Στα 5 χρόνια που αγωνίστηκε στον Ηρακλή ο Ντέιβιντ Ίνγκραμ, αρχής γενομένης από τους τέσσερις ευρωπαϊκούς αγώνες της σεζόν 1987-1988 κόντρα σε Πλέβεν και Εστουδιάντες (όπου είχε τον «ταπεινό» μέσο όρο των 35 πόντων) άφησε στίγμα ως ένας από τους κορυφαίους σκόρερ που είδαμε ποτέ στο πρωτάθλημά μας.

Οι τριαντάρες, οι σαραντάρες κι ενίοτε οι πενηντάρες ήταν συνηθισμένη υπόθεση για τον Αμερικανό που ποτέ δεν τον είπαμε με το πραγματικό του όνομα (Άνκρουμ) όπως και ποτέ δε μας είχε πει την ηλικία του. Σε κάθε περίπτωση όσοι ζήσαμε στην εποχή του Ίνγκραμ που συνέπεσε φυσικά με την «αυτοκρατορία» του Νίκου Γκάλη, μπορούμε να θυμόμαστε με νοσταλγία έναν σπουδαίο παίκτη, τεράστιο σκόρερ κι εξαιρετικό χαρακτήρα!

Το «μαύρο διαμάντι» όπως έγραφαν τα ΜΜΕ της εποχής. Ο Ίνγκραμ ήταν ένας σεσημασμένος σκόρερ τον οποίο είχε ανακαλύψει στο καμπ του Σίρακιους ο Μάκης Καλανταρίδης, τότε ασίσταντ του Σούλη Μαρκόπουλου στον Ηρακλή. Οι Θεσσαλονικείς αναζητούσαν Αμερικανούς που θα τους βοηθούσαν στο Κύπελλο Κόρατς (ακόμα δεν έπαιζαν οι ξένοι στο πρωτάθλημα) και ο Ίνγκραμ ήταν παίκτης στo CBA αλλά και βοηθούσε ως προπονητής στο καμπ.

Παρεμπιπτόντως στο CBA είχε ένα μέσο όρο 15 πόντων με τους Albany Patroons και προπονητή τον Φιλ Τζάκσον.

Ήταν καλοκαίρι του ’87. Το βράδυ μαζεύονταν οι προπονητές κι έπαιζαν μεταξύ τους. Ο Καλανταρίδης είδε τον Ίνγκραμ και ξετρελάθηκε. «Με δύο χιλιάδες δολάρια θα σου φέρω έναν Αμερικάνο που θα βάζει πενήντα πόντους» είπε στον πρόεδρο, Κώστα Χαϊτογλου. «Ναι σιγά» του απάντησε.

Ο Καλανταρίδης επέμεινε ώστε να αποκτηθεί ο Ίνγκραμ και το deal έγινε. Στον πρώτο του αγώνα κόντρα στην Πλέβεν βάζει 47 πόντους στο «Ιβανώφειο». Άλλους 26 στη ρεβάνς και στην πρόκριση του Ηρακλή. Κόντρα στην ισχυρή Εστουδιάντες ο Ηρακλής δεν κατάφερε να προκριθεί αλλά ο Ίνγκραμ πέτυχε 42 πόντους στη Θεσσαλονίκη και 25 στην Μαδρίτη.

Από την επόμενη σεζόν μπήκε και στο πρωτάθλημα.

Σε 104 αγώνες στο ελληνικό πρωτάθλημα είχε τον εκπληκτικό όρο των 33,7 πόντων ανά αγώνα. Σε τέσσερα χρόνια πέτυχε συνολικά 3.501 πόντους στο πρωτάθλημα και χίλιους στην Ευρώπη (μέσος όρος 30,3).

Στο ελληνικό πρωτάθλημα δεν κατάφερε ποτέ να στεφθεί πρώτος σκόρερ. Ήταν δεύτερος από το 1989 ως και το 1992, τις πρώτες τρεις χρονιές πίσω από τον Νίκο Γκάλη και την τελευταία πίσω από τον Ζάρκο Πάσπαλι.

Σε κάθε μια από τις τέσσερις σεζόν του είχε μέσο όρο μεγαλύτερο των 30 πόντων. Συγκεκριμένα τη σεζόν 1988-1989 είχε 31,9. Την επόμενη είχε 37,1, τη μεθεπόμενη 34,3 και την τελευταία του 31,1! Το προσωπικό του ρεκόρ στο πρωτάθλημα ήταν οι 59 πόντοι κόντρα στο Περιστέρι (σεζόν 1990-1991), στο Κύπελλο οι 58 κόντρα στον Έσπερο (το 1989) και στην Ευρώπη οι 53 κόντρα στη Ρίγα!

Το καλοκαίρι του 1992 ο Ηρακλής δεν προχώρησε σε επέκταση της συνεργασίας με τον Ίνγκραμ. Ήταν σοκ για όλους, πολύ περισσότερο για τον ίδιο. Που δεν έκρυψε τον καημό του ότι δεν θα ήταν παρών στο πρώτο επαγγελματικό πρωτάθλημα, με τους πολύ μεγάλους παίκτες που είχαν έρθει, για να δείξει την αξία του.

Σε κάθε περίπτωση, ο Ντέιβιντ Ίνγκραμ παραμένει ακόμα και τώρα ο κορυφαίος ξένος παίκτης στην ιστορία του Ηρακλή. Κι ας έπαιξαν μετά απ’ αυτόν στην ομάδα ο Εξέβιερ ΜακΝτάνιελ, ο Γουόλτερ Μπέρι, ο Ρόι Τάρπλεϊ, ο Τζέιμς Ντόναλντσον, ο Γιούρι Ζντοβτς και τόσοι άλλοι.

Άλλος… Ίνγκραμ δεν πρόκειται να ξαναπεράσει από τον Ηρακλή. Και στη γιορτή για τα 100 χρόνια από την ίδρυση της ομάδας μπάσκετ, έχει μια περίοπτη θέση.