Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους μπορεί να είναι ο… γηραιότερος παίκτης της φετινής Ευρωλίγκας, αλλά σίγουρα μπορεί να προσφέρει πολλά στη Ζαλγκίρις. Ο Σάρας μίλησε στην «Euroleague ΤV» και έβαλε τον Δημήτρη Διαμαντίδη στην κορυφαία πεντάδα παίκτες που είχε για συμπαίκτες, ενώ στη θέση του προπονητή δεν θα μπορούσε να βάλει άλλον εκτός του Ζέλικο Ομπράντοβιτς.

Ο Λιθουανός γκαρντ αν και βρίσκεται στα 37 του χρόνια, απολαμβάνει ακόμα την κάθε στιγμή στη μπασκετική του ζωή: «Ακόμα απολαμβάνω το παιχνίδι. Είναι τρελό. Απολαμβάνω κάθε προπόνηση, κάθε ματς, πράγματα που πάντα λάτρευα και προσπαθώ να επιβιώσω σε αυτό το επάγγελμα, γιατί δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο στη ζωή μου. Ό,τι και αν κάνω μετά, στη ζωή μου, δεν θα είναι όσο καλό ήταν το μπάσκετ».

Για να παραμείνει όμως σε καλή αγωνιστική κατάσταση «έχω αλλάξει τις διατροφικές συνήθειες, μαζί και αυτές του ύπνου. Αυτό πρέπει να κάνεις για να επιβιώσεις, όσο μεγαλώνεις. Πάντα αντιλαμβανόμουν τα όρια μου και έκανα ό,τι χρειαζόταν, ώστε να δημιουργήσω νέα. Δούλευα πολύ, ατομικά, ενώ ακόμα και τώρα βλέπω πολλά βίντεο. Μόνο έτσι μπορείς να σταθείς στο ύψιστο επίπεδο».

Ο Σάρας γνωρίζει πολύ καλά πως το σημαντικότερο από όλα είναι «η ομάδα είναι πάνω από όλους, γιατί όταν νικά όλοι γινόμαστε καλύτεροι παίκτες», ενώ στην All Star πεντάδα της καριέρας του, θα έπαιζαν «ο Άντονι Πάρκερ, ο Μποντιρόγκα, ο Νίκολα Βούιτσις… Μια στιγμή. Πρέπει να κάνω μια αλλαγή, γιατί πρέπει να βάλω τον Διαμαντίδη, άρα θα χρειαστεί να μετακινήσω λίγο τον Μποντιρόγκα».

Στη θέση του προπονητή, δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από τον Ομπράντοβιτς: «Τα ινία της συγκεκριμένης ομάδας θα τα έδινα στον Ζέλικο, με την προϋπόθεση φυσικά, να συμφωνούσε να αναλάβει αυτό το γκρουπ των τρελών ανθρώπων. Εδώ που τα λέμε βέβαια, μια χαρά δουλειά θα έκανε γιατί και εκείνος δεν είναι ακριβώς ήρεμος».

Στη συνέχεια ο Γιασικεβίτσιους θυμήθηκε μια στιγμή, από κάθε προπονητή που τον οδήγησε στην κορυφή της Ευρώπης. Από το 2003 και την Μπαρτσελόνα, ξεχώρισε “την προπόνηση που κάναμε το πρωί του τελικού, όταν ο Πέσιτς μας πέταξε έξω, γιατί είχε πει πως δεν είμαστε αρκετά συγκεντρωμένοι. Αν με ρωτάτε, ειλικρινά δεν ξέρω πώς γίνεται να μην ήμασταν συγκεντρωμένοι στον τελικό, αλλά… ίσως ο Πέσιτς να χρησιμοποίησε αυτήν την τακτική για να μας δώσει εξτρά κίνητρο. Υπάρχει βέβαια, πάντα η πιθανότητα όντως να πίστευε πως δεν είχαμε συγκέντρωση”.

Από τη Μακάμπι (2004 και 2005) και τον Γκέρσον ξεχώρισε ότι “είχαμε μια απίστευτα ταλαντούχα ομάδα και ο Γκέρσον μας έδωσε την ελευθερία να παίξουμε το μπάσκετ που μπορούσαμε. Και ήταν πολύ όμορφο”.

Για το τον Παναθηναϊκό (το 2009) και τον Ομπράντοβιτς, ο Λιθουανός είπε αρχικά: «Ο «Ζοτς» είναι ο πιο ολοκληρωμένος κόουτς. Κάποιοι είναι αμυντικογενείς, άλλοι αφήνουν τους παίκτες ελεύθερους, άλλοι θέλουν να έχουν τον έλεγχο. Εκείνος είναι κάπου στη μέση, το οποίο είναι το καλύτερο σε όλους τους τομείς της ζωής, όχι μόνο στα σπορ. Ξέρει πότε να σε πιέσει, ξέρει πότε να είναι σκληρός μαζί σου, πότε να γίνεται πολύ καλός. Νιώθει τον παίκτη, έχοντας υπάρξει εξαιρετικός παίκτης ο ίδιος».

Όσο για το δικό του στιλ παιχνιδιού: «Πάντα είχα μια ροπή προς το ρίσκω. Όταν όμως, το παρακάνεις, χρειάζεσαι έναν κόουτς που να μπορεί να σε ηρεμήσει, να σε βάλει στη θέση σου. Γιατί κάθε παίκτης πιστεύει πως μπορεί να σώσει τα πάντα, να δώσει όλες τις λύσεις. Τότε θες ένα δυνατό προπονητή, με ισχυρή προσωπικότητα, να σου θυμίσει πως γύρω σου υπάρχουν άλλοι 4 παίκτες, εξίσου ικανοί, που μπορούν και αυτοί να προσφέρουν κάτι, άρα… μήπως θα ήταν χρήσιμο να ηρεμήσεις και να τους αφήσεις να κάνουν τη δουλειά που δεν μπορείς να κάνεις εσύ, τη δεδομένη χρονική στιγμή».

Για τις πόλεις που έχει… μεγαλουργήσει, είπε: “Η Βαρκελώνη είναι η πιο αγαπημένη μου πόλη, σε όλον τον κόσμο. Το καλύτερο μπάσκετ το έπαιξα στο Τελ Αβίβ, ενώ στην Αθήνα έμεινα τον περισσότερο χρόνο. Και στις τρεις αυτές πόλεις, νιώθω σαν να είμαι σπίτι μου. Τα πράγματα πια δεν είναι εύκολα. Πρέπει να βρίσκουμε σχολεία και να ευχόμαστε πως θα αρέσουν στα παιδιά, αλλά και να είναι κοντά στο σπίτι, ώστε να μην μας «τρώνε» όλη μέρα οι δρόμοι, πήγαινε έλα».

Πού θα ήθελε, ιδανικά να «κλείσει» την καριέρας του; «Στη Βαρκελώνη. Η γυναίκα μου βέβαια, είναι Ελληνίδα, οπότε ενδεχομένως να ‘χει να πει κάτι επ’ αυτού (γελάει)».

Όσο για τον γιό του, παραδέχθηκε πως δεν τον ενθαρρύνει να ασχοληθεί με το μπάσκετ «αλλά ο γιος μου δείχνει να είναι τρελός με την μπάλα. Δεν είμαι λοιπόν, απόλυτα σίγουρος ότι θα καταφέρω να μην παίξει μπάσκετ».