Τα παιδιά που κατέκτησαν το χρυσό μετάλλιο, σαν σήμερα 25/9 του 2005 μεγάλωσαν με το «μύθο» του 1987 και βρήκαν ένα έδαφος έτοιμο να το καλλιεργήσουν. Να δούμε τι θα κάνουμε τώρα. Γράφει ο Νίκος Μπουρλάκης

Πολλές φορές έχω ξαναγράψει ότι δεν είναι δυνατό να ζούμε με τις αναμνήσεις αλλά να επιδιώκουμε να δημιουργούμε καινούργιες. Το παρελθόν δε σβήνεται θα είναι πάντα εδώ για να μας καθοδηγεί κι έχουμε χρέος να το μεταδίδουμε στις νεότερες γενιές για να καταλαβαίνουν.

Επιμένω ότι το 1987 θα πρέπει να αποτελεί «μάθημα» σε όλες τις ακαδημίες μπάσκετ στην Ελλάδα. Χωρίς εκείνο το θρίαμβο δε θα υπήρχε η «έκρηξη» που ακολούθησε, με το τεράστιο ενδιαφέρον, με τα χιλιάδες νέα δελτία, με τα πολλά χρήματα, τα εκατομμύρια που έπεσαν (και δυστυχώς δεν αξιοποιήθηκαν μακροπρόθεσμα αλλά εφήμερα) το επαγγελματικό πρωτάθλημα, τα συμβόλαια, τις νέες θέσεις εργασίας. Και τόσα άλλα ακόμα που θα χρειάζεται να καταναλώσουμε πολύ χώρο για να τα καταγράψουμε. Στην ουσία το 1987 καθοδήγησε το μέλλον, βοήθησε στην ανάπτυξη αλλά το πρόβλημα είναι πάντοτε το εξής: Στασιμότητα στην πορεία της ιστορίας σημαίνει οπισθοχώρηση.

Τα παιδιά του 2005 που κατέκτησαν το χρυσό μετάλλιο στις 25 Σεπτεμβρίου στο Βελιγράδι ήταν η «σπορά» του 1987. Όταν ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Φάνης και ο Φασούλας μεσουρανούσαν στο ΣΕΦ, οι περισσότεροι ήταν μαθητές Δημοτικού που «χάζευαν» όσα γίνονταν κι αυτό τους έκανε να ακολουθήσουν τα όνειρά τους.

Γέμισαν τα γήπεδα, αγάπησαν το μπάσκετ και δημιούργησαν ένα περιβάλλον εύφορο ώστε να ακολουθήσουν κι άλλα παιδιά που το 1987 δεν πήγαιναν καν στο σχολείο. Αλλά βρήκαν τις συνθήκες, άκουγαν για «μπάσκετ» παντού, ήταν πολύ κοντινός ο «θόρυβος» από το θρίαμβο του ’87.

Μας χάρισαν ακόμα ένα χρυσό μετάλλιο, ακόμα μια πολύ μεγάλη στιγμή, ακόμα μια σελίδα στο χρυσό βιβλίο της Εθνικής ομάδας και του ελληνικού μπάσκετ. Το γιατί δεν υπήρξε «σπορά» από το 2005 και μετά (αν και φάνηκε κάτι τέτοιο από τους 90άρηδες που ήταν καλή γενιά, ίσως η τελευταία σπουδαία του ελληνικού μπάσκετ) είναι κάτι που πρέπει να μας απασχολήσει. Χωρίς να ξεχνάμε βέβαια ότι έχει αλλάξει ο κόσμος, ότι τα παιδιά πλέον έχουν πολλά περισσότερα «ερεθίσματα» και λιγότερο χρόνο, άρα οφείλουμε να βρούμε το δρόμο ώστε να τους δείξουμε πόσο ποιοτικός μπορεί να γίνει αυτός ο χρόνος τους μέσα από το μπάσκετ.

Κι αυτό θα συμβεί όταν καταφέρουμε να αποβάλλουμε όσα μας «πληγώνουν» και δεν μας επιτρέπουν να προχωρήσουμε. Όταν αρχίσουμε να συμπεριφερόμαστε στους νεαρούς αθλητές σαν «παιδιά» και όχι σαν «ρομπότ εκμάθησης συστημάτων» χωρίς να δίνουμε βάρος στην τεχνική.

Όταν, επίσης, αποφασίσουμε να βάλουμε στο περιθώριο όσους εκμεταλλεύονται τα όποια όνειρα και τα κάνουν fast track χωρίς να τους ενδιαφέρει ότι αυτή η διαδικασία απλώς τελειώνει την κασέτα πολύ γρηγορότερα. Κι επίσης όταν επιτέλους αντιληφθούμε ότι το όραμα είναι κοινό. Ότι σε μια περιοχή περιορισμένων τετραγωνικών δε μπορούν να υπάρχουν δέκα ομάδες- μαγαζάκια, αλλά μία ή δύο που θα ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ στενά κι αυτό θα φέρνει κέρδος και σε αυτές αλλά και στο ελληνικό μπάσκετ. Αυτή τη στιγμή το ελληνικό μπάσκετ έχει ένα παγκόσμιο brand τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, ο οποίος φέρνει κόσμο στα ανοιχτά, έκανε και πάλι τα παιδιά να είναι «ζωηρά» με το μπάσκετ. Ας χτίσουμε γύρω σε αυτό, διορθώνοντας όλα τα υπόλοιπα.