Η αγάπη του για και η αφοσίωσή του στο αμερικανικό μπάσκετμπολ τον κρατά μακριά από την πατρίδα του κάθε χειμώνα. Ο Σταν Σπίρου, όμως, έρχεται στην Ελλάδα κάθε καλοκαίρι. Η φετινή επίσκεψη, ωστόσο, δεν έχει να κάνει μόνο με ρίζες, με διακοπές ή με αναμνήσεις. Αλλά και το λατρεμένο του άθλημα. Ο Ελληνο-Αμερικανός τεχνικός του πανεπιστήμιου Σάουθερν Νιου Χάμσιρ βρίσκεται ήδη στην Αθήνα για μία σειρά φιλικών στην πρωτεύουσα, στα Τρίκαλα και την Θεσσαλονίκη, και την Τρίτη (23/6) είχε μία πρώτη συνάντηση με τα ελληνικά Μ.Μ.Ε. στην Ελληνοαμερικανική Ένωση. Όμως η βόλτα στα μέρη του δεν έχει να κάνει μόνο με την πρόθεσή του «να φέρουμε το κολεγιακό μπάσκετμπολ στον κόσμο της Ελλάδας». Ο επί 30 διαδοχικά χρόνια κόουτς των Penmen, προπονητής-θρύλος στην Division ΙΙ του NCAA, δήλωσε περήφανος για την ελληνική καταγωγή του «από το καλύτερο χωριό που υπάρχει στην Ελλάδα, την Πορτή κοντά στο Μουζάκι Καρδίτσας», όπως είπε χαρακτηριστικά και παρά την κούραση από το πολύωρο ταξίδι, απάντησε ευγενικά σε κάθε ερώτηση. Πλάι στον 3ετή φόργουορντ της ομάδας του, Κώστα Μανταλβάνο, πρώην παίκτη του Αμαρουσίου και τον παλαίμαχο φόργουορντ Τάκη Καρατζουλίδη, που με την εταιρεία «Νew Academies System» αναλαμβάνει να προετοιμάσει παιδιά που θέλουν να σπουδάσουν και παίξουν στην Αμερική.

Ο κ. Σπίρου τόνισε αρχικά πως «έφυγα από τη χώρα για την Αμερική όταν ήμουν 9 ετών. Τότε, το 1960, δεν περνούσε καν από το μυαλό μου ότι θα ασχοληθώ με το μπάσκετμπολ. Το άθλημα ήταν ανύπαρκτο στην Ελλάδα και είχα μεγαλώσει με ποδόσφαιρο. Αλλά ενώ τα αδέρφια μου, που ήταν μεγαλύτερα από εμένα, δούλευαν, εμένα μου έκανε παρέα η μπάλα του μπάσκετ. Πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Ερωτεύτηκα το άθλημα και να είμαστε τώρα εδώ, πάρα πολλά χρόνια μετά, να το συζητάμε. Θυμάμαι που με τον αδερφό μου Χρήστο, νυν πρόεδρο της Ελληνοαμερικανικής Ένωση, δουλεύαμε στο καφενείο για να ξεκουράζουμε τον πατέρα μας. Εγώ όμως είχα τη μπάλα πάντα μαζί μου και τον θυμάμαι να μου λέει: ”Πώς θα προκόψει κανείς με μία μπάλα στα χέρια;”! Μέσα από το μπάσκετμπολ, όμως, ταξίδεψα σε όλο τον κόσμο και μαζί με το SNHU έχουμε φτάσει και μέχρι τη Κίνα. Χαίρομαι ιδιαίτερα που επέστρεψα στη πατρίδα μου. Ήμουν από φτωχή οικογένεια αλλά είχα πάντοτε στο πλευρό μου τη στήριξή της και αυτό με βοήθησε για να φτάσω στο σημείο που είμαι πλέον. Έχω στενούς δεσμούς με την Ελλάδα από το 1985 και μετά που έρχομαι τακτικά. Από τότε μέχρι και τώρα, είδα το μπάσκετμπολ να εξελίσσεται στην Ελλάδα και από τα νηπιακά του βήματα να φτάνει στο σημείο που είναι σήμερα. Να είναι ένα από τα κορυφαία πρωταθλήματα της Ευρώπης. Είναι ιδιαίτερο το συναίσθημα να βλέπεις Ελληνες αθλητές να αγωνίζονται στο ΝΒΑ. Είμαι πολύ περήφανος. Όπως είμαι περήφανος και για τους Έλληνες που έχουν κατά καιρούς, αγωνιστεί με τη φανέλα των Penmen, όπως ο Σωτήρης Καραποστόλου που παίζει στην Α1»

Ο τεχνικός του Σάουθερν Νιου Χάμσιρ ανέλυσε τις βασικές διαφορές του αμερικανικού και του ευρωπαϊκού μπάσκετμπολ, λέγοντας ότι «υπάρχουν διαφορές. Θυμάμαι ότι παλιότερα ερχόμουν στην Ελλάδα για να διδαχθώ από Γιουγκοσλάβους προπονητές τα μυστικά του μπάσκετμπολ, όπως τα πρωτόμαθα στις Η.Π.Α.. Τώρα το παιχνίδι έχει αλλάξει πολύ. Είναι περισσότερο ντρίπλα και καρφώματα και έχουμε ξεχάσει τα βασικά. Γι’ αυτό και απολαμβάνω το τρόπο που παίζουν οι Ευρωπαίοι, με πάσες, ντρίπλες, διεισδύσεις. Αυτό αποτελεί θέμα συζήτησης μας στις Η.Π.Α., καθώς πλέον, τα νέα παιδιά απλά παίζουν μπάσκετ αλλά δεν δουλεύουν πάνω σε αυτό. Τα βασικά τα έχουμε ξεχάσει, σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους. Όμως, είναι τόσο μεγάλο το ταλέντο των Αμερικανών που δεν αφήνει το πρόβλημα να γίνει ορατό. Λέω πάντα ότι όταν πασάρει κάποιος στον Κώστα (σ.σ. Μανταλβάνο),αν δεν είναι καλή η πάσα, δεν πρόκειται να καρφώσει. Όποια πάσα όμως και αν ρίξεις στον Κόμπι Μπράιαντ, όμως, ακόμη και αν αυτή πάει στην… οροφή, θα την πιάσει και θα καρφώσει! Σε ότι αφορά τα θεμελιώδη λοιπόν, στις Η.Π.Α. έχουμε χάσει πολλά σε σχέση με όσα είχαμε πριν σαράντα χρόνια αλλά το ταλέντο το υπερκαλύπτει».

Η εμπειρία του από την θητεία του στο SNHU του δίνει την δυνατότητα να σχολιάσει το «πού πάει πλέον το μπάσκετμπολ;» και απαντώντας στην ερώτηση του basketblog.gr για το «αν το μπάσκετμπολ είναι πλέον άθλημα των ψηλών ή των κοντών», σχολίασε πως «πιστεύω ακράδαντα ότι τώρα, το μπάσκετ είναι άθλημα των κοντών. Είμαι φανατικός υποστηρικτής ότι νικάς με τους γκαρντ. Παλιότερα, όταν έπαιζε ο Τάκης (σ.σ. Καρατζουλίδης), αν είχες ένα καλό σέντερ και έβαζες τη μπάλα μέσα στη ρακέτα, κέρδιζες και το ματς. Πλέον, για να νικήσεις, χρειάζεσαι πέντε παίκτες που να χειρίζονται καλά τη μπάλα. Τέσσερις μέσα και έναν έξω. Στην Ευρώπη, αυτό το έκανε ο Σαμπόνις. Ένας από τους κορυφαίους! Ο Σακίλ Ο’ Νιλ δεν μπορούσε να σε κάνει καλύτερο παίκτη, αλλά έκανε την ομάδα καλύτερη. Ο Μάικλ Τζόρνταν, μπορούσε να πάρει και μας από δω αλλά δεν θα μας έκανε καλύτερους, απλά θα τον βλέπαμε να απογειώνεται και να πετάει η ομάδα του. Αυτή είναι η ομορφιά του Σαμπόνις, του Κούκοτς, του Ντίβατς. Ήταν ψηλοί με απίστευτες ικανότητες κοντού. Το Γκόλντεν Στέιτ πήρε φέτος το πρωτάθλημα στο ΝΒΑ εξαιτίας των γκαρντ του. Πέρυσι οι Σαν Αντόνιο Σπερς και ο κόουτς Πόποβιτς κατέκτησαν τον τίτλο όταν ο Ντιό μπήκε στην 5αδα αντί του 2,17μ. Σπλίτερ. Συνεπώς, προτιμώ να έχω μια πλειάδα καλών γκαρντ από ότι έναν ποιοτικό ψηλό. Το μπάσκετ είναι άθλημα του ”εμείς” και όχι του ”εγώ”. Το ”εμείς” κερδίζει παιχνίδια, το ”εγώ” σε οδηγεί σε ήττα»….

Η κουβέντα ήταν λογικό να φτάσει κάποια στιγμή και γύρω από τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, για τον οποίο ο κόουτς Σπίρου τόνισε πως «παίζει περισσότερο ως Αμερικανός, παρά ως Ευρωπαίος. Πρέπει τόσο αμυντικά, όσο και επιθετικά να δουλέψει πάνω στα βασικά. Αλλά το ταλέντο του είναι τόσο αστείρευτο που ”τη… γλιτώνει” γιατί και πάσα στο… βουνό να του κάνουν, θα την πιάσει και θα καρφώσει με το ένα χέρι!!!». Ως τεχνικός του NCAA, ο Ελληνοαμερικανός τεχνικός ρωτήθηκε από το basketblog.gr για τον κανονισμό «one-n-done» του κολεγιακού πρωταθλήματος, που υποχρεώνει έναν παίκτη να φοιτήσει μία σεζόν σε πανεπιστήμιο και στη συνέχεια να δοκιμάσει την τύχη του στο ΝΒΑ. Ο κ. Σπίρου αποκρίθηκε ότι «είμαι και κατά και υπέρ… Αρχικά γιατί ποιος είμαι εγώ που θα πω σε κάποιο παιδί από μειονότητα, ή ακόμη και φτωχό λευκό Αμερικανό, όταν του δίνεται ένα συμβόλαιο 3.000.000 δολαρίων για να πάει στο ΝΒΑ, να μην διακόψει τις σπουδές του και να παραμείνει για τέσσερα χρόνια στο πανεπιστήμιο; Εσάς αν σας πρόσφεραν συμβόλαιο στους New York Times για 5.000.000 δολάρια το χρόνο, θα μένατε εδώ; Από την άλλη, έχω πολλούς φίλους στο ΝΒΑ που μου έχουν πει, ότι ακόμη και αν ένας παίκτης πάει ανέτοιμος στη Λίγκα, έχουμε ότι χρειάζεται από έμψυχο υλικό και υποδομές, για να τον κάνουμε αυτό που θέλουμε μέσα σε δύο χρόνια. Αντί να περιμένουμε να αποφοιτήσει σε τέσσερα. Αν ο Γιάννης Αντετοκούνμπο ερχόταν στο πανεπιστήμιο για τέσσερα χρόνια, δεν θα γινόταν καλύτερος».

Ο Σταν Σπίρου επισήμανε πως είχε μόνο έναν παίκτη στο SNHU που να είχε τα φόντα για το ΝΒΑ, «και τον έλεγαν Ουέιν Ρόμπινσον από τον Καναδά. Όμως λόγω του φόβου του να πετά με το αεροπλάνο, δεν έκανε ποτέ κάτι». . Στο δίλημμα Σιζέφσκι ή Καλιπάρι δήλωσε… μοιρασμένος «Είναι και οι δυο φίλοι μου και πολυ διαφορετικοί ως προπονητές. Ο πρώτος είναι καλύτερος στην επιλογή παικτών ενώ ο Σιζέφσκι ξέρει πως να πάρει πέντε από μας και να μας κάνει σούπερ ομάδα. Ο Καλιπάρι, θα χρειαζόταν να επιλέξει και τον Καρατζουλίδη μαζί με εμάς τους τέσσερις!». Ο κόουτς Σπίρου κάθεται στον πάγκο των Penmen από το 1985 και όλο αυτό το διάστημα δεν σκέφτηκε ποτέ να αφήσει τις Η.Π.Α. για την Ευρώπη. Εξηγώντας ότι «πριν χρόνια που το μπάσκετμπολ έδινε πολλά χρήματα, μου έλεγαν ”σε θέλουν στην Ελλάδα αλλά θα πληρωθείς του… χρόνου. Ή δεν θα βγάλεις τη σεζόν λόγω του έντονου χαρακτήρα σου. Δεν θα επιβιώσεις”. Αν ο Σιζέφσκι ξεκινούσε τη καριέρα του στην Ελλάδα, στα δύο πρώτα χρόνια θα τον είχαν διώξει! Σε αυτό το διάστημα δεν κέρδιζε παιχνίδια. Τον Ντιν Σμιθ, θρυλικό κόουτς του Νορθ Καρολάινα, τον κρεμούσαν ως κούκλα όταν έχανε! Στην Ελλάδα θα τον είχαν κρεμάσει κυριολεκτικά!!! Δεν θα την έβγαζα καθαρή στην Ελλάδα. Εγώ, πάντως, πρώτα θα μάλωνα με τον γενικό διευθυντή, ακόμη και τον πρόεδρο. Δεν ξέρω αν θα άντεχα εδώ… Αν μου έδιναν τον Ολυμπιακό ή τον Παναθηναϊκό, βεβαίως, θα το πάλευα!».