Όσο περνούν τα χρόνια, οι Έλληνες προπονητές αρχίζουν και αποκτούν όλο και μεγαλύτερη φήμη στο ευρωπαϊκό στερέωμα, ανταμειβόμενοι μάλλον για τη σκληρή δουλειά πολλών ετών, την τεχνογνωσία που έχουν αποκτήσει και το γεγονός ότι… γνωρίζουν το δρόμο προς την επιτυχία και την καταξίωση, τόσο για τους ίδιους όσο και τις ομάδες, των οποίων διατηρούν τα ηνία. Χαρακτηριστικό της μεγάλης τους προόδου, είναι η φετινή επιτυχία που έφερε η «μοίρα» της διασταύρωσης του Ολυμπιακού με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας στον ημιτελικό του Final-4 της Μαδρίτης. Γιάννης Σφαιρόπουλος από τη μία και Δημήτρης Ιτούδης από την άλλη, με το ελληνικό μπάσκετ κερδισμένο σε κάθε περίπτωση. Κι αυτό, γιατί δεδομένα κάποιος συμπατριώτης μας τεχνικός θα βρισκόταν στο μεγάλο τελικό.

Αυτός που θα διεκδικήσει το «άγιο δισκοπότηρο» του ευρωπαϊκού μπάσκετ, τελικά, είναι ο κόουτς των «ερυθρολεύκων», κόντρα στο συμμετέχοντα για τρίτη φορά στο συγκεκριμένο ματς με τη Ρεάλ Μαδρίτης, Πάμπλο Λάσο. Αναφερόμαστε, λοιπόν, στην πέμπτη συμμετοχή Έλληνα προπονητή σε τελικό Ευρωλίγκα, με τις προηγούμενες τέσσερις να καταλήγουν σε μία επιτυχία. Μοναδικός που έχει καταφέρει να κερδίσει αυτόν τον τίτλο, δεν είναι άλλος από τον Γιώργο Μπαρτζώκα, ο οποίος είχε οδηγήσει τον Ολυμπιακό το 2013 προς το repeat της επιτυχίας του 2012 στην Κωνσταντινούπολη. Και κατά μεγάλη σύμπτωση, οι Πειραιώτες είχαν κερδίσει τότε τη Ρεάλ Μαδρίτης με 100-88, διατηρώντας τα σκήπτρα τους και… στεφόμενοι βασιλείς στο Λονδίνο και την O2 Arena.

Οι προηγούμενες τρεις απόπειρες, ανήκουν στους Γιάννη Ιωαννίδη και Παναγιώτη Γιαννάκη. Ο «Ξανθός», δε, έχει βρεθεί πέντε φορές σε Final-4 (τρεις με τον Άρη, δύο με τον Ολυμπιακό), χωρίς να καταφέρνει καμία φορά να γευτεί την χαρά ενός πρωταθλητή Ευρώπης. Τις δύο φορές, πάντως, που έφτασε στον τελικό ήταν με τους «ερυθρολεύκους», με την αυριανή αντίπαλό τους το 1995 να κατακτά τότε τον τελευταίο μέχρι σήμερα ευρωπαϊκό της τίτλο, ενώ έναν χρόνο νωρίτερα η Μπανταλόνα είχε προκαλέσει την νύχτα που χαρακτηρίστηκε από «τα δάκρυα του Τελ Αβίβ», με τον Κορνίλιους Τόμπσον να δίνει τον τίτλο στην ομάδα του Ζέλικο Ομπράντοβιτς. 

Ο «Δράκος» είχε συνολικά δύο ευκαιρίες, συμμετέχοντας σε Final-4. Την πρώτη φορά (2009) είχε αποκλειστεί από τον Παναθηναϊκό στον ημιτελικό του Βερολίνου, στο δρόμο των «πρασίνων» για το πέμπτο τους ευρωπαϊκό τρόπαιο, αλλά την επόμενη χρονιά έφτασε στο μεγάλο τελικό. Εκεί, είχε βρει την τότε «ακαταμάχητη» Μπαρτσελόνα και δεν κατάφερε ούτε αυτός να χαρεί το μεγάλο ευρωπαϊκό τίτλο σε συλλογικό επίπεδο, μιας και τον έχει πανηγυρίσει με την Εθνική μας ομάδα στο Βελιγράδι το 2005.

Το 2013, ο Γιώργος Μπαρτζώκας όχι μόνο σήκωνε απέναντι στη «Βασίλισσα» την κούπα, αλλά το έκανε όντας «ρούκι» σε Final-4. Και σε μία… διαβολική σύμπτωση, ο Γιάννης Σφαιρόπουλος έχει την ευκαιρία να κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα, με τη μόνη διαφορά να έγκειται στην πόλη διεξαγωγής του τελικού. Το έργο του είναι πολύ δύσκολο, παίζοντας στην έδρα της Ρεάλ, αλλά αυτό δε σημαίνει πως δε θα δώσει από τη δική του πλευρά τον καλύτερο εαυτό του, ώστε να γράψει ιστορία. Ή καλύτερα, να συνεχίσει εκείνη που ξεκίνησε ο προκάτοχός του…