Αρχές της δεκαετίας του ’90. Ο Νίκος Γκάλης εγκαινιάζει στη Θεσσαλονίκη, σχεδόν απέναντι από το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο, το τεράστιο κατάστημα πώλησης αθλητικών ειδών με την υπογραφή του. Όπως ήταν αναμενόμενο επικρατεί το αδιαχώρητο. Η Εγνατία μπλοκάρει από τον κόσμο που δε χάνει την ευκαιρία να δείξει γι’ ακόμη μια φορά την αγάπη του για τον “Νικ“.   

Ανάμεσα στους παρόντες κι εγώ. Μικρό παιδί τότε, δεν πολυκαταλάβαινα τι και πως. Ήξερα μόνο πως ανοίγει μαγαζί ο δεύτερος πατέρας μου. Διότι αν οι γονείς μου με έφεραν στη ζωή, ο Γκάλης με πήρε δίχως να το ξέρει από το χέρι και με οδήγησε στο γήπεδο του ρέματος του Αγίου Φανουρίου.

Περιμένοντας λοιπόν την άφιξη του Θεού, γέμισα το στόμα μου με μερικές τσίχλες stimorol που μοίραζαν στον περιβάλλοντα χώρο και προσπαθούσα να παραμείνω όρθιος ανάμεσα στον όχλο. Μαζί μου κι ο παιδικός μου φίλος ο Δημήτρης. Ίδια πολυκατοικία, ίδια πάνω κάτω καψούρα με το μπάσκετ και τον Γκάλη. Η μεγάλη στιγμή λοιπόν δεν άργησε να φτάσει. Ο “γκάνγκστερ” ήρθε κι όπως ήταν αναμενόμενο επικράτησε πανζουρλισμός. Ευτυχώς που ήταν μαζί μας και οι γονείς του Δημήτρη και μας κράτησαν ασφαλείς να λέμε. Αφού λοιπόν τον είδαμε, αποχωρήσαμε για τα σπίτια μας, τα οποία ήταν σε απόσταση αναπνοής.

Η συνέχεια με σημάδεψε, αφού μετά την επιστροφή μας, ο φίλος μου ο Δημήτρης ξαναγύρισε με τους γονείς του και έφυγε από το μαγαζί του «Νικ» έχοντας ως τρόπαιο μια φωτογραφία του ίδιου με τον Γκάλη. Ακόμη τη θυμάμαι αυτή τη φωτογραφία που στοίχειωνε τα όνειρά μου μέχρι και χθες. Κι αυτό διότι χθες όλα άλλαξαν. Η μοίρα λένε πως μας παίζει περίεργα παιχνίδια και η χθεσινή τεράστια εκδήλωση δε θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση.

Μετά το τέλος της, και κατηφορίζοντας από τα δημοσιογραφικά του “Nick Galis Hall” προς το παρκέ, έπεσα πάνω στον παιδικό μου φίλο. Οι αγκαλιές και η συγκίνηση μεγάλη, αφού βρεθήκαμε ξανά μετά από πολλά χρόνια αφού ο ίδιος κάνει τη δική του καριέρα στη Σουηδία ως ορθοπεδικός.  Αφού ανταλλάξαμε τις πρώτες μας κουβέντες σχετικά με τα νέα μας, δεν άντεξα και του το ξεφούρνισα. Ήταν η πρώτη φορά που του εκμυστηρεύτηκα το μυστικό μου. Αυτός χαμογέλασε και μου ευχήθηκε σύντομα να έχω κι εγώ τη δική μου φωτογραφία με τον θρύλο. Όπως κι έγινε.

Σχεδόν μια ώρα αργότερα, εγώ ήμουν στη θέση που βρέθηκε ο Δημήτρης σχεδόν 20 χρόνια νωρίτερα. Με το που είδα τον “Νικ” σε απόσταση βολής στη δεξίωση που παρέθεσε προς τιμήν του η ΚΑΕ Άρης, έκανα νόημα στον κορυφαίο φωτορεπόρτερ, Παύλο Μακρίδη, και μέσα σε ελάχιστες στιγμές το παιδικό μου όνειρο είχε γίνει πραγματικότητα. Μερικά δευτερόλεπτα δίπλα του και μια του ματιά ήταν αρκετά. Σ’ ευχαριστώ “πατέρα”…