Επειδή κάθε μέρα δεν θα είναι του Αη Γιαννιού (Χρόνια Πολλά στους εορτάζοντες επί τη ευκαιρία) κι επειδή έχω λίγη ώρα μέχρι να έρθει η παρέα για να βγούμε έξω (βράδυ που είναι), είπα να γράψω αυτό για το οποίο σας είχα προετοιμάσει: για την εξυπηρέτηση με το αζημίωτο…
Αρκετός κόσμος άλλαξε τον χρόνο πάνω από μια τσόχα, πίσω από μια ρουλέτα. Το… απαιτεί η μέρα να κυνηγά κανείς την τύχη του. Κάποιοι αποφεύγουν και αυτό, κρατάνε αποστάσεις ασφαλείας από τα τυχερά παιχνίδια. Άλλοι πάλι τα έχουν κομμάτι της καθημερινότητάς τους…
Ο ήρωας της ιστορίας μας λατρεύει τον τζόγο. Κι ως γνωστό ο πίνων μεθάει και ο παίζων χάνει. Κι αυτός, καλός παίκτης αλλά μέρος της ιστορίας (άρα και κομμάτι της παροιμίας), οπότε χάνει. Τελευταία χάνει πολύ περισσότερα από αυτά που κατά καιρούς κερδίζει.
Στον τζόγο υπάρχει ο όρος “ταπί και ψύχραιμος“. Ο ήρωας της ιστορίας είναι ψύχραιμος γιατί δεν έμεινε ποτέ ταπί. Βλέπετε, στις δύσκολες στιγμές, εκεί που η τύχη του είχε γυρίσει την πλάτη και δεν έλεγε να του ρίξει ούτε βλέμμα, βρίσκεται πάντα ένας καλός φίλος να τον βοηθήσει.
Πάντα ο ίδιος φίλος. Ο οποίος έχει την άνεση, βρε παιδί μου, καθώς πέρα από την οικονομική του επιφάνεια, διαθέτει και ρευστότητα, πράγμα δύσκολο στις μέρες μας. Κι επειδή οι φίλοι στις δύσκολες στιγμές φαίνονται, φροντίζει πάντα να καλύπτει τα ανοίγματα του φίλου του.
Θα ήταν προτιμότερο, ως καλός φίλος που είναι, να τον προέτρεπε να σταματήσει ή έστω να μετριάσει το πάθος του, αλλά από μια ηλικία και μετά δύσκολα αλλάζει κανείς συνήθειες. Βεβαίως, όπως έγραψα και στην αρχή του κειμένου, η εξυπηρέτηση γίνεται με το… αζημίωτο.
Όχι πως ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας δεν επιστρέφει τα χρήματα που δανείζεται. Α, όλα κι όλα, κιμπάρης άνθρωπος είναι. Όμως κι η υποχρέωση (όπως και να το κάνουμε) υποχρέωση είναι. Έτσι φροντίζει να μην χαλάει κι αυτός χατίρι στον κολλητό του…
Ο “χρηματοδότης“, γνωρίζοντας πως είναι ο -με απόσταση- πιο καλός φίλος του ήρωα μας έχει ξεθαρρέψει και κάνει ό,τι γουστάρει. Τον βρίζουν όλοι, αυτός απτόητος. “Δεν μασάει“. Κι έχει βάλει τόσο υψηλούς στόχους, που σε όποιον κι αν το άκουσε, του έπεσε η μασέλα από τα γέλια.
Βλέπετε, δεν γνωρίζουν πόσο καλά κρατιέται ο “χρηματοδότης” και πόσο κοντά είναι στον “ήρωα” της υπόθεσης. Αυτός να δείτε γέλια που κάνει, όταν βλέπει κάτι διαδρομιστές με φάτσα κακόμοιρου κλητήρα να θέλουν να κυνηγήσουν το ίδιο όνειρο με αυτόν. “Πού πάτε ρε γατάκια“;
Περισσότερα για την ιστορία δεν θα γράψουμε. Θα σταματήσουμε εδώ, για να μην θίξουμε υπολείψεις. Εμείς και τα πάθη (εγώ έχω τα περισσότερα) δεχόμαστε, και τις αδύναμες πλευρές του ανθρώπου. Αυτό που δεν δεχόμαστε είναι να παίζουν κάποιοι στα… ζάρια πράγματα που δεν τους ανήκουν.
Τα υπόλοιπα στο εγγύς μέλλον…