Δεν θα ήταν υπερβολή αν ο ίδιος έλεγε πως «ένας χρόνος από την δική μου ζωή, είναι ολόκληρη η δική σας». Στην πραγματικότητα, ωστόσο, αν ο Μάρβιν Μπαρνς, που έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα της Τρίτης (9/9), σε ηλικία 62 ετών, παρέμενε τόσο αλαζονικός, το συμπέρασμα θα παραφραζόταν και θα του γύριζε μπούμερανγκ. Σε κάτι σαν «ένας και μόνο χρόνος από την καριέρα μου, ήταν όλη η καριέρα μου». Γιατί αμέσως μετά τη σεζόν 1974-75, ρούκι χρονιά του στο ΑΒΑ, η ζωή του κατρακύλησε σε κάθε είδους κατάχρηση και αδυναμία… Και καταστράφηκε. Ο Μπαρνς θα μπορούσε να γίνει το πρόσωπο της ημέρας. Το κατάφερε, είναι αλήθεια, αλλά για πολύ λίγο. Στη συνέχεια έγινε πρωτοσέλιδο με… άσχημα νέα. Όπως ακριβώς και το (δυστυχώς, εύστοχο) παρατσούκλι του, που ήταν το «Bad News». Παρωνύμιο που ήταν τόσο πετυχημένο, που θαρρεί κανείς πως ταίριαξε στην ταυτότητά του σαν μεσαίο όνομα. Άλλωστε, ο απόφοιτος του Πρόβιντενς, συχνά κόμπαζε για τις περιπέτειες, τις καταχρήσεις, τις παρασπονδίες του και τις… καταδίκες του! Αλλά ό,τι κι αν έκανε με αυτοκαταστροφικό τρόπο εκτός παρκέ, τίποτε δεν μπορεί αλλάξει το γεγονός πως ήταν «άσχημα μαντάτα» και για κάθε αντίπαλό του. Τα αίτια του θανάτου του δεν έγιναν γνωστά, όμως κοντινά του πρόσωπα λένε ότι δεν ξεπέρασε ποτέ τα προβλήματα με τα ναρκωτικά

Ο Μάρβιν «Bad News» Μπαρνς δεν θεώρησε ποτέ το ταλέντο και τα προσόντα του σαν «ευλογία». Αντίθετα, τα χρησιμοποίησε σαν «διαβατήριο» για «ταξίδια» στην «χώρα» των απολαύσεων, των υπερβολών και των κάθε είδους φαντασιώσεων. Η κυριαρχία του στα γήπεδα έγινε γρήγορα ανάγκη για αντίστοιχη και σε ό,τι έμπαινε στο μυαλό του. Το παρατσούκλι «Άσχημα Νέα» το έλαβε από το γυμνάσιο Σέντραλ, στο Ρόουντ Άιλαντ του Πρόβιντενς, όπου γεννήθηκε. Ήταν τότε που δοκίμασε, ως μέλος μίας συμμορίας, να ληστέψει ένα διερχόμενο λεωφορείο! Όμως, ενώ κανείς από την παρέα του δεν τον «κάρφωσε», προδόθηκε μόνος του διότι κατά την ληστεία φορούσε το μπουφάν του σχολείου του, το οποίο έγραφε πάνω το όνομά του!!! Ο Μπαρνς, ωστόσο, δεν κρύφτηκε ποτέ. Το 1972, σαν παίκτης του πανεπιστημίου Πρόβιντενς, κατηγορήθηκε πως επιτέθηκε στον συμπαίκτη του, Λάρι Κετβίρτις, με ένα σίδερο που χρησιμοποιείται για αλλαγή λάστιχου! Αν και παραδέχθηκε την επίθεση, απολογήθηκε λέγοντας πως μόνο τον γρονθοκόπησε και αργότερα έπιασε το σίδερο, για να τον κάνει να φοβηθεί. Για να γλιτώσει την κάθειρξη, πλήρωσε 10.000δολ.στο θύμα και καταδικάστηκε σε 3ετή φυλάκιση, αλλά με αναστολή. Μία αναστολή την οποία παραβίασε το 1976, λίγο πριν την λήξη της, όταν σαν παίκτης των Πίστονς, βρέθηκε πάνω του ένα άδειο όπλο στο αεροδρόμιο του Ντιτρόιτ, πριν την επιβίβαση για ένα ταξίδι της ομάδας… Καταδικάστηκε σε 5μηνη φυλάκιση, την οποία εξέτισε στο διάστημα του καλοκαιριού, που δεν διεξάγονταν αγώνες. Όμως ήταν το ουσιαστικό τέλος της καριέρας του στο ΝΒΑ. Ούτως ή άλλως, το μπάσκετμπολ αποδείχθηκε το δεύτερο επάγγελμά του. Τόσο σε απασχόληση, όσο και σε αμοιβές…

Το 1974 αποφοίτησε από το Πρόβιντενς, ως κάτοχος του ρεκόρ πόντων ομάδας σε ένα ματς, με 52π. (στις 15/12/73 κόντρα στο Όστιν Πι), που ισοφάρισε πολλά χρόνια αργότερα ο πρώην γκαρντ των Σέλτικς, Νετς, Ουόριορς, Λέικερς και νέος σταρ της Αρμάνι Μιλάνο, ΜαρΣον Μπρουκς. Ήταν ο πρώτος παίκτης στην ιστορία του NCAA που είχε 10/10 σουτ σε έναν αγώνα (το 1986 ο Κένι Ουόκερ πέτυχε 11/11), παραμένει 16ος ριμπάουντερ όλων των εποχών στο κολεγιακό πρωτάθλημα, με 1.592 σε 89 ματς (μ.ο. 17,8) και από το 1974, όταν ήταν κορυφαίος στη σεζόν με 18,8 μ.ο., μόνο ο νυν φόργουορντ των Νάγκετς, Κένεθ Φαρίντ, τον έχει ξεπεράσει, με σύνολο 1.673ριμπ. στο Μόρχεντ Στέιτ! Το ίδιο καλοκαίρι, επιλέχθηκε στο Νο2 του ντραφτ από τους Σίξερς, αλλά αρνήθηκε το ΝΒΑ και προτίμησε το ΑΒΑ και τους Σεντ Λούις Σπίριτς, που του πρόσφεραν 2,1εκατ.δολ. για 7 χρόνια! Ποσό που αρχικά τον έβαλε σε μπελάδες, καθώς διαπίστωσε καθυστερημένα πως ο ατζέντης του, Μάρσαλ Μπόιερ, τον οποίο είχε προσλάβει με πρόταση της ομάδας (απολύοντας τον Μπομπ Γουλφ), συμφώνησε ερήμην του να πληρωθεί τα 2,1εκατ. όχι σε 7, αλλά σε 14 χρόνια! Ο Μπαρνς κράτησε τον Μπόιερ μόλις για 6 μέρες και αρνήθηκε να προπονηθεί ή να παίξει. Αλλά τον αντικατέστησε με τον Ίρβιν Ουάινερ, ατζέντη του σταρ των Νικς, Ουόλτ Φρέιζιερ και μία εβδομάδα μετά επέστρεψε στο Σεντ Λούις.

Δουλεύοντας μία αυτοβιογραφία του, ο Μπαρνς αποκάλυψε πως τα χρήματα από το μπάσκετμπολ δεν ήταν τίποτε μπροστά σε άλλες ασχολίες. Αν και κέρδιζε 300.000δολ. τον χρόνο στους Σπίριτς, δεν έκρυψε σε παλαίοτερες συνεντεύξεις του πως από την διακίνηση -αλλά όχι άμεση πώληση- ναρκωτικών, έβγαζε 40.000-50.000δολ.την εβδομάδα!!! Εξηγώντας ότι «ήταν τόσα πολλά τα χρήματα, που ήταν δύσκολο να αφοσιωθώ και να συγκεντρωθώ στο μπάσκετμπολ»… Η «ημερήσια διάταξή» του περιελάμβανε μόνιμα αργοπορία στις προπονήσεις και τσακωμούς με προπονητές και συμπαίκτες. Λίγα χρόνια αργότερα, μάλιστα, ενώ αποδείχθηκε πως ο Μπαρνς συνεργαζόταν με τον έμπορο ναρκωτικών, Πολ Έντουαρντ Χίντελανγκ, φέρεται να γλίτωσε μεγαλύτερη ποινή γιατί δέχθηκε να καταθέσει εναντίον του «δεξιού χεριού» του Χίντελανγκ και φίλου του, Ρούζβελτ Μπέκτον. Ο Χίντελανγκ καταδικάστηκε σε 10ετή κάθειρξη, αλλά αποφυλακίστηκε σε 30 μήνες, αφού στη συνέχεια αποκαλύφθηκε πως είχε συνεργαστεί με τις αρχές και είχε επιστρέψει 50εκατ.δολ.! Πολλά στοιχεία, πάντως, είδαν το φως της δημοσιότητας στην βιογραφία του, με τίτλο «Bad News, The Strange And Twisted Life Of Marvin Barnes», από τον Μάικ Κάρεϊ.

Η κατρακύλα του «Bad News» συνεχίστηκε και μετά το 1981, όταν είχε συλληφθεί για χρήση και διακίνηση ναρκωτικών και τιμωρήθηκε με 33μηνη φυλάκιση. Αλλά οι επιπλέον κατηγορίες για μαστροπεία κατέπεσαν ως ψευδείς. Αν και ο ίδιος άφηνε πάντα αμφιβολίες με περιπέτειες όπως… κλοπή παράνομων πορνοταινιών από κατάστημα, με κατοχή κοκαΐνης το 2007 και καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση μίας 17χρονης που παρακολουθούσε τις ομιλίες του για τις συνέπειες των ναρκωτικών, τον Μάιο του 2012 (η τελευταία δεν αποδείχθηκε ποτέ). Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, βρέθηκε απένταρος και άστεγος στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια και μπήκε σε προγράμματα απεξάρτησης. Τα χρήματα τα λάμβανε με το αριστερό χέρι και τα ξόδευε την ίδια στιγμή με το δεξί. Αφού έφτασε στο ΝΒΑ, μετά τη θητεία του στους Σπίριτς του ΑΒΑ, αγωνίστηκε σε Ντιτρόιτ και Μπάφαλο. Αλλά το 1978, στους Σέλτικς ζήτησε ένα 1εκατ.δολ., τονίζοντας πως «για λιγότερο από αυτά, προτιμώ να δουλέψω σε εργοστάσιο»! Η μητέρα του τον είχε κοστολογήσει τα 3εκατ., αλλά τελικά συμφώνησε με το 1εκατ. της Βοστόνης και σε μία επίδειξη αναγνώρισης, απαρνήθηκε τον όρο «εγγυημένα» στο συμβόλαιο, παραδεχόμενος ότι «δεν το αξίζω. Τις τελευταίες δύο σεζόν δεν έπαιξα ουσιαστικά μπάσκετμπολ και ήρθα στη Βοστόνη για να αποδείξω πως αξίζω κάθε δολάριο που μου δίνει»!

Οι υπερβολές του, πάντως, δεν περιορίστηκαν μόνο στις σπατάλες. Αλλά και στο θέαμα και στην μπασκετική προσφορά του, όταν το ήθελε. Όταν υπέγραψε το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιό του, το 1974, ξόδεψε το μπόνους των 100.000δολ. σε λιγότερο από μία εβδομάδα, Αγόρασε μία Cadillac αξίας 15.000δολ. στην κοπέλα του, η οποία την διέλυσε σε μερικές μέρες! Ο Μπαρνς το έμαθε στην προθέρμανση του πρώτου του φιλικού και αυτό που έκανε ήταν να την αντικαταστήσει με μία Rolls Royce, αξίας 35.000δολ.! Άλλωστε, είχε τόση αδυναμία στην κοπέλα του, που… κάθισε μαζί της καθ’ όλη την διάρκεια της προθέρμανσης ενός επίσημου αγώνα!!! Στο ίδιο ματς, «τιμωρήθηκε» με αποκλεισμό από την βασική 5αδα, αλλά όταν πέρασε στο παρκέ, σκόραρε 43π. και μάζεψε 20ριμπ.! Η λογική «think-big» τον χαρακτήρισε στην ρούκι σεζόν του. Σε ένα ματς, του είπαν πως ο Κάλντγουελ Τζόουνς είναι σούπερ αμυντικός και του έβαλε 51π., μαζί με 30ριμπ.! Λέγεται πως στο σπίτι του είχε 13 συσκευές τηλεφώνου, διότι αυτό χτυπούσε συνεχώς και βαριόταν να μετακινείται για να απαντά. Ενώ αρνήθηκε να πετάξει από Λούιβιλ για Σεντ Λούις, όταν άκουσε την αναγγελία πτήσης, που έλεγε «αναχωρούμε στις 8:00π.μ. και φτάνουμε στις 7:56π.μ.», καθώς δεν αντιλήφθηκε την αλλαγή ώρας από πολιτεία σε πολιτεία και είπε πως «δεν μπαίνω σε μηχανή του χρόνου»(!), ταξιδεύοντας με νοικιασμένο αυτοκίνητο»!!! Μία άλλη φορά, όμως, αποκάλυψε ο ίδιος πως «βαριόμουν να ταξιδέψω οδικώς με την ομάδα από τη Νέα Υόρκη για την Βιρτζίνια. Ήμουν με δύο κοπέλες σε ένα πάρτι, όλο το βράδυ. Νοίκιασα ένα λίαρ τζετ και με πήγε λίγο πριν τον αγώνα, κρατώντας χάμπουργκερ και τηγανητές πατάτες. Έμεινα στον πάγκο στην 1η περίοδο, όμως πέτυχα 48π. στις υπόλοιπες και στο τέλος έβαλα την διοίκηση να πληρώσει 1.500δολ. τον πιλότο, για τα καύσιμα»! Πολλές από τις περιπέτειές του έγιναν γνωστές στο ντοκιμαντέρ του ESPN για τους Σεντ Λούις Σπίριτς.

Ο Μπαρνς αναδείχθηκε κορυφαίος ρούκι τη σεζόν 1974-75, έχοντας μ.ο. 24π.-15,6ριμπ.. Την ημέρα που παρέλαβε το βραβείο του, στα πλέι-οφς κόντρα στους Νετς του ινδάλματός του, Τζούλιους Έρβινγκ, σκόραρε 41π.! Στο δεύτερο ματς πέτυχε 37π., μάζεψε 17ριμπ. και κράτησε τον «Dr. J» στους 6(!). Αλλά μέχρι εκεί… Από την μετακόμισή του στο ΝΒΑ, το 1976, έχασε τελείως τον εαυτό του. Μιλώντας σε σεμινάρια κατά των ναρκωτικών, στο Πρόβιντενς, ομολόγησε πως «μετά τους αγώνες με περίμενε στο σπίτι ένα “βουνό” κοκαΐνης και κάποιοι τύποι τους οποίους δεν ήξερα, αλλά ήταν συνεχώς μαζί μου! Δεν είχε σημασία, αρκεί η κόκα να ήταν εκεί»... Ενώ δεν έκρυψε πως έκανε χρήση μέχρι και στον πάγκο των Σέλτικς, έχοντας κρύψει ναρκωτικά σε τσέπη της φόρμας του. Αποκαλύπτοντας ότι «όταν κάθισα στον πάγκο, έβαλα μία πετσέτα στο κεφάλι μου και ρούφηξα. Ο Νέιτ Άρτσιμπαλντ και ο Ντον Τσέινι με είδαν σίγουρα, αλλά δεν με μαρτύρησαν και το μόνο που έκαναν ήταν να καθίσουν πιο μακριά από μένα». Σε συνέντευξή του στο «Sports Illustrated», το 1977, δεν τηρούσε καν τα προσχήματα και δήλωνε πως «είμαι ανάμεσα στους 5 καλύτερους παίκτες στον κόσμο! Τελεία… Αν ήμουν νηφάλιος θα ήμουν μεταξύ των 50 κορυφαίων στην ιστορία του ΝΒΑ, αλλά προτίμησα την κατρακύλα». Καταλήγοντας πρόσφατα ότι «τώρα είμαι νηφάλιος. Είμαι ευγνώμων που είμαι ζωντανός και προφανώς ο θεός είχε ένα σχέδιο για μένα και με κράτησε στη ζωή». Αν και εκείνος έλεγε πως «I am the original negro with an ego» (=«είμαι αυθεντικός νέγρος με εγωισμό»). Όμως έζησε σε μία εποχή που η Αμερική δεν ήταν έτοιμη για τέτοιο ταμπεραμέντο. Ίσως, μάλιστα, αυτό να ήταν υπερβολικό και για τον εαυτό του…

ΜΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ: Γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1952 στο Πρόβιντενς και έπειτα από θητεία στο γυμνάσιο Σέντραλ της περιοχής, αλλά και στο τοπικό πανεπιστήμιο (μ.ο. 20,7π.-17,9ριμπ.), επιλέχθηκε στο Νο2 του ντραφτ του ΝΒΑ του 1974 από την Φιλαντέλφια. Ωστόσο, προτίμησε το ΑΒΑ και υπέγραψε στους Σεντ Λούις Σπίριτς, αντί 2,1εκατ.δολ. για 7 χρόνια! Το 1975 αναδείχθηκε ρούκι της σεζόν, έχοντας 24π.-15,6ριμπ. μ.ο. και σε δύο σεζόν στη λίγκα μέτρησε 24,1π.-13,9ριμπ.. Το 1976 μετακόμισε στο ΝΒΑ, παίζοντας σε Πίστονς (1976-77), Μπρέιβς (1977-78), Σέλτικς (1978-79) και Κλίπερς (1979-1980 και 1981), με μ.ο. μόλις 9,2π.-5,5ριμπ.. Το 1980 πέρασε για λίγο από την ιταλική Τριέστε (μ.ο. 15,3π.-11ριμπ. σε 7 αγώνες) και έκλεισε την καριέρα του το 1986, παίζοντας στο CBA σε Ντιτρόιτ Σπίριτς (1982-83), Οχάιο Μίξερς (1983-84) και Έβανσβιλ Θάντερ (1985-86). Η φανέλα του αποσύρθηκε στο Πρόβιντενς, μαζί με αυτή του Έρνι ΝτιΓκριγκόριο, τον Μάρτιο του 2007.

ΕΙΠΕ:
«Ήμουν νέος και είχα ένα καράβι χρήματα! Καθυστερούσα στις προπονήσεις, έχανα πτήσεις της ομάδας και έκανα ό,τι με ευχαριστούσε. Τα στατιστικά μου, όμως, ήταν καλά και η διοίκηση δεν μιλούσε. Αν δεν ενδιέφερε εκείνους το τι έκανα, δεν ενδιέφερε κι εμένα. Το μότο μου ήταν “ζήσε σκληρά, πέθανε νέος”. Δεν περίμενα να ζήσω πολύ και ζούσα τη στιγμή. Μεθούσα, έπαιρνα μαριχουάνα και κοκαΐνη όποτε μπορούσα. Νόμιζα πως η κόκα με κάνει καλύτερο παίκτη»…
«Στην φυλακή πέρασα άσχημα. Οι φύλακες αφήνουν τους φυλακισμένους να τσακώνονται μέχρι θανάτου. Εκεί δεν διακόπτουν καυγάδες. Απλώς μαζεύουν πτώματα… Το σημείο που κατάλαβα πως πρέπει να αλλάξω ήταν όταν σε έναν τσακωμό, χτυπούσα το κεφάλι ενός συγκρατούμενου στον τοίχο και σκέφτηκα πως γίνομαι σαν ζώο! Τότε αποφάσισα πως θα σταματήσω τα ναρκωτικά και τις τρέλες. Τέλος και η φυλακή»!
«Στους νέους λέω τις ιστορίες μου για να καταλάβουν τα λάθη μου και να μάθουν από αυτά. Να αποφύγουν ό,τι έκανα εγώ. Τους λέω πως αν νομίζουν ότι μπορούν να αντέξουν την φυλακή, να το σκεφτούν καλύτερα».
«Ήμουν 22 ετών. Κι ένα παιδί 22 ετών δεν είναι ιδιοφυία. Ο κόσμος ξεχνά πόσο νέος είσαι. Μου άρεσε να κάνω τρελά πράγματα και πίστευα πως όσοι με συμβουλεύουν, θέλουν να μου “κλέψουν” τα νιάτα. “Είμαι παίκτης του μπάσκετμπολ και όχι καλόγερος”, τους απαντούσα. Ήθελα να είμαι νέος και να το απολαμβάνω. Πίστευα πως έτσι ήμουν συνηθισμένος άνθρωπος…».
«Μου έλεγαν πως πρέπει να ωριμάσω, να γίνω υπεύθυνος για τον εαυτό μου και την ομάδα. Δεν ήθελα, ωστόσο, να συμπεριφέρομαι σαν 30 ετών. Ήμουν μόλις 22».
«Ξέρετε ποιο είναι το κακό με αυτή την ομάδα (σ.σ.: Σεντ Λούις Σπίριτς, το 1974); Ότι δεν σκεφτόμαστε σαν ομάδα… Έχω 48π. στα 2΄ πριν την λήξη και κανένας συμπαίκτης μου δεν μου δίνει τη μπάλα για να φτάσω τους 50π.»!!!

ΕΙΠΑΝ ΓΙΑ ΕΚΕΙΝΟΝ:
«Στο παρκέ, μπορούσε να μαρκάρει πάουερ-φόργουορντ, σαν την θέση του, αλλά και πιο κοντούς ή ψηλούς αντιπάλους. Μπορούσε να κάνει τα πάντα, εκτός από πάσα. Αλλά ακόμη κι έτσι, είχε δυνατότητες να γίνει ένας από τους καλύτερους όλων των εποχών» (Ροντ Θορν, αντιπρόεδρος του ΝΒΑ, στο βιβλίο «Loose Balls», για την ιστορία του ΑΒΑ).
«Δεν θέλω να τον βλέπω! Δεν θέλω είναι εδώ τριγύρω, φορώντας φόρμα και φανέλα!!!» (Ντέιβ Κάουενς, παίκτης-προπονητής του στους Σέλτικς).
«Όταν τράκαρε δεύτερη φορά η κοπέλα του, ισχυρίστηκε πως οδηγούσε εκείνος, για να την γλιτώσει από την φυλακή. Εκείνος είχε ξαναπάει και ήξερε πως αυτή δεν θα το αντέξει… Τέτοιος άνθρωπος είναι ο Μάρβιν» (Τζο Κάλντγουελ, συμπαίκτης του στο Σεντ Λούις, το 1974-75).
«Αν έπαιζε τώρα, που το ΝΒΑ προσέχει τους παίκτες του, θα είχε αποφύγει τις κακές συνήθειες και θα είχε γράψει ιστορία» (Χερμπ Μπράουν, προπονητής του στους Πίστονς, το 1976-77).
«Ήταν ένας από τους αγαπημένους μου παίκτες! Το 1981, παραλίγο να τσακωθώ με τον ιδιοκτήτη των Νετς, γιατί τον παρακαλούσα να πάρουμε τον Μάρβιν στην ομάδα!» (κόουτς Λάρι Μπράουν, αντίπαλός του στο ΑΒΑ, που φημολογείται πως του έστελνε χρήματα όσο ήταν στην φυλακή ή όταν ήταν απένταρος!).
«Ήταν φοβερός παίκτης και έκανε σχεδόν τα πάντα στο γήπεδο! Αλλά δεν νομίζω πως θα μπορούσε ποτέ να αντέξει 82 ματς σε μία σεζόν…» (κόουτς Τζορτζ Καρλ, αντίπαλός του στο ΑΒΑ).

[email protected]