Οι απουσίες των Παπαγιάννη και Σλούκα υποχρεώνουν την Εθνική Ομάδα να έχει αντίπαλο και το χρόνο μέχρι το Ευρωμπάσκετ ενώ η επιτυχία των Παίδων θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με σύνεση και όχι με διθυράμβους. Γράφει ο Νίκος Μπουρλάκης.

 

Ήταν όμορφο το βράδυ της Τετάρτης. Η έναρξη του τουρνουά Ακρόπολις και η πρόκριση της Εθνικής Παίδων στην τετράδα του Πανευρωπαϊκού, μας έφεραν χαμόγελα που πάντως σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να ξεφύγουν των επιτρεπτών ορίων.

Επέλεξα να ασχοληθώ συνδυαστικά με τις δύο ομάδες, διότι τις «συνδέει» ο παράγοντας- χρόνος. Αυτόν έχουν ανάγκη τόσο οι μεγάλοι όσο και οι μικροί. Με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο, βέβαια, που θα αναλύσουμε παρακάτω.

Για την Εθνική Ανδρών, θα τα πούμε περισσότερο αναλυτικά όταν ολοκληρωθεί και το Ακρόπολις και πριν τους πρώτους αγώνες της β’ φάσης των προκριματικών του Παγκοσμίου, κόντρα σε Σερβία και Βέλγιο που απέχουν ελάχιστα από το πρώτο τζάμπολ του Ευρωμπάσκετ.

Προσωπικά- και θέλω να το καταθέσω αυτό- η ελληνική ομάδα δεν είναι ΤΟ φαβορί για το χρυσό. Βλέπω, για παράδειγμα, την Γαλλία να βρίσκεται πιο μπροστά απ’ όλους αυτή τη στιγμή, όμως όλα θα φανούν στο γήπεδο. Βέβαια το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα βρίσκεται σίγουρα μέσα στις ομάδες που μπορούν να διεκδικήσουν το χρυσό και μια διάκριση.

Το ξεκαθαρίζω αυτό από νωρίς, όχι για άλλο λόγο πέρα από το να καταλάβετε τη σκέψη μου. Θα ήμουν περισσότερο ασφαλής αν στη θέση «1» υπήρχε επιπλέον ποιοτική λύση εκτός του Νικ Καλάθη κι εναλλακτικά του Σλούκα.

Όμως εμφανίζεται ακόμα ένας «αντίπαλος» για την Εθνική ομάδα κι αυτός είναι ο χρόνος. Οι τραυματισμοί του Γιώργου Παπαγιάννη και Κώστα Σλούκα έφεραν και τους δύο παίκτες και μαζί την ομάδα πιο πίσω καθώς μιλάμε για κομβικά στελέχη.

Είδατε στην επιστροφή του, κόντρα στους Πολωνούς, πόσο «πίσω» ήταν ο Σλούκας από τους υπόλοιπους. Ο δε Παπαγιάννης θα είναι έτοιμος στα κρίσιμα αλλά ουσιαστικά βρίσκεται εκτός ρυθμού. Είναι ένας παίκτης που μπορεί να παίξει μεγάλο ρόλο στην αγωνιστική ταυτότητα της Εθνικής Ομάδας, κυρίαρχος σέντερ, φόβητρο, που μαζί με τον Γιάννη κάνουν μεγάλο δίδυμο με διαφορετικά χαρακτηριστικά.

Είναι, λοιπόν, ένα θέμα αυτό το οποίο έχει να αντιμετωπίσει ο Δημήτρης Ιτούδης, ο οποίος- κατά την ταπεινή μου άποψη- είναι το μεγάλο «συν» για την Εθνική ομάδα αφού μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση.

Τα υπόλοιπα θα τα δούμε, όπως προαναφέραμε, στο τέλος του τουρνουά. Και τις λύσεις που μπορεί να δώσει ο Ντόρσεϊ (4/9 τρίποντα και 9 πόντοι σερί όταν «ξεκόλλησε» η Εθνική) στα ντουμπλαρίσματα (και βάλε..) που θα γίνονται στον Γιάννη και το σημαντικότερο ρόλο του Κώστα Αντετοκούνμπο μέχρι να βρει ρυθμό ο Παπαγιάννης και τη «μονομαχία» Λούντζη- Καλαϊτζάκη για πέμπτο γκαρντ (είναι αλήθεια ότι ο Παναγιώτης χρησιμοποιείται ως πλέι μέικερ που δεν είναι η φυσική του θέση).

Κι αρκετά ακόμα επίσης.

 

Πάμε και στην Εθνική Παίδων που μπήκε στην τετράδα και μας μοίρασε χαμόγελα. Προσωπικά δεν πρόκειται να αλλάξω στάση: Στις μικρές Εθνικές ομάδες το πρώτο που πρέπει να βλέπεις είναι αν τα παιδιά παίζουν ΣΩΣΤΑ. Αυτό είναι το πρώτο κι αν έρθει και διάκριση ή μετάλλιο τότε τα πράγματα είναι ακόμα καλύτερα αλλά κι εκεί απαιτείται διαχείριση.

Ο Βαγγέλης Ζιάγκος που άλλωστε δεν είναι «πρωτάρης» σε αυτές τις ηλικίες (ασχολείται ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ με τις υποδομές) έχει παρουσιάσει μια δομημένη ομάδα, με ισορροπία σε επίθεση και άμυνα, με παιδιά που παίζουν σωστά. Είδαμε τον τρόπο που κάλυψαν τις σημαντικές απουσίες κι όπως ορθότατα δήλωσε ο Ζιάγκος, «χρησιμοποιούν ως κίνητρο τα προβλήματα».

Ποια είναι η δική μας υποχρέωση; Να μην αρχίσουμε να φορτώνουμε σε αυτά τα παιδιά όλο το βάρος του ενθουσιασμού μετά την κακή εικόνα των άλλων «μικρών» ομάδων. Χρειάζεται σύνεση και κυρίως να καταλάβουν οι αθλητές ότι ο χρόνος είναι σύμμαχός τους και είναι στο χέρι να γίνουν ακόμα καλύτεροι.

Με ένα μετάλλιο, ό,τι χρώμα κι αν έχει, με συμμετοχή στην τετράδα ενός Πανευρωπαϊκού δεν «τελειώνει» η καριέρα τους, δεν εξασφαλίζουν τίποτα παρά μόνο παίρνουν σημαντικά εφόδια ώστε να ανιχνεύσουν τα όριά τους και να βάλουν τις βάσεις ώστε να βελτιωθούν ακόμα περισσότερο στο μέλλον.

Αυτό είναι το θέμα που πρέπει να κοιτάξουμε ΟΛΟΙ, να μην «τρελάνουμε» αυτά τα παιδιά, να μην αρχίσουμε να ανακαλύπτουμε «νέους Γιάννηδες», να μη βρουν την ευκαιρία διάφοροι να «πλουτίσουν», αλλά να επικρατήσει η λογική.

 

Και κάτι τελευταίο: Ο Γιώργος Δημητρόπουλος ήταν ένας ικανός επαγγελματίας, εξαιρετικός και φιλόδοξος άνθρωπος, αυτοδημιούργητος που χάρη σε όλα τα προαναφερόμενα έφτασε από νωρίς στην κορυφή. Λες και «βιαζόταν» να κατακτήσει τα πάντα.

«Έφυγε» νέος και φυσικά αυτό μας γεμίζει θλίψη. Προσωπικά, ένιωσα ακόμα περισσότερη θλίψη αναζητώντας πόσοι εκ των συναδέλφων του (ατζέντηδες) αισθάνθηκαν την ανάγκη να τον «αποχαιρετήσουν» δημόσια και να του αποδώσουν το σεβασμό.

Απ’ ότι φαίνεται ο ανταγωνισμός ισχύει και σε τέτοιες καταστάσεις.