Βλέπαμε τον Νίκο Γκάλη και τον Ντέιβιντ Ίνγκραμ και αυτόματα γυρίζαμε το μυαλό μας πίσω. Για να θυμηθούμε τις μοναδικές τους παραστάσεις, τότε που το μπάσκετ ήταν το… κέντρο του ενδιαφέροντος στην Ελλάδα. Τότε που τα γήπεδα ήταν «τίγκα» και φυσικά δεν αναφερόμαστε μόνο σ’ εκείνα της τότε Α1. Αλλά και των άλλων κατηγοριών καθώς επίσης και τον τοπικών ή ακόμα και τα ανοιχτά σε αγώνες παίδων ή εφήβων.

Ήταν μια άλλη εποχή εντελώς διαφορετική που αν επιδιώξεις να την περιγράψεις στα νέα παιδιά, πιθανότατα θα θεωρήσουν ότι υπερβάλλεις. Κι όμως δεν υπάρχει καμία υπερβολή.

Ο Νίκος Γκάλης, ο «Θεός» του ελληνικού μπάσκετ και ο Ντέιβιντ Ίνγκραμ, ένας από τους καλύτερους Αμερικάνους που έπαιξαν ποτέ στη χώρα μας, ήταν κάτι ξεχωριστό. Σεσημασμένοι σκόρερ, ικανοί να κερδίσουν μόνοι τους μια ομάδα και να διαλύσουν οποιαδήποτε αμυντική στρατηγική του αντιπάλου. Γι’ αυτό και ο κόσμος τους λάτρεψε.

Το ταλέντο τους ήταν αναμφισβήτητο  αλλά δεν έμειναν μόνο σε αυτό. Όσοι τους έζησαν μπορούν να σας το βεβαιώσουν. Ο Νίκος Γκάλης δούλευε σαν τρελός, πρόσεχε τη διατροφή του και τη ζωή του, ήταν άριστος επαγγελματίας. Ο Ντέιβιντ Ίνγκραμ έμπαινε να παίξει… ιδρωμένος αφού πριν από κάθε αγώνα συνήθως έκανε ατομική προπόνηση στα σουτ. Κι όταν αστοχούσε σε βολή στη διάρκεια αγώνα, την επόμενη μέρα το πρωί ήταν παρών στο «Ιβανώφειο» για να σουτάρει χίλιες βολές!

Η προπόνηση που έκανε ο Γκάλης είναι η απόδειξη ότι για να φτάσεις ψηλά θα πρέπει να δουλεύεις συνεχώς και να μη σταματάς να βάζεις στόχους και κίνητρο. Τα ίδια ισχύουν και για τον Ίνγκραμ.

Ανέφερα τα παραπάνω για να τονίσω την αξία του ταλέντου συνδυαστικά με τη δουλειά. Καθώς έτσι μπορείς να πιάσεις κορυφές ή τουλάχιστον να τις διεκδικήσεις.

Θα μου επιτρέψετε όμως να μείνω στο ταλέντο… Το οποίο πρέπει να αναδεικνύεται και όχι να «πνίγεται».

Ίσως κάνω και λάθος, αλλά εκείνη την εποχή, η προσωπικότητα και το ταλέντο, η ικανότητα ενός παίκτη ήταν πάνω από τα συστήματα. Τι θέλω να πω; Ότι μέσα από το σύστημα αναδεικνυόταν το ταλέντο και η ικανότητα του παίκτη.

Δεν ήταν όλοι… Γκάλης, Ίνγκραμ, Γιαννάκης, Χριστοδούλου ή Πρέλεβιτς αλλά σίγουρα ακόμα και σε «μικρογραφία» σε όλες τις ομάδες, έτσι λειτουργούσε η διαδικασία.

Ο παίκτης έκανε καλύτερο το σύστημα και προσαρμοζόταν επάνω του. Δε γινόταν το αντίθετο… Αυτή η «αυστηρότητα» της εφαρμογής του συστήματος, ανεξάρτητα ατομικών χαρακτηριστικών και ο «ευνουχισμός» του ατομικού ταλέντου, μήπως θα έπρεπε κάποια στιγμή να σταματήσει;

Όλη αυτή η αυτοματοποιημένη διαδικασία που βγαίνει από τις… ακαδημίες, μήπως τελικά δεν μας κάνει καλό; Για να το πω λαϊκά και κατανοητά, τι να το κάνω το τέλειο σύστημα όταν καταλήξει στο να μη μπορείς να βάλεις με άνεση το ελεύθερο σουτ;

Δε θα ξαναβγάλουμε Γκάλη ή Ίνγκραμ βέβαια αλλά σίγουρα θα αρχίσουμε να παράγουμε περισσότερους μπασκετμπολίστες παρά «ρομπότ»