Οι ελληνικές ομάδες, όταν «μίλησε» το «πρέπει», για άλλη μια φορά φώναξαν δυνατά «παρούσες». Ο Παναθηναϊκός, πήρε «διπλό» πρόκρισης στην Πόλη, απέναντι στην Νταρουσάφακα, ενώ ο Ολυμπιακός την επόμενη μέρα «διέσυρε» τη Ρεάλ Μαδρίτης στο ματς «ζωής και θανάτου» στο Φάληρο, ισχυροποιώντας τις ελπίδες για ανατροπή και πρόκριση στα play-offs. Ποια είναι τα στοιχεία που κάνει τους δύο εκπροσώπους μας να βρίσκονται και πάλι στην επιφάνεια; Τι σημαίνουν όλα αυτά, για το ελληνικό μπάσκετ και όχι μόνο;

Ο Τζίμης Κουστένης, αναλύει στο Basketblog.gr τους λόγους, για τους οποίους οι δύο «αιώνιοι» έκαναν για πρώτη φορά φέτος στο Top-16 το «δύο στα δύο», για δεύτερη συνεχόμενη εβδομάδα. Πάνω απ’ όλα, όμως, τονίζει το ρόλο που παίζουν, για μία κοινωνία που περιμένει από τους ιδίους να πάρει αφορμή, για να δικαιολογήσει ένα χαμόγελο.

«Στο παιχνίδι του ΣΕΦ, θα έδινα τον τίτλο «Ο Ευαγγελισμός του Μάντζαρη». Υπήρχαν στο παρκέ δύο ομάδες, που εκπροσωπούν δύο διαφορετικές σχολές μπάσκετ. Από τη μία πλευρά, η Ρεάλ είναι μια ομάδα γρήγορη, με πολλές κατοχές και ταχεία ανάπτυξη στο τρανζίσιον με τα σουτ από την περιφέρεια, ενώ από την άλλη ο Ολυμπιακός επιθυμεί να πηγαίνει στη δύναμη, στις πολλές επαφές και το σετ παιχνίδι. Ο Ολυμπιακός επικράτησε ξεκάθαρα σε όλους τους τομείς του αγώνα και δεν άφησε τη Ρεάλ να βρει ρυθμό μέσω των περιφερειακών σουτ, ή των επιθέσεων στο τρανζίσιον. Με μπροστάρη τον Βαγγέλη Μάντζαρη, κατάφερε να κερδίσει τόσο εύκολα, σε ένα τόσο κρίσιμο παιχνίδι. Είναι αξοσημείωτο το γεγονός ότι, αν εξαιρέσεις μια «μάχη» όπου σε ένα pick ‘n’ roll, ο Αγιόν πήρε μετά κόπων και βασάνων την μπάλα και άφησε την μπάλα στο καλάθι, η Ρεάλ βρήκε τα υπόλοιπα καλάθια της από την περιφέρεια, ενώ η μοναδική ομάδα που κατόρθωσε να διαπεράσει τα hedge out του Ολυμπιακού, ήταν όταν σε μια φάση ο Ροντρίγκες πέρασε ανάμεσα σε αυτά, για να φτάσει σε ένα όμορφο λέι-απ. Κατά κύριο λόγο, λοιπόν, αναλώθηκε σε σουτ τριών πόντων, με αποτέλεσμα η διαφορά διπόντων (16/32) και τριπόντων (12/31), να είναι μόλις στο ένα σουτ. Ο Ολυμπιακός έκανε ολοκληρωτική εμφάνιση, με όλους τους παίκτες του να βρίσκονται σε τρομερή βραδιά και τον Βαγγέλη Μάντζαρη να δίνει το έναυσμά με τα συνεχόμενα τρίποντά του στο ξεκίνημα του αγώνα. Έδειξε, ότι το ήθελε περισσότερο και πίεσε την μπάλα επίσης με μεγαλύτερη συνέπεια, κερδίζοντας αρκετές δεύτερες και τρίτες επιθέσεις. Θα λέγαμε, ότι όλα πήγαν όπως ήθελαν οι «ερυθρόλευκοι», απέναντι σε μια άμυνα, η οποία ήταν τουλάχιστον μέτρια, καθώς πλην του Κέι Σι Ρίβερς, κανείς δεν έμοιαζε να έχει μπει στο πνεύμα του παιχνιδιού. Από τη στιγμή που αποπροσανατολίστηκε η Ρεάλ, ήταν λογικό να αρχίσει να παίρνει τόσα σουτ και η διαφορά στο τέλος την κολακεύει, γιατί ο Ολυμπιακός είχε ένα σταθερό προβάδισμα των 20-22 πόντων. 

Για τον Ολυμπιακό, αυτός ήταν ένας από τους τρεις «τελικούς» του και μπροστά του, έχει απλά τους επόμενους δύο για να διεκδικήσει όσες πιθανότητες έχει, για να προκριθεί στα play-offs της Ευρωλίγκα. Εγώ προσωπικά, αναρωτιέμαι γιατί δε θα μπορούσε στην φετινή Ρεάλ, να έχει ρόλο ο Γιάννης Μπουρούσης. Δεν το λέω μόνο για την εμφάνισή της στο Φάληρο, αλλά και γενικότερα την εικόνα που έχει παρουσιάσει σε αυτή τη σεζόν. Νομίζω, πως θα μπορούσε να έχει βασικό ρόλο στη συγκεκριμένη ομάδα.

Η νίκη του Παναθηναϊκού, για να δώσουμε κι εδώ τίτλο, είχε ονοματεπώνυμο… Έλιοτ Ουίλιαμς. Σε ένα παιχνίδι πιο ανοικτό, όπου οι άμυνες δε βρίσκονταν στο μεγαλύτερο δυνατό επίπεδο συγκέντρωσης, με τους «πράσινους» ειδικά στο πρώτο δεκάλεπτο να δίνουν πολλά σουτ στην Νταρουσάφακα, τα οποία του κόστισαν 30 πόντους. Κάποια στιγμή, έσφιξε την άμυνά του και στο δεύτερο μέρος επιχείρησε να πάρει τα ηνία του αγώνα. Στο τέταρτο δεκάλεπτο, ο Διαμαντίδης αρχικά έδωσε τις ορθολογικές επιθέσεις που είχε ανάγκη η ομάδα του, για να διατηρηθεί στο «κυνήγι» της νίκης, για να έρθει στη συνέχεια ο Ουίλιαμς με τη μεγάλη του προσωπικότητα και να πάρει πάνω του την ευθύνη στα πιο κρίσιμα σουτ, με αποκορύφωμα το τρίποντο που ισοφάρισε σε 84-84 και ύστερα τις βολές που διαμόρφωσαν το τελικό σκορ. Η νίκη, είναι αυτή που μετρά σίγουρα πάνω απ’ όλα, αλλά ίσως ο Παναθηναϊκός να έπρεπε να προβληματιστεί για την εικόνα των τελευταίων δύο περίπου λεπτών, όπου παρότι κατάφερε να προηγηθεί με διαφορά τεσσάρων πόντων, έφτασε στο σημείο να χάνει με τρεις, κάνοντας επιπόλαια λάθη με χειρότερο όλων να μην καταφέρει να περάσει το κέντρο, ενώ στο 81-81 έδωσε χωρίς λόγο τρεις βολές στον Ουίλμπεκιν. Υπήρχε βέβαια, ο έξτρα παράγοντας δυσκολίας που προσθέτει μια ομάδα που παίζει στην έδρα της, χωρίς να έχει τίποτα να χάσει, αλλά μετρά το γεγονός της νίκης, η οποία εκτός του ότι κρατά τον Παναθηναϊκό ισχυρό στην υπόθεση της πρόκρισης, τον διατηρεί και ζωνταντό μέχρι και για τη δεύτερη θέση.

Φάνηκε και σε αυτό το ματς ξεκάθαρα, πόσο χρειαζόταν ο Παναθηναϊκός τα νέα του αποκτήματα. Δεν αναφέρομαι ασφαλώς, μόνο στον Ουίλιαμς, καθώς σπουδαία για πολλούς λόγους, είναι και η παρουσία των Χέινς και Χάντερ σε αυτήν την ομάδα, δίνοντας πολύτιμες βοήθειες στους συμπαίκτες τους.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που καταλαβαίνουμε, είναι ότι τώρα φαίνεται ο χαρακτήρας των μεγάλων ομάδων. Είναι ωραίο το μπάσκετ που εκπροσωπείται από την ισπανική σχολή κυρίως, αλλά και άλλες χώρες, όταν όμως πηγαίνεις σε παιχνίδια που κρίνουν τη ζωή σου, επικρατούν στοιχεία που έχουν να κάνουν με τον χαρακτήρα σου, τη συγκέντρωση, το καθαρό μυαλό, το πάθος και το πώς μπορείς να διαβάζεις το παιχνίδι. Αυτό το είδαμε φυσικά από τον Ολυμπιακό, αλλά και τον Παναθηναϊκό, ο οποίος παρότι είδε την Νταρουσάφακα να βρίσκεται σε εξαιρετική μέρα για τους λόγους που αναφέραμε, επέμενε να στέλνει την μπάλα στον Ραντούλιτσα, για να σημειώνει εύκολα καλάθια και θεωρώ, οτι διάβασε σωστά το παιχνίδι. Όταν μιλάμε φυσικά, για δυο ομάδες που κατέχουν τις μισές σχεδόν Ευρωλίγκες τα τελευταία 20 χρόνια, τότε καταλαβαίνουμε ότι έχουν πετύχει, χάρη στη σκληρή τους δουλειά, την ανθεκτικότητα σε δύσκολες καταστάσεις και σε παιχνίδια μισού γηπέδου, με πολλή τακτική και καλά τεστ στο πρωτάθλημα, όπου υπάρχει μεν απόσταση από τους υπολοίπους, αλλά έχουν να αντιμετωπίσουν μπροστά τους πολλές φορές σύνθετες άμυνες ή άλλα τεχνάσματα των αντίπαλων προπονητών, τα οποία με τον τρόπο τους, τις προετοιμάζουν για τους αγώνες της Ευρωλίγκα. Γι’ αυτό και οι Έλληνες προπονητές, όπως έχουμε αναφέρει, βρίσκονται σε εξαιρετικά υψηλό επίπεδο, με κορυφαίους εκπροσώπους μας τη δεδομένη στιγμή, τον Ιτούδη στην ΤΣΣΚΑ και τον Μπαρτζώκα στη Λοκομοτίβ Κουμπάν.

Ένα τελευταίο στοιχείο που θα ήθελα να αναφέρω και το θεωρώ πιο σημαντικό από οποιοδήποτε άλλο. Οι δύο μεγάλοι μας εκπρόσωποι, είναι ένας λόγος για να χαμογελά μια κοινωνία, η οποία έχει υποστεί πολλά βάσανα τα τελευταία χρόνια. Δεν πρέπει να υποτιμούμε, το γεγονός ότι τα βάζουν με όλα τα μεγαθήρια και στο τέλος πετυχαίνουν συνήθως, με αποτέλεσμα πολλοί να περιμένουν την Πέμπτη και την Παρασκευή, για να πάρουν αφορμή να χαρούν για κάτι. Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να ξεχνά κανείς κι ελπίζω, πως οι ελληνικές ομάδες, θα συνεχίσουν να δίνουν αυτή την αφορμή σε ολόκληρη την κοινωνία. Τις έχει ανάγκη, για να νιώθει υπερήφανη για κάποιο λόγο, αφού τα τελευταία χρόνια έχει πληγωθεί η υπερηφάνια του Έλληνα».