Ειδικότερα, οι πιθανές αιτίες των Λειτουργικών Μυϊκών Διαταραχών του ιγνυακού μυός, οι οποίες είναι οι οξείες έμμεσες μυϊκές διαταραχές χωρίς μακροσκοπικές ενδείξεις για μυϊκή ρήξη, είναι πολλές, μεταξύ των οποίων είναι και η έλλειψη ευελιξία, η ανισορροπία αντοχή, η μορφολογία της πυελικής κλίσης και άλλων μηχανισμών ελέγχου της στάσης που εμπλέκονται στο τρέξιμο και το άλμα. Ωστόσο, ελάχιστες έρευνες έχουν πραγματοποιηθεί προκειμένου να διερευνηθούν τα κλινικά οφέλη αυτών των προσεγγίσεων. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης, η οποία πραγματοποιήθηκε από το Fysiotek Sports and Spine Lab (www.fysiotek.gr), με επικεφαλής τον φυσιοθεραπευτή – χειροθεραπευτή κ. Γιώργο Κακαβά, ήταν η σύγκριση της αποτελεσματικότητας δύο τύπων θεραπείας των Λειτουργικών Μυϊκών Διαταραχών: των παραδοσιακών παθητικών παρεμβάσεων στους ιγνυακούς μύες, έναντι της προσθήκης στοχευόμενης θεραπείας στην αντίστοιχη ιερολαγόνια άρθρωση.

«Αυτοί οι μεγάλοι μύες δεν είναι πολύ ενεργοί κατά τη διάρκεια της βάδισης, ωστόσο είναι εξαιρετικά σημαντικοί για την εκτέλεση δυναμικών δραστηριοτήτων, όπως τρέξιμο, άλματα και αναρρίχηση. Γι’ αυτό το λόγο οι αθλητές (και κυρίως όσοι ασχολούνται με ποδόσφαιρο, μπάσκετ και ταχύτητες) ή τα άτομα που είναι ιδιαίτερα δραστήρια εξαρτώνται απόλυτα από τους συγκεκριμένους μύες, σε αντίθεση με εκείνους που επιλέγουν να ακολουθούν μια πιο καθιστική ζωή», εξηγεί ο κ. Κακαβάς.

Για τις ανάγκες της μελέτης αξιολογήθηκαν στοιχεία είκοσι έξι ανδρών, οι οποίοι ήταν αθλητές ποδοσφαίρου –ο μέσος όρος ηλικίας των οποίων ήταν τα 25,5 έτη (εύρος ηλικιών 14-35) – με ιγνυακή Λειτουργική Μυϊκή Διαταραχή που επιβεβαιώθηκε με αρνητική MRI. Οι συμμετέχοντες ταξινομήθηκαν τυχαία σε δύο ομάδες θεραπείας:  η πρώτη ομάδα έλαβε παθητική θεραπεία άμεσα στον τραυματισμένο ιγνυακό μυ τους και στη δεύτερη ομάδα εφαρμόστηκαν άμεσοι χειρισμοί (manipulation) στην ιερολαγόνια άρθρωση. Ο μέσος όρος του χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε μεταξύ του τραυματισμού των αθλητών και της συμπερίληψής τους στη μελέτη ήταν 8 ημέρες (εύρος χρόνου μεσολάβησης 2 έως 19 ημέρες).

Η διάγνωση της Λειτουργικής Μυϊκής Διαταραχής επιβεβαιώθηκε από την παρουσία πόνου, εκχύμωσης ή και τα δύο, εντοπισμένα στους εμπλεκόμενους ιγνυακούς μύες, πόνου στην αντιστεκόμενη ισομετρική κάμψη του γόνατος του εμπλεκόμενου ιγνυακού, και πόνο στο παθητικό τέντωμα του τραυματισμένου μυός. Συμπληρωματικά κριτήρια για απουσία ρήξης επιβεβαιώθηκαν σε όλους τους συμμετέχοντες, με τη διεξαγωγή μαγνητικής τομογραφίας (MRI) ή μυοσκελετικού υπερηχογραφήματος [(US) – (18 MRI και 8 US)]. Όλοι οι συμμετέχοντες στη μελέτη είχαν ενδείξεις για δυσλειτουργία της ιερολαγόνιας άρθρωσης.

Τα αποτελέσματα της μελέτης υποστηρίζουν ότι οι αθλητές με μυϊκή διαταραχή οι οποίοι αντιμετωπίζονται με παθητική θεραπεία  στην ιερολαγόνια άρθρωση έχουν μέγιστη ροπή και μεγαλύτερη ευκαμψία των ιγνυακών μυών τους από τους αθλητές που λαμβάνουν κλασική θεραπεία άμεσα μόνο στο ιγνυακό μυ.

“Η δυσλειτουργία της άρθρωσης μπορεί να προδιαθέσει έναν αθλητή για ιγνυακές μυϊκές διαταραχές και οι επαγγελματίες της αθλιατρικής πρέπει να λάβουν υπόψη τη μυοσκελετική εξέταση της λεκάνης, συμπεριλαμβανομένων των ιερολαγόνων αρθρώσεων και για πιθανή δυσλειτουργία σε αθλητές με τραυματισμούς στους ιγνυακούς μύες», σημειώνει ο κ. Κακαβάς.

Αν και αυτή η μελέτη περιορίζεται από την εμφάνιση άμεσων επιδράσεων και την έλλειψη παρακολούθησης, είναι μία από τις λίγες μελέτες που έχουν εξετάσει τα κλινικά οφέλη της προσθήκης σπονδυλικής χειρομάλαξης στα συνηθισμένα πρωτόκολλα αποκατάστασης και η πρώτη που αναφέρει τα ευρήματα αυτά σε μια ελίτ ποδοσφαιριστών. Οι στατιστικά σημαντικές βελτιώσεις και η ανάλυση των μεγεθών των επιπτώσεων αποκάλυψαν τα ανώτερα οφέλη στη μυϊκή δύναμη και την ευελιξία του ιγνυακού μυός στην ομάδα χειρισμού, με αποτέλεσμα να ζητηθεί από τους κλινικούς ιατρούς να εξετάσουν την ιερολαγόνια άρθρωση στην αξιολόγηση των ασθενών με Λειτουργικές Μυϊκές Διαταραχές.

O αθλητικός επιστήμονας,
φυσικοθεραπευτής
και οστεοπαθητικός, Γ. Κακαβάς.