Ο μπασκετικός πλανήτης περιστρέφεται γύρω από το ΝΒΑ σε ένα μανδύα (και) άκριτης παγκοσμιοποίησης, όπως άλλωστε συμβαίνει και γενικότερα με κάθε λογής προϊόν που πηγάζει από τις ΗΠΑ.

Όλα αυτά είναι όμως, άκριτα. Δεν υπάρχει δηλαδή καλό spacing και κακή μουσική..
Ανήκουν όλα στο καλούπι της παγκοσμιοποίησης και κρίνονται ως αυτό που είναι, ως spacing και μουσική δηλαδή, και ο καθένας μπορεί να γίνει κοινωνός τους άμα επιθυμεί, χωρίς να πίεση και σκοτούρες.

Τα τελευταία χρόνια, έχει ξεσπάσει μια επανάσταση από τους παίκτες του ΝΒΑ, οι οποίοι αντιλήφθηκαν επιτέλους την πραγματική τους δύναμη.
Πλέον, δεν είναι απαραίτητο να περάσουν όλη τους την καριέρα στην ομάδα που τους επέλεξε στο Draft, αφού αντιλήφθηκαν ότι έχουν την ισχύ να πιέσουν τους εκάστοτε συλλόγους για να τους στείλουν στον προορισμό της αρεσκείας τους.

Ας αναλογιστούμε απλά πόσες πολλές ανταλλαγές έχουν απαιτηθεί από την απόφαση του Kevin Durant να μεταβεί (ως ελεύθερος) στους Golden State Warriors το 2016 και να σχηματίσει μαζί τους την κορυφαία ομάδα στον κόσμο από το 1998 και τους Chicago Bulls των Michael Jordan και Scottie Pippen.
Οι James Harden, Anthony Davis και Kyrie Irving είναι μόνο μερικοί από τους σταρς που άλλαξαν στρατόπεδο εν μία νυκτί, επειδή ένιωθαν πνιγμένοι στα άγρια νερά των αλλεπάλληλων ηττών ή της σκιάς καλύτερων παικτών στους μέχρι ότε οργανισμούς τους.

Όπως και όλα τα υπόλοιπα, έτσι και αυτή η νοοτροπία ήρθε -ευτυχώς- και στην Ευρώπη.
Πλέον, ο κάθε Mario Hezonja μπορεί να αδιαφορήσει για την κάθε Barcelona και να αφήσει την καρδιά του να αποφασίσει, ενώ ο κάθε Nikola Mirotic μπορεί να υπογραφεί με τον πιο τρανό αντίπαλο του συλλόγου που τον έφερε στην επιφάνεια.

Σταδιακά, τα παραδείγματα των Mike James και Thomas Heurtel εκλείπουν, όπως άλλωστε και η νοοτροπία προπονητών παλαιάς κοπής, που αντιμετωπίζει τους παίκτες σαν σάκο του μποξ, ξεχνώντας ότι είναι ένα άθλημα για παιδιά και ότι οι κοινωνοί του κερδίζουν την αιώνια νεότητα στην καρδιά και το μυαλό τους.

Στην ατμόσφαιρα ΝΒΑ που κυριαρχεί πια και στην Ήπειρό μας λοιπόν, ο Gabriel Deck -με τα playoffs της EuroLeague να πλησιάζουν- αποφάσισε να παρατήσει εμβρόντητα την Real Madrid -μια ομάδα που τον έφερε στο προσκήνιο μετά από 8 χρόνια στην πατρίδα του, την Αργεντινή– για να παίξει στο ΝΒΑ με τους Oklahoma City Thunder, οι οποίοι έχουν ακόμα μόλις 20 αγώνες διαθέσιμους φέτος, αφού δεν θα καταφέρουν να δώσουν το «παρών» στα ετήσια playoffs.

Είναι απαράμιλλο δικαίωμά του να το κάνει και εννοείται πως ουδείς δε θα μπορούσε να του το στερήσει. Όπως άλλωστε δε μπορούσε να το κάνει και με τον Κevin Durant ή τον Nikola Mirotic.

Αλλά -ευτυχώς ή δυστυχώς- η ασέβεια δεν αντιμετωπίζεται με νοιάξη και συμπόνια.

Όταν κάποιος απαξιώνει μια ολόκληρη ομάδα και τόσους ανθρώπους για 20 αγώνες (θα είναι πολύ λιγότεροι/προσαρμογή, garbage time κλπ), αυτό ίσως μαρτυράει πολλά για το ποιόν του ως άνθρωπος και ως συνάνθρωπος.

Υπάρχουν φίλοι που δε βγαίνουν τόσο συχνά ή δεν πηγαίνουν στα μέρη που θες.
Μπορείς να τους βάλεις στον πάγο, εννοείται, για να κάνεις αυτό που γουστάρεις.
Αλλά μπαίνεις αυτόματα και εσύ στον πάγο της όποιας ηθικής έχει απομείνει σε έναν ωχαδελφιστικό κόσμο που λούζεται καθημερινά με το σαμπουάν του εγωισμού και της αλαζονείας.

Ταυτόχρονα, πριν από λίγες ώρες, και ο Vasilije Micic έκλεισε στο ΝΒΑ.
Και στην ίδια ομάδα μάλιστα, τους Thunder.
Έχει ομάδα στην Ευρώπη, έχει επερχόμενα playoffs εδώ, έχει 20 αγώνες εκεί.

Έχει ουσιαστικά, τα ίδια δεδομένα με τον Deck.

Αμφότεροι είχαν το ίδιο σενάριο από την παραγωγή των Oklahoma City Thunder, και μια λευκή σελίδα στο τέλος του, για να τη γεμίσουν όπως θέλουν.
Και κάπως έτσι, γεννιέται η απληστία.
Μα και κάπως έτσι, γεννιέται και η αγάπη.

Ο Micic προτίμησε όμως, να μείνει.
Όχι γιατί είναι η πιο λογική επιλογή, αλλά γιατί είναι η πιο όμορφη, η πιο ανθρώπινη, η πιο δύσκολη.

Είναι θαρραλέο να εκτιμάς και να ευχαριστείς όσους σε στήριξαν στα δύσκολά σου.
Και ο Micic πέρασε πολύ δύσκολα πριν τον αναγάγει στον απόλυτο πρωταγωνιστή ο Ataman πριν από 2 χρόνια, που μεταμορφώθηκε σε προπονητή, ψυχολόγο και μητέρα του Σέρβου όταν έχασε τη δική του το καλοκαίρι του 2019.

Δεν πήγε στο ΝΒΑ γιατί σκέφτηκε τους 20 μόνο αγώνες.
Δεν πήγε στο ΝΒΑ γιατί σκέφτηκε τους αγώνες που έχει δώσει με την Efes, γιατί σκέφτηκε πως θα πλήγωνε μια ομάδα που τον βοήθησε, γιατί σκέφτηκε πως η περσινή στέρηση του τροπαίου από την πανδημία αξίζει φέτος να διαγραφεί στο Final Four.

Ζούμε σε έναν κόσμο γεμάτο Deck. Ας επιλέξουμε κάποτε να γίνουμε Micic.

Και όχι επειδή είναι καλύτερος παίκτης και πιο επιδραστικός για την αρμάδα του. Αυτό είναι αδιάφορο στην εν λόγω περίπτωση.
Αλλά γιατί είναι άνθρωπος και συνάνθρωπος, δεν έχει κοντή μνήμη και του αρέσει να τιμάει αυτούς που τον τιμούν.