επίθεση, δεν παίζουν άμυνα.

Ωστόσο, σε ένα μπερδεμένο ρόστερ μεταξύ rebuilding και εν μέρει διεκδίκησης των Playoffs με αρκετούς βετεράνους, υπήρχαν και μερικά πολύ καλά στοιχεία του Walton, αφού με αυτόν στο πλευρό τους ο De’Aaron Fox παίζει σε επίπεδα All Star Game, ο Buddy Hield ξεπέρασε τη γκρίνια και την απαίτηση Trade εκτοξεύοντας την αυτοπεποίθησή του από την περίμετρο, ο Richaun Holmes από ένας τρίτος τη τάξει Center στις μέτριες φουρνιές των 76ers και των Suns έχει εξελιχθεί σε βασικότατο γρανάζι, οι Bogdan Bogdanovic και Nemanja Bjelica έχουν σταθεροποηθεί στο ΝΒΑ και αποτελούν σημαντικές φιγούρες σε Contending ομάδες.

Ο coach Walton τεχνικά είναι ένας μέτριος προπονητής, χωρίς πολλά adjustments, χωρίς μεγάλη επιρροή στον τρόπο παιχνιδιού, χωρίς φιλοσοφία.
Ουσιαστικά όμως, είναι ένας εξαιρετικός ψυχολόγος, που επιτρέπει στους παίκτες του να βρουν το 100% του playstyle τους χωρίς να στέκεται εμπόδιο ο ίδιος ή το σκορ -κάτι που τον κάνει έναν αξιέπαινο assistant.

Αν και λογικά φέτος δεν θα βρει άλλη δουλειά, του χρόνου είναι πολύ πιθανό να γεμίσει τον πάγκο κάποιας νεανικής ομάδας -θα ήθελα να τον δω σε Minnesota ή Atlanta– ως assistant, κάτι που μόνο καλό μπορεί να του κάνει, όπως στην περίπτωση του Jason Kidd.

Και για να απαντηθεί το ερώτημα, όχι, ο Luke Walton δεν είναι ο χειρότερος προπονητής στο ΝΒΑ.
Αλλά αν κοιτάξετε καθαρά, μπορεί να τον βρείτε στην πόλη που αφήνει πίσω του τώρα.