Όπως λένε για την φιλοδοξία στις Η.Π.Α., «το ταβάνι του ήταν ο ουρανός» (σ.σ.: «the sky is the limit»). Μονάχα που εκείνος όχι μόνο δεν εκπλήρωσε ποτέ τις προσδοκίες, αλλά έφτασε να ζει… χωρίς ταβάνι πάνω από το κεφάλι του. Στην κυριολεξία. Ο Μπίλι ΜακΓκιλ ήταν ένας παίκτης που θα άλλαζε το μπάσκετμπολ. Εν μέρει το πέτυχε, με την «εφεύρεση» του περίφημου jump-hook, πολύ πριν ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ τελειοποιήσει το δικό του hook-shot. Ωστόσο, δεν κατάφερε να αλλάξει την ζωή του, που ξεκίνησε στους δρόμους του Λ.Α. την δεκαετία του ’50 και στα μέσα των 70’s τον έφερε και πάλι εκεί, ολομόναχο. Αν και Νο1 επιλογή στο ντραφτ του 1962, ο άλλοτε κορυφαίος σκόρερ της σεζόν στο NCAA όχι μόνο δεν πέτυχε στα παρκέ, λόγω ενός σοβαρού τραυματισμού, αλλά για χρόνια κατέληξε άστεγος στις γειτονιές της Καλιφόρνια… Η ιστορία του θα μπορούσε να γίνει (μελαγχολική) ταινία. Αλλά, για την ώρα, έγινε βιβλίο, αφού πέρσι εκδόθηκε η αυτοβιογραφία του, με την επιμέλεια του καθηγητή Έρικ Μπρατς. Με την ελπίδα του ίδιου του ΜακΓκιλ να γίνει δίδαγμα στα νέα παιδιά.

(σ.σ.: Με αφορμή την μετακόμιση του Άντονι Μπένετ στο Τορόντο, που τον έκανε τον 5ο παίκτη στην ιστορία του ΝΒΑ που από το Νο1 του ντραφτ βρέθηκε σε 3η (τουλάχιστον) ομάδα στις 3 πρώτες σεζόν στη Λίγκα, το basketblog.gr αναδημοσιεύει ένα αφιέρωμα στον έναν εκ των τεσσάρων πρώτων, τον ΜακΓκιλ, , το οποίο διαβάσατε αρχικά στις 23 Φεβρουαρίου 2014, αλλά “χάθηκε” από τον «δαίμονα του… διαδικτύου».)

Ο Μπίλι ΜακΓκιλ γεννήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1939 και μεγάλωσε στους δόμους του Λος Άντζελες στα τέλη των 50’s. Παρά τις κακουχίες έμενε όρθιος. Και κάτι παραπάνω. Σε ηλικία 11 ετών κάρφωνε στα αντίπαλα καλάθια και οι μεγαλύτεροι τον καλούσαν να παίξει μαζί τους! Στα 15 του αγωνιζόταν σε καλοκαιρινά παιχνίδια στα ανοικτά γήπεδα κόντρα στους… Μπιλ Ράσελ και Ουίλτ Τσάμπερλεϊν! Δεν τους φοβήθηκε ποτέ και μάλιστα είχε τέτοια επιθυμία να τους νικήσει που δεν έβαζε το κεφάλι κάτω και πήγαινε καταπάνω τους. Αλλά αποφάσισε να βρει έναν τρόπο να σκοράρει απέναντι σε αυτούς τους «γίγαντες» και ουσιαστικά «ανακάλυψε» το jump-hook, το οποίο όχι μόνο του έδινε την ευκαιρία να μένει στα τσιμεντένια γήπεδα κόντρα σε θρύλους του ΝΒΑ, αλλά τον μετέτρεψε στην πορεία σε θρύλο του πανεπιστημιακού πρωταθλήματος… Μετά την φοίτησή του στο γυμνάσιο «Τζέφερσον» του Λ.Α., ο ΜακΓκιλ είχε φτάσει τα 206 εκατοστά και δεν ήθελε απλώς να ξεχωρίσει στο παρκέ. Επιθυμούσε να κάνει και μία εξω-αγωνιστική «δήλωση» με την επιλογή κολεγίου, γι’ αυτό και παρά τις πολλές προτάσεις για υποτροφίες που είχε, αποφάσισε να ρίξει τα ρατσιστικά τείχη στην Γιούτα και έγινε ο πρώτος μαύρος παίκτης του πανεπιστημίου της πόλης!!! Γράφτηκε στο σχολείο το 1959 και την τρίτη και τελευταία σεζόν του, το 1961-62, αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του NCAA με 1.009π. (μ.ο. 38,8), που ήταν τότε η δεύτερη καλύτερη επίδοση σε μ.ο., μετά τους 41,7π. του Φρανκ Σέλβι του Φέρμαν, που στις 13/2/1954 είχε σκοράρει 100π., ενώ πλέον το ρεκόρ σε μ.ο. ανήκει στον Πιτ Μάραβιτς. Ένας αντίπαλος κόουτς το 1962, ήταν τόσο συνειδητοποιημένος για το τι θα αντιμετωπίσει με τον ΜακΓκιλ, που στο φινάλε του ματς δήλωσε ότι «τα πήγαμε περίφημα και τον κρατήσαμε στους 41π.»! Και ο προπονητής του, Τζακ Γκάρντνερ, όταν τον είδε να σκοράρει 60π. κόντρα στο Μπρίγκχαμ Γιανγκ, τον θεώρησε «τον καλύτερο επιθετικό ψηλό στην ιστορία του κολεγιακού μπάσκετμπολ»!

Τα εκπληκτικά επιθετικά επιτεύγματά του δεν μπορούσαν φυσικά να περάσουν απαρατήρητα και ο ΜακΓκιλ επιλέχθηκε στο Νο1 του ντραφτ του 1962, αλλά η μετέπειτα πορεία του τον χαρακτήρισε ως «μία από τις μεγαλύτερες αποτυχίες» της διαδικασίας επιλογής, όπως στις μέρες μας αποκαλούνται οι (επίσης Νο1) Μάικλ Ολοβοκάντι και Κουόμε Μπράουν. Μονάχα που για τον ΜακΓκιλ, δεν έφταιγε η έλλειψη ταλέντου. Αρχικά κόστισε η έλλειψη τύχης, αφού ένας σοβαρός τραυματισμός στο γόνατο, την τελευταία χρονιά του στο γυμνάσιο, χειροτέρευε κάθε χρόνο από τη στιγμή που οι Σικάγο Ζέφιρς τον διάλεξαν στο Νο1. Και στην συνέχεια, εκτός μπάσκετμπολ, «πλήρωσε» την έλλειψη πτυχίου. Αν και αγωνίστηκε σε ΝΒΑ (Σικάγο Ζέφιρς και Μπάλτιμορ Μπούλετς το 1962-63, Νικς το 1963-64, Σεντ Λούις Χοκς το 1964 και Λέικερς το 1965) και ΑΒΑ (Ντένβερ Ρόκετς το 1968-69, Λ.Α. Σταρς το 1969, Πίτσμπεργκ Πάιπερς το 1969-70 και Ντάλας Τσάπαραλς το 1970) για 5 αγωνιστικές σεζόν και συνολικά 8 χρόνια, δεν κατέφερε να ξεπεράσει ποτέ εκείνον τον τραυματισμό και αποσύρθηκε με μ.ο. 10,2π. στο ΝΒΑ και 10,5π. στο ΑΒΑ. Αλλά, το χειρότερο για τον ίδιο είναι ότι δεν κατάφερε να σταθεί στα πόδια του…

«Όπου κι αν πήγαινα να αναζητήσω εργασία, μου έλεγαν “δυστυχώς δεν έχετε πτυχίο”», θυμήθηκε σε μία συνέντευξή του στο BBC. Η απροθυμία του να ολοκληρώσει την τελευταία χρονιά των σπουδών του όταν αποχώρησε από τα παρκέ ήταν κάτι που παραδέχεται ότι μετάνιωσε, καθώς την δεκαετία του ’70 βρέθηκε άστεγος στο Λ.Α., έμενε περιστασιακά σε εγκαταλειμμένα σπίτια και αυτοκίνητα και έκανε μπάνιο σε… πλυντήρια αυτοκινήτων. Η ζωή του σώθηκε από τον αθλητικογράφο Μπραντ Πάι τζούνιορ, που του είχε δώσει το παρωνύμιο «The Hill» και τον αναγνώρισε ένα απόγευμα στον δρόμο, παρότι ο ΜακΓκιλ είχε αδυνατήσει υπερβολικά. Μέσω γνωστών, του κανόνισε μία συνέντευξη στην αεροπορική εταιρεία Hughes Aircraft του θρυλικού Χάουαρντ Χιούζ, τον οποίο υποδύθηκε το 2004 στην ταινία «The Aviator» ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο! Ο ΜακΓκιλ εργάστηκε εκεί ως υπάλληλος γραφείου και κλητήρας ως το 1995 και στη συνέχεια, αφού βρήκε άλλη εργασία ως υπάλληλος ως το 2005, ζήτησε και έλαβε ρόλο συμβούλου για νέους παίκτες του ΝΒΑ, ώστε να μην επαναλάβουν τα ίδια με τα δικά του λάθη. Έφυγε από τη ζωή στις 11 Ιουλίου 2014 αλλά έλεγε πως νιώθει ευγνώμων για την σωτηρία του από τον Πάι, όμως ξέρει ότι θα μπορούσε να πετύχει περισσότερα τόσο στην ζωή όσο και στην καριέρα του. Σε μία προπέρσινη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Los Angeles Times», παραδέχθηκε πως «δεν μπορώ να κατηγορήσω κανέναν άλλον παρά τον εαυτό μου για ό,τι μου συνέβη. Παρόλα αυτά, περίμενα από κάποιον να με σπρώξει να κάνω το σωστό».

Ο Έρικ Μπρατς, που επιμελήθηκε την αυτοβιογραφία του με τίτλο «Billy “the Hill” and the Jump-Hook», δήλωσε πριν μερικές εβδομάδες ότι «αν ο Μπίλι ζούσε την ζωή του 20 ή 30 χρόνια αργότερα από την εποχή της καριέρας του, θα είχε καλύτερους γιατρούς και καλύτερους συμβούλους και πιθανότατα θα ήταν πολύ-εκατομμυριούχος. Αλλά από την ιστορία του, μπορούμε να διδαχθούμε όλοι κάτι»… Ο παλαίμαχος σέντερ του Πόρτλαντ και πρωταθλητής με τους Μπλέιζερς το 1977, Μπιλ Ουόλτον, αποθέωσε τον ΜακΓκιλ με άρθρο του στην ιστοσελίδα του ESPN το 2003 και θυμήθηκε την «γέννηση» του jump-hook. Γράφοντας ότι «όλα έγιναν μία υπέροχη καλοκαιρινή μέρα το 1955 στα ανοικτά γήπεδα Ντένκερ, στο κέντρο του Λ.Α.. Τότε, η αφρόκρεμα του μπάσκετμπολ μαζευόταν εκεί για αγώνες επίδειξης. Όλοι ήταν εκεί, ο Ράσελ, ο Τσάμπερλεϊν, ο Γκάι Ρότζερς, όμως εκείνο το Σάββατο κυριάρχησε ένας πιτσιρικάς από το γυμνάσιο “Τζέφερσον” με το όνομα Μπίλι ΜακΓκιλ. Θυμάμαι τον Μπιλ Ράσελ να λέει “θα πάρω τον μικρό στην ομάδα μου”, αναγνωρίζοντας αμέσως το ταλέντο του ΜακΓκιλ. Το παιχνίδι άρχισε και κανείς δεν είχε δει κάτι ανάλογο στην ζωή του, με φοβερό ρυθμό. Και με το ματς στην ισορροπία, ο έφηβος από το «Τζέφερσον» πήρε την εσωτερική. Ο Τσάμπερλεϊν έτρεξε και πήδηξε να τον κόψει. Νομίζω ότι οι μικρός δεν είχε ιδέα τι θα κάνει αλλά δεν επρόκειτο να κοπεί από τον Ουίλτ και την “σκιά” του. Ο Μπίλι έβαλε το κορμί πάνω στο τεράστιο στήθος του Τσάμπερλεϊν, αλλά προστάτευε την μπάλα. Και τότε επιχείρησε το πιο “γλυκό”, απαλό και το πρώτο jump-hook και όταν η μπάλα μπήκε στο καλάθι, ήταν σαν να σταμάτησε ο χρόνος! Υπήρξε μία ανεπαίσθητη σιωπή, την οποία “έσπασε” ο Ράσελ με ένα τρανταχτό γέλιο!!! Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Ο μικρός Μπίλι έγινε θρύλος του NCAA. Και μπορεί η ζωή του να μην εξελίχθηκε όπως την περίμενε ο ίδιος, όμως τώρα (σ.σ.: το κείμενο γράφτηκε το 2003) ζει με την αγαπημένη σύζυγό του, τα 4 παιδιά και τα 5 εγγόνια του και όπως εκείνος είναι ευγνώμων για την σωτηρία του, έτσι πρέπει κι εμείς να είμαστε προς εκείνον. Το δικό του jump-hook δεν κόπηκε ποτέ και “ανακάλυψε” τον τρόπο να μην κόβονται μετέπειτα οι Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ, Κέβιν ΜακΧέιλ, Χακίμ Ολάζουουν, Σακίλ Ο’Νιλ και Τιμ Ντάνκαν». Τι υπέροχος επίλογος!