O Lonzo Ball γεννήθηκε στο Anaheim της California, μια γειτονιά όπου κυριαρχεί κυρίως το baseball και το football, με τα παιδιά κάθε ηλικίας να έχουν το μπάσκετ σε δεύτερη μοίρα αυτόματα.

Αυτό δεν εμπόδισε όμως, τον μεγαλύτερο γιο της οικογένειας Ball να αφήσει τα εν λόγω αθλήματα και τα αγαπημένα του πατέρα του, LaVar, και να στραφεί σε ένα σπορ που μέχρι και τότε ήταν σταθερά το νούμερο 3 στις ΗΠΑ, παρά τη διάνθιση του ΝΒΑ και της viral προβολής του μέσω των super teams, που έδιναν και έπαιρναν.

Επειδή όμως, το Anaheim δεν ήταν το κατάλληλο μέρος για να μετατρέψει τον έρωτά του για το μπάσκετ σε παντοτινή αγάπη, θα έπρεπε να γαλουχηθεί αλλού.

Σε άλλες πλατείες.
Σε άλλα γήπεδα.
Σε άλλες μπασκέτες.

Έτσι, όταν ήταν ακόμα πολύ μικρός, αυτός και η παρέα του κατηφόριζαν με τα ποδήλατά τους για το Compton, την… Νέα Υόρκη μπασκετικά της California, που έχει βγάλει κατά καιρούς σπουδαίους παίκτες, όπως ο James Harden, o Baron Davis και ο Tyson Chandler.

Σε αυτό το ταπεινό πληθυσμιακά προάστιο λοιπόν (μόλις 90.000 κάτοικοι), ο Lonzo ξεκίνησε να καλλιεργείται και να παίζει μοναάκια επί μονακίων, να σουτάρει, να ιδρώνει, να αλλάζει και να ιδρώνει ξανά.

 

 

Όπως όλοι ξέρουμε από τη… θητεία μας στα ανοιχτά γήπεδα των πόλεών μας, ένας παίκτης που θαυμάζουμε αθεράπευτα είναι μονίμως στο νου μας όταν παίζουμε, και προσπαθούμε να αντιγράφουμε τις κινήσεις του προσποιούμενοι ότι είμαστε εκείνος.

Οι παλιοί έβγαζαν τη γλώσσα έξω όπως ο Jordan.
Οι νεότεροι σήκωναν το πόδι ψηλά σαν χορεύτριες μπαλέτου όπως ο Kobe.

Στο Compton υπήρχε μόνο ένα ίνδαλμα.
Ο DeMar DeRozan.

 

 

O DeMar ήταν πάντα το καμάρι της γειτονιάς.

Σταθερά τρομερός στο ΝΒΑ.
Σταθερά All Star.
Σταθερά αυθεντικός, ακόμα και αν αυτό πείραζε πολλούς δήθεν, που τα έβρισκαν σκούρα με το ότι περνούσε δύσκολα.

Μια φανέλα με ένα κατακόκκινο 10 και το Toronto στη σάρκα της ήταν must στο Compton.

Όλοι ήθελαν να γίνουν σαν τον DeMar.

Μπορεί να μην είναι τόσο ποιοτικός όσο ο Harden, αλλά το γεγονός πως ένας δικός τους άνθρωπος φωνάζει όπου βρεθεί και όπου σταθεί με περηφάνια την καταγωγή του κερδίζει ακόμα και σήμερα νέους οπαδούς για τον Deebo, με όλη την περιφέρεια να τον πιέζει κάθε χρονιά να γυρίσει στο αγαπημένο του LA, ώστε να μπορούν να τον παρακολουθήσουν από κοντά μετά από τόσο χρόνια.

Ο Lonzo, όπως και πολλοί ακόμα, δεν είχε ποτέ την τύχη να δει τον DeRozan να παίζει στα ανοιχτά γήπεδα του της παραλίας του Boulevard.

Δεν είχε ποτέ την τύχη να τον αντιμετωπίσει σε ένα από αυτά, να τον κοιτάξει στα μάτια, και να βάλει έπειτα τα δυνατά του για να κρατήσει ζωντανό το καλάθι του.

Ωστόσο, την έχει τώρα.
Τόσα χρόνια μετά.

 

 

 

Με το που έμαθα πως ήρθε στους Bulls, τον πήρα αμέσως τηλέφωνο.

Είναι θρύλος στο Compton του LA και μεγάλωσα βλέποντάς τον να παίζει στο ΝΒΑ“.

 

Έτσι, μετά από μια δεκαετία, ένα παιδί θα είναι συμπαίκτης με το παιδικό είδωλο της μπασκετικής του γενέτειρας, και θα μπορεί πλέον να τον σκουντήξει φιλικά στην πλάτη σε μια προπόνηση, να του πετάξει με δύναμη τη πορτοκαλί μπάλα στο στήθος ενώ τον κοιτάει με το πιο γαλήνιο άγριο βλέμμα.

Και όσο ένα παιδί που αφιέρωνε 40 λεπτά για να πάει από το σπίτι του με το ταπεινό ποδήλατό του σε ένα γήπεδο απλά για να παίξει στον ίδιο χώρο που ήκμασε το ίνδαλμα μιας ολόκληρης πόλης καταφέρνει να είναι συμπαίκτης με αυτόν, τότε όλα τα κείμενα περί αταίριαστων ρόλων στους φετινούς Bulls καλά θα κάνουν να σταματήσουν, έστω και για λίγες στιγμές.

Γιατί το μπάσκετ προέχει μόνο όταν δεν υπάρχει η φιλία, το ενδιαφέρον, η αδικία.

Όταν υπάρχουν αυτά και άλλα περισσότερα, τότε κάνει ένα βήμα προς τα πίσω.
Μαζί του και όλη η αρνητική ενέργεια και το σκοτάδι.