1.80 μέτρα. Undrafted. 28 ετών.
6 διαφορετικές χώρες. 3 διαφορετικοί ήπειροι.
Σχεδόν 5 χρόνια μακριά από την πατρίδα, πόσο μάλλον από το απατηλό όνειρο μιας νύκτας που αντί για θερινή θύμιζε μάχη συννέφων στο γεμάτο ταραχή ουρανό.

Και όμως, μετά από τόσα εμπόδια, ο Keifer Sykes κατάφερε επιτέλους να βρεθεί στο ΝΒΑ!

Γεννημένος στο πάντοτε σκληροτράχηλο Chicago όντας ο μικρότερος γιος μιας οικογένειας 7 παιδιών, ο Keifer διάλεξε πολύ σύντομα το μπάσκετ και τον αθλητισμό από τους γεμάτους αίμα και ναρκωτικά δρόμους μιας πόλης που είναι πρόθυμη να σε φάει αν δεν τη φας πρώτος.

Η αρχή εύκολη σε σχέση με αυτό που θα ακολουθούσε, με το πολύ χαμηλότερο των δυνατοτήτων του επίπεδο σε High School και NCAA να τον αναγκάζει να γράφει πάντοτε λαμπερά νούμερα και ουσία στις εκάστοτε ομάδες του, κάτι που έχτισε μέσα του την αυτοπεποίθηση πως θα μπορούσε να παίξει σύντομα στο ΝΒΑ.
Ωστόσο, τίποτα δεν θα πήγαινε καλά μετά από αυτήν τη σκέψη…

Όπως συμβαίνει σε παίκτες αντίστοιχου καλουπιού με το δικό του (βραχύσωμος, μέτριος σουτέρ και αμυντικός, 22 ετών), οι ομάδες του ΝΒΑ δεν θα έπαιρναν ποτέ το ρίσκο να τον επιλέξουν ακόμα και με ένα πολύ χαμηλό pick στο Draft, με τον ίδιο να προσπαθεί μέσω μερικώς εγγυημένων συμβολαίων σε Cavaliers και Spurs να κερδίσει μια δεύτερη ευκαιρία.
Κάτι που όμως, δεν ευοδώθηκε ποτέ, με τον Sykes να αποφασίζει εν μία νυκτί να αφήσει τις ΗΠΑ και ό,τι είχε εκεί προκειμένου να βγάλει χρήματα από το άθλημα που αγαπούσε να τον πληγώνει.

Τι άφησε πίσω;

Μια μητέρα μόνη μετά τον θάνατο του άνδρα της, πατέρα του Keifer, από καρδιακό επεισόδιο αλλά και ένα γιο 6 ετών.

Όλα αυτά για ένα όνειρο και μια φωτιά, έτοιμη να κάψει τα πάντα στο διάβα της σε περίπτωση αποτυχίας.

Πέρασε από Βόρεια Κορέα, Τουρκία, Ιταλία, Ελλάδα (ένα πέρασμα 4 αγώνων από τον Παναθηναϊκό) και Αυστραλία πριν επιστρέψει στις ΗΠΑ για την περσινή «φούσκα» της G- League με τη θυγατρική ομάδα των Indiana Pacers, των Fort Wayne Mad Ants, στο βωμό ενός συνεχούς κυνηγιού χωρίς να γνωρίζει καν αν υπάρχει θήραμα.

 

 

 

Ακόμα και μετά το bubble της G-League όμως, δεν είχε καμία αυτοπεποίθηση, κάτι που αποτυπώνεται πλήρως και από το γεγονός πως από το 2016 μέχρι το 2019 εμφανίστηκε μόλις σε ένα Summer League, με κάθε μια του επιστροφή στην πατρίδα να του υποδηλώνει τρανταχτά πως δεν έχει καμία θέση ανάμεσα στους κορυφαίους.
Ωστόσο, όλα αυτά θα άλλαζαν σε ένα ερασιτεχνικό τουρνουά, το ΤΒΤ, το περασμένο καλοκαίρι.

Τότε, στο μεγάλο τελικό του πλέον σύγχρονου μπασκετικού τουρνουά της χώρας και με την ομάδα του να χρειάζεται 3 πόντους για να προλάβει να σφραγίσει το έπαθλο του 1.000.000 δολαρίων (!), εκμεταλλεύεται την απροσεξία του αμυντικού του και πετυχαίνει ένα από τα πιο πορωτικά σουτ από καταβολάς μπάσκετ, με ένα ολόκληρο γήπεδο να σείεται στους ρυθμούς ενός κοντού τύπου με αβέβαιο μέλλον.

Εκείνες τις στιγμές, το παρόν ήταν ό,τι πολυτιμότερο είχε.
Και τέτοια αξία θα είχε και τις επόμενες.

 

 

 

Καλοκαίρι. Νύχτα.
Ο Keifer πηγαινοέρχεται στο παιδικό του δωμάτιο στο πατρικό του σπίτι στο Chicago, κρατώντας όσο πιο σφιχτά γινόταν το κινητό του στο χέρι ενόσω η νεογέννητη κόρη του τον κοίταζε με γουρλωμένα μάτια προσπαθώντας να καταλάβει τι γίνεται.

Οι Pacers τον ήθελαν στη Summer League του Las Vegas, ένα σενάριο που είχε διαβάσει και εκτελέσει στην εντέλεια ήδη τόσες φορές που δεν ήταν απλός πιλότος αλλά season finale.

Να πάει και να κινδυνεύσει να απογοητευτεί ξανά;
Ή να κυνηγήσει ένα πιο σίγουρο μέλλον στην Ευρώπη και τον κόσμο;

Το σκέφτηκε λίγο ακόμα και έπεσε για ύπνο.
Ήταν πια αργά.

Το επόμενο πρωί πετούσε για την Indianapolis για να βρεθεί με τους ανθρώπους της ομάδας. Δεν θα έφευγε πια, ήταν εδώ, έτοιμος να παλέψει με ό,τι θηρίο ξεπεταχθεί στο διάβα του.

Στη Nevada, θα κέρδιζε με το σπαθί του μια θέση στα training camps του οργανισμού -κάπου όπου δεν είχε φτάσει ποτέ μέχρι τότε.
Στη Nevada, θα έφτιαχνε το καλύτερο δώρο γενεθλίων για τον εαυτό του και θα γινόταν ξανά παιδί -έστω και για λίγο.

27 Δεκεμβρίου 2021 -3 ημέρες πριν από τα 29α γενέθλιά του.
Το ΝΒΑ και οι Pacers πνίγονται στον κορονοϊό και τις απουσίες, με πολλούς παίκτες που υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχαν καμία τύχη επιλογής να παίρνουν μια ευκαιρία στην κορυφαία λίγκα.

Ο Sykes δεν το κούνησε ποτέ από την πόλη, σαν να ήξερε τι επιφυλάσσει το μέλλον.

Το τηλέφωνο ξαφνικά χτυπάει.

Στη μια άκρη της γραμμής είναι το front office των Pacers, στην άλλη ο Keifer και τα πολλά δάκρυά του.

Επιτέλους, τα είχε καταφέρει!
Κόντρα σε όλους, κόντρα σε όλα, κόντρα ακόμα στον ίδιο του τον εαυτό, που έκανε κτήμα του όλα τα αρνητικά σχόλια που άκουγε από εδώ και από εκεί με τα χρόνια.

Ήταν νέος και «γέρασε».
Αλλά 6 χρόνια μετά, ήταν καβάλα στα παιδικά του όνειρα και ίππευε μαζί τους στις πεδιάδες της χαράς και της αιώνιας μάχης.

Ένα μήνα μετά, είναι ένας από τους κορυφαίους παίκτες της Indiana (6ος σε Offensive Rating, 3oς σε Defensive Rating, 3oς σε Net Rating/ 8ος σε λεπτά τον Ιανουάριο) και έχει τρομακτική συμβολή στους αγώνες της.

Επιρροή τόσο μεγάλη όπως αυτή της περασμένης εβδομάδας κόντρα στους Golden State Warriors, όταν ο πρώην παίκτης του Παναθηναϊκού πέτυχε τους 5 από τους 10 πόντους του στην παράταση (όλοι από την 4η περίοδο και μετά), ενώ ήταν παράλληλα ο 2ος καλύτερος παίκτης στο Net Rating σε 4η περίοδο (+31) και παράταση (+47) απέναντι σε μια γεμάτη περιφέρεια, τον ηγέτη της οποίας, τον Stephen Curry, φρέναρε με την πιεστική, σχεδόν λυσσαλέα, του άμυνα.

  • Stephen Curry όταν δεν τον μάρκαρε ο Sykes: 10-17 σουτ (59% ευστοχία), 6-13 τρίποντα (46% ευστοχία), 0 λάθη σε 38 λεπτά
  • Stephen Curry όταν τον μάρκαρε ο Sykes: 2-7 σουτ (29% ευστοχία), 0-3 τρίποντα, 2 λάθη σε 6 λεπτά (34 κατοχές)

Δεν θα γίνει ποτέ All Star, δεν θα γίνει ποτέ πρώτος πρωταγωνιστής, δεν θα μπει ποτέ σε κάποια κορυφαία πεντάδα της λίγκας.

Ας είναι.

Ο Keifer Sykes πέτυχε κάτι πολύ πιο σημαντικό, να απαντήσει στο ερώτημα του αν αξίζει πραγματικά η δεύτερη ευκαιρία.
Και από φιλοσοφικής άποψης, είναι ήδη νικητής!