Στον σύγχρονο επαγγελματικό αθλητισμό δεν υπάρχουν ούτε “ιδέες“, ούτε “προδότες“, ούτε τίποτα. Οι παίκτες είναι εργαζόμενοι και όπως συμβαίνει σε όλο τον πλανήτη, σε όλες τις δουλειές, αναζητούν τις καλύτερες συνθήκες εργασίας, είτε αυτό έχει να κάνει με το μισθολογικό, είτε με την υπεραξία (βάσει της αξίας της επιχείρησης), είτε με άλλους –προσωπικούςπαράγοντες.

Ως εκ τούτου, όλες οι μεγαλόστομες εκφράσεις, είναι για κατανάλωση, χωρίς καμία ουσία και βαρύτητα. Όμως, ακόμα κι εδώ παρατηρώ πως υπάρχει… αστοχία υλικού. Μπορεί κανείς να διαφωνεί (υποχρέωσή του), αλίμονο να συμφωνούσαμε όλοι σε όλα, αλλά ας το συζητήσουμε βρε παιδιά.

Ο Παναθηναϊκός άλλαξε… δέρμα. Με εξαίρεση τους Δημήτρη Διαμαντίδη και Κώστα Τσαρτσαρή, ουδείς άλλος έμεινε στο ΟΑΚΑ να θυμίζει την περσινή ομάδα. Ο Στράτος Περπέρογλου είναι αυτός που επιλέχθηκε για το… απόσπασμα, ένεκα του ότι προτίμησε τον “αιώνιο” αντίπαλο.

Αντιλαμβάνομαι το ιδιαίτερο του γεγονότος, όμως αν θέλουμε να αναζητήσουμε κάποιον απ’ όσους επέλεξαν να φύγουν, ο οποίος δεν… σεβάστηκε (σ.σ. για να μην σας κουράσω αποφεύγω να βάζω εισαγωγικά σε λέξεις, καθώς αρκετές από αυτές θα χρησιμοποιηθούν καταχρηστικά) την προσφορά του Παναθηναϊκού πρέπει να στραφούμε στον “αγαπημένο της εξέδραςΜάικ Μπατίστ και σε κανέναν άλλον.

Οι αδερφοί Καλάθη δεν δέχθηκαν ποτέ πρόταση ανανέωσης. Ο Πατ πέρασε και δεν ακούμπησε, ο Νικ είχε δείξει μέσα στη χρονιά ότι δεν είναι ευτυχισμένος στην Αθήνα και κανείς δεν μπήκε στον κόπο να τον μεταπείσει. Γιατί να το κάνει, άλλωστε; Το 1.500.000 ευρώ που έδωσε η Λοκομοτίβ Κούμπαν ακούγεται στ’ αυτιά μου σαν… “ληστεία μετά φόνου“, οπότε δεν το συζητώ.

Καλά έκαναν τα παιδιά και αναζήτησαν την επόμενη μπασκετική τους στέγη. Το αυτό ισχύει και για τους Στίβεν Σμιθ και Ντέιβιντ Λόγκαν (α, να μην ξεχάσω και τον Αλέξη Κυρίτση).

Προχωράμε: Ο Ίαν Βουγοιύκας έδωσε… δικαιώματα με τις περσινές του εμφανίσεις, αλλά και άκουσε πολλά. Ότι δεν λατρεύει την προπόνηση, ότι δεν προσπαθεί, ότι δεν έχει θέση στον Παναθηναϊκό. Καλό συμβόλαιο βρήκε, καλά έκανε και έφυγε. Μεταξύ μας, ανάμεσα σε Σοφοκλή Σχορτσιανίτη και Ίαν Βουγιούκα τον πρώτο θα ήθελα στην ομάδα, οπότε κι εδώ τα πράγματα είναι απλά.

Ο Ρομέιν Σάτο απάλλαξε τον Παναθηναϊκό από ένα βάρος και μάλλον πρέπει κάποια στιγμή να συζητήσουμε γιατί ήρθε και όχι γιατί έφυγε. Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους πάντα έλεγε πως θέλει να κλείσει την καριέρα του στην “αγαπημένη τουΜπαρτσελόνα.

Ο Κώστας Καϊμακόγλου είναι πιο δικαιολογημένος από οποιονδήποτε άλλον. Σε μια ηλικία (φλερτάρει με τα 30) που αν δεν κάνει τώρα “ακριβό συμβόλαιο” δεν θα κάνει ποτέ, ήταν λογικό να αποδεχθεί την καλύτερη οικονομική πρόταση. Όποιος πει κάτι διαφορετικό, απλά θα είναι ψεύτης. Καθένας στη θέση του το ίδιο θα έκανε.

Πάμε, λοιπόν, στον λατρεμένο της εξέδρας. Όταν ήρθε στον Παναθηναϊκό ο Μπατίστ ήταν ένας άγνωστος Αμερικανός, που αν ο Μίλωνας είχε λίγες χιλιάδες δολάρια παραπάνω, θα βολόδερνε στη θέση “3“. Στον Παναθηναϊκό δοξάστηκε, πλούτισε, έγινε ένα από τα κορυφαία (με την αξία και τη μαγκιά του) ονόματα στο ευρωπαϊκό μπάσκετ.

Είναι στα 35 και οδεύει προς τα 36, με ένα βεβαρημένο μυϊκό σύστημα, αρκετούς τραυματισμούς και έχει χάσει -λογικό-τη φρεσκάδα του. Ήταν αυτός, αν δεν με απατά η μνήμη μου, που έσκυβε και φίλαγε το παρκέ στο ΟΑΚΑ, όταν ο Παναθηναϊκός νίκησε τον Ολυμπιακό στον τέταρτο τελικό. Τότε πολλοί φίλοι του “τριφυλλιούσυγκινήθηκαν, δάκρυσαν, λάτρεψαν (ακόμα περισσότερο) τον “μπουλντόζα“.

Η ομάδα έπρεπε να ξεκινήσει από την αρχή. Χρειάζονταν κάποιες “κολόνες“. Ο Μπατίστ ΟΦΕΙΛΕ να είναι μια από αυτές. Θα καταλάβαινα αν από τη στιγμή που είπε το “αντίο” ο Ομπράντοβιτς δήλωνε “φεύγω κι εγώ“. Όμως, διαπραγματεύτηκε σκληρά τους οικονομικούς όρους της ανανέωσης κι εντέλει προτίμησε την πρόταση από την Τουρκία, που τον κάνει λίγο πιο πλούσιο απ’ όσο είναι.

Είναι μαθηματικά βέβαιο πως αυτό είναι το τελευταίο του μπασκετικό συμβόλαιο. Μπορούσε να μείνει στον Παναθηναϊκό, εκεί όπου είχε ό,τι ζητούσε η καρδιά του. Να υπογράψει με την καρδιά και όχι με το μυαλό. Δεν το έκανε…

Προσωπικά αδιαφορώ για την επόμενη επιλογή κάθε παίκτη. Αντιλαμβάνομαι πώς σκέφτονται αυτοί που δεν αδιαφορούν και που σήμερα τα έχουν με τον Περπέρογλου. Αντιλαμβάνομαι, δεν σημαίνει συμφωνώ. Το αντίθετο, διαφωνώ πλήρως.

Όμως περίμενα από τον Μπατίστ να βάλει περισσότερο συναίσθημα και λιγότερους υπολογισμούς. Όπως περίμενα και από αυτούς που σήμερα τα βάζουν με τον Στράτο να δουν πως ο “αγαπημένος” τους αγάπησε πολύ το πράσινο χρώμα. Μόνο που το χρώμα των δολαρίων ήταν πιο έντονα πράσινο από το χρώμα της φανέλας.

Αν, λοιπόν, πρέπει (που δεν πρέπει) να μπούμε σε μια ανούσια συζήτηση, ποιος Στράτος; Ο Μάικ

[email protected]