Το ζευγάρι που κλέβει την παράσταση στα προημιτελικά της Euroleague είναι αναμφισβήτητα το Παναθηναϊκός – Barcelona. Πολύ μελάνι έχει χυθεί στην ανάλυση του συγκεκριμένου ζευγαριού μετά από τέσσερα παιχνίδια, με το τελευταίο μόνο να έχει καθαρό αποτέλεσμα.

Με κάθε ειλικρίνεια περίμενα τα άλλα δύο ζευγάρια να έχουν την τύχη του Real – Maccabi. Τουλάχιστον αν δεν υπήρχε σκούπισμα δεν έβλεπα σε καμιά περίπτωση εύκολες επικρατήσεις των γηπεδούχων, ούτε ισοφάριση. Για αυτό δεν μου αρέσει να κάνω ποτέ προβλέψεις παρά μόνο κάποιες εκτιμήσεις για τα παιχνίδια. Στην συγκεκριμένη διοργάνωση δεν υπάρχει τίποτα δεδομένο. Αυτά για όσους νομίζουν ότι τα προημιτελικά της Euroleague είναι περίπατος στο δάσος.

Πρώτα η ισοφάριση της σειράς σε 2-2 της Anadolu Efes αρχικά με μια εύκολη νίκη και χθες σε ένα παιχνίδι θρίλερ όπου χρειάστηκε ένα 8-0 στο τέλος και ένα απίστευτο follow του Lucas. Ο πρώην ερυθρόλευκος ήταν για μια ακόμα φορά καθοριστικός εναντίον της πρώην ομάδας του. Ο Ολυμπιακός πάντως εξακολουθεί να έχει το πλεονέκτημα αφού οι δύο ομάδες μας έχουν δείξει ότι εύκολα ή δύσκολα τα καταφέρνουν στις έδρες τους.

Η Caja Laboral αφού έδωσε ένα διδακτικό μάθημα στην CSKA υπέκυψε τελικά δίνοντας την μάχη της. Η αλήθεια είναι ότι όλοι περιμέναμε εύκολη επικράτηση της CSKA του Ettore Messina. Βέβαια οι Ισπανοί εφέτος έχουν κάνει αρκετές μεγάλες εμφανίσεις αφότου έφυγε ο Ivanovic και ανέλαβε ο rookie coach Zan Tabak. Ακόμα και το τέταρτο παιχνίδι το πάλεψαν και δεν μπορείς να πεις ότι η CSKA δεν είχε και λίγο σπρώξιμο από την διαιτησία.

Αυτό που με εντυπωσιάζει είναι το γεγονός ότι στα παιχνίδια των ελληνικών ομάδων τις δύο τελευταίες εβδομάδες έγιναν κοσμοϊστορικές ανακαλύψεις που θα αλλάξουν την ιστορία του αθλήματος όπως την γνωρίζουμε μέχρι τώρα. Αυτό παθαίνει το μπάσκετ όταν τελειώνει το ποδόσφαιρο στην χώρα μας και όλοι καταπιάνονται με το μπάσκετ. Το “μπασκετάκι” όπως το αποκαλούν πριν αποκλειστούν οι ποδοσφαιρικές μας ομάδες από μεγαθήρια του Ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου όπως η Μάριμπορ και η Λεβάντε.

Πρώτα από όλα αν βάζεις τα τρίποντα είναι καλό όπως και όσα και αν επιχειρήσεις (ακόμα και με μπομπίτες). Αν δεν τα βάζεις τα φρούτα του δάσους, συγνώμη τα τρίποντα ήθελα να πω, τότε ανακαλύπτουν όλοι ότι η κατάχρηση στα τρίποντα δεν είναι σωστός τρόπος παιχνιδιού. Ο ρόλος της άμυνας του αντιπάλου δεν μπαίνει καθόλου στην εξίσωση. Εμείς κάνουμε τα σουτ, εμείς τα χάνουμε και εμείς τα βάζουμε. Το σενάριο να μας έχει αναγκάσει η άμυνα σε πολλά μακρινά σουτ ή άστοχα δεν υπάρχει. Κάηκε αυτό το σενάριο.

Αν η εκμετάλλευση στα mismatch αποδώσει μάγκας ο προπονητής, αν όχι είναι μονότονη η ανάπτυξη του επιθετικού παιχνιδιού. Αν τα small ball line ups δουλέψουν υπάρχει αγαλλίαση αλλά αν δεν έχουν αποτέλεσμα όλοι ρίχνουν το ανάθεμα στον coach που παίζει συνέχεια με τις “κοντούρες”.

Ο αργός ρυθμός μετά από νίκη είναι έξυπνη τακτική μετά από ήττα μπάσκετ “λακκουβάκια“. Εδώ στον ρυθμό γίνονται και κάποια λαθάκια καθώς πολλοί συγχέουν των αριθμό των κατοχών, με την ταχύτητα της ροής του παιχνιδιού, με το παιχνίδι του αιφνιδιασμού και γίνεται ο κακός χαμός. Πως το έλεγε γνωστό σχολιαστής της TV εκείνο το ωραίο …αυτό είναι το παιχνίδι του ………, (βάλτε οποιαδήποτε ελληνική ομάδα από τις δύο),…να τρέχει στο ανοιχτό γήπεδο (σαν τα άλογα στο λιβάδι).

Η ζώνη είναι καινοτομία στην νίκη αλλά ανταρτοπόλεμος στην ήττα. Αν μπαίνουν τα περιφερειακά σουτ φωνάζουμε… ΝΑΙ… ΜΕΣΑΑΑΑ. Αν είναι άστοχα ακούγεται μακρόσυρτα εκείνο το …εντάξει τα σουτ αλλά η ζώνη “σπάει” και από μέσα με τους ψηλούς. Σαν τα “κάστρα” που πέφτουν από μέσα. Εκεί κάπου διαπιστώνεται η απουσία του plan B από τον coach. Σιγά μην έχει plan B o προπονητής που δουλεύει ολόκληρη την ημέρα για την ομάδα.

Τα λάθη λέει και μάλιστα τα αβίαστα κοστίζουν σε μια ομάδα. Έχετε δει πολλούς προπονητές να λατρεύουν τα λάθη και να χαμογελούν με αγαλλίαση όταν η ομάδα τους υποπίπτει σε αυτά. “Κάνε παιδάκι μου λάθος, μην μου ανεβάζεις την πίεση σε παρακαλώ“.

Διάβασα κάπου ότι για να κερδίσει η Barcelona πρέπει να βάλει τα σουτ, ενώ ο Παναθηναϊκός να παίξει καλή άμυνα όπως στα προηγούμενα παιχνίδια της σειράς και να ελπίζει τα post ups σε συνάρτηση με τα σουτ τριών πόντων της αδύνατης πλευράς να του δώσουν αρκετούς πόντους ώστε να ξεπεράσει τα διαστήματα “ξηρασίας” στην επίθεση του. No shit Sherlock!
(Έκφραση που χρησιμοποιείται για κάποιο προφανές σχόλιο).

Προσωπικά θα έλεγα μην το παιδεύεται το πράγμα, απλά να πετύχουμε περισσότερα καλάθια από τους άλλους και ήμαστε μια χαρά. Έτσι συνεισφέρω και εγώ στις μεγάλες ανακαλύψεις για το πώς κερδίζετε ένας αγώνας μπάσκετ.

Σε αγώνες που κρίθηκαν στην ελάχιστη λεπτομέρεια με εξαίρεση το τελευταίο παιχνίδι οι Πεδουλάκης και Pascual έχουν μετατραπεί από ταβερνιάρηδες σε μαιτρ άπειρες φορές και έχουμε δρόμο ακόμα. Τα ίδια συμβαίνουν και με τον Μπαρτζώκα και τον Mahmuti. Κανείς δεν γλυτώνει από το ανάθεμα. Please, που έλεγε και η μεγάλη Βασιλειάδου.

Για να το σοβαρέψω, να μην μου θυμώσετε, σε καμιά περίπτωση δεν θέλω να πω ότι δεν πρέπει να γίνεται κριτική σε κάθε αγώνα σε παίκτες και προπονητές. Αλλά όταν η κριτική έχει αφορισμούς, υπεραπλουστεύσεις και είναι απλά η εκτόνωση των συμπλεγμάτων που κουβαλάμε τότε δεν είναι κριτική αγώνα. Είναι κάτι σαν δική μας ψυχανάλυση, έκφραση συμπλεγματικής συμπεριφοράς, με λίγο από ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Η κριτική που είναι μονόπλευρη και δεν λαμβάνει υπόψη της ότι σε έναν αγώνα υπάρχουν δύο ομάδες είναι λανθασμένη.

Αν γράφουμε με βάση το αποτέλεσμα ή τα οπαδικά μας αισθήματα αυτό δεν είναι κριτική αλλά “τρολλάρισμα” όπως συμβαίνει συχνά στα σχόλια διαφόρων οπαδικών, κρυφο-οπαδικών ή πολύ-οπαδικών site. Αν είναι να γράφουμε σκόπιμα πονηρές, προκλητικές, ανόητες ή επιτηδευμένες εκτός θέματος θέσεις και απόψεις με πρόθεση να προκαλέσουμε και να ενοχλήσουμε τότε όλα είναι καλώς καμωμένα.

Προσωπικά μέσα από αυτή την γωνιά του basketblog.gr έχω γράψει ένα σωρό αρλούμπες με τις οποίες πιθανολογώ άλλοι συμφωνούν και άλλοι διαφωνούν. Αλλά ποτέ δεν χρησιμοποίησα το blog για να θίξω κάποιον με βάση το προσωπικό συμφέρον ή την συμπάθεια μου προς κάποια ομάδα ή πρόσωπο. Για μένα η κριτική των αγώνων είναι να φέρει στο φως μπασκετικά θέματα προς συζήτηση. Να αναδειχθούν στρατηγικές και τακτικές κινήσεις προπονητών. Να καταγραφούν οι αγωνιστικές συμπεριφορές των παικτών που με το ταλέντο και την επίδραση τους στο παιχνίδι ανοίγουν νέους δρόμους στην σκέψη των προπονητών. Λάθη από όλους τους συντελεστές του αγώνα γίνονται και θα γίνονται.

Αυτό που πολύς κόσμος δεν καταλαβαίνει είναι ότι πολλά πράγματα προκύπτουν μέσα στο παιχνίδι αλλάζοντας την μορφή ενός αγώνα ή και της σειρά ολόκληρης. Σε σειρές best of οι ομάδες παίζουν πολλές φορές σε μικρό χρονικό διάστημα η μια με την άλλη. Αυτό έχει ως συνέπεια να παραγνωρίζονται πολλές φορές και προσπαθώντας η κάθε ομάδα να κάνει προσαρμογές επηρεάζεται η σωστή εκτέλεση. Ας δούμε ένα παράδειγμα από την σειρά Παναθηναϊκός – Barcelona.

Ο αμφισβητήσιμος Sada

Ας πάρουμε την περίπτωση του Sada που πολλοί έλεγαν ότι κακώς ο Pascual επέμενε σε αυτόν με αποτέλεσμα να παίζει η Barcelona με 4 στην επίθεση εναντίον 5 αμυντικών. Ο Διαμαντίδης που το επιτηρούσε, έπαιζε τρόπον τινά σαν λίμπερο (σκούπα) όπως στο ποδοσφαίρου παλαιότερα. Ενώ προχθές στο ΟΑΚΑ που έβαλε τον Huertas (ο Pascual), τιμώρησε τον Παναθηναϊκό που έπαιζε ποδοσφαιρικό σύστημα.

Λοιπόν στον πρώτο αγώνα ο Sada είχε σε 19 λεπτά συμμετοχής, 13 πόντους με 5/7 δίποντα, 1/2 τρίποντα, 0/2 βολές, 1 ασίστ, 1 λάθος, 3 ριμπάουντ, 11 PIR (Player Performance Index) και +/- (-4).

Αντίστοιχα ο Huertas σε 13 λεπτά είχε 8 πόντους 2/3 δίποντα, 1/6 τρίποντα, 1/1 βολή, 0 ασίστ, 2 λάθη, 0 PIR και +/- (+2).

Στο δεύτερο παιχνίδι είχαν 5 και 6 πόντους αντίστοιχα με 0/2 και 2/4 σε δίποντα τρίποντα ο πρώτος και 1/3 και 1/3 ο δεύτερος. Επίσης είχαν 3 και 4 ασίστ αντίστοιχα. Στο τρίτο παιχνίδι ο Sada έπαιξε 5 λεπτά είχε 0/5 εντός παιδιάς και ο Huertas σε 25 λεπτά 0/3.

Για να φθάσουμε στο τέταρτο παιχνίδι όπου ο Sada σε 9 λεπτά είχε 0/3 και ο Huertas στο καλύτερο του παιχνίδι σε 30 λεπτά είχε 10 πόντους, με 2/5 δίποντα, 2/7 τρίποντα (τα ποσοστά δεν είναι και τα καλύτερα) αλλά είχε 6 ριμπάουντ, 6 ασίστ (εξαιρετικά νούμερα), 2 μόνο λάθη και PIR 13.

Επομένως βλέπουμε ότι μετά το δεύτερο παιχνίδι και οι δύο παίκτες δεν είχαν καλή απόδοση με αποτέλεσμα η άμυνα του Παναθηναϊκού να αγνοεί εκτός από τον Sada και τον Huertas. Ο οποίος δε τα πήγαινε εξίσου καλά και στην δημιουργία με 5 μόνο ασίστ σε τρία παιχνίδια. Άλλωστε περνώντας κάτω από τα σκριν στο pick and roll οι παίκτες του Πεδουλάκη του έδιναν μόνο το σουτ και αφού δεν ήταν εύστοχος έγινε και αυτός μειονέκτημα για την ομάδα του. Επομένως το πρόβλημα του Pascual έγινε μεγαλύτερο.

Φυσικά όλα αυτά τα είχε επιδεινώσει η απουσία του Mickeal που χάλασε την χημεία της ομάδας του Pascual. Η επόμενη λύση του ισπανού προπονητή ήταν να παίξει ο Jasikevicius περισσότερο, που στα 37 του δεν μπορεί να συνεχόμενα 25λεπτα. Είναι και ευάλωτος στην άμυνα όπως άλλωστε και ο Huertas. Με σβηστό και τον Ingles ο Παναθηναϊκός μπόρεσε να κλειδώσει καλύτερα την ρακέτα και να αφοσιωθεί στην επιτήρηση του Navarro και των ψηλών παρέχοντας έξτρα βοήθεια στην ρακέτα. Τα καλά νέα για τον Pascual ήλθαν από το νεαρό Abrines.

Επομένως για να έλθουμε τώρα στην πλευρά του Πεδουλάκη η επιλογή του να ρισκάρει με τους Sada/Huertas βγήκε μέχρι το τέταρτο παιχνίδι. Ο προπονητής των πρασίνων δεν δίστασε να το κάνει και με τον Abrines ή ακόμα και με τον Jasikevicius. Η στρατηγική πέτυχε σε τρία παιχνίδια αλλά στο τέταρτο η Barca προσαρμόστηκε. Ο Huertas έβαλε και τρίποντο με running floater ή μπομπίτα να θέλετε και πολλοί αναρωτήθηκαν γιατί δεν το έκανε και στα προηγούμενα παιχνίδια.

Μα απλούστατα γιατί κάθε αγώνας έχει την δική του ιστορία. Παίκτες σημαντικοί πολλές φορές εξαφανίζονται και άλλοι με μικρότερο ρόλο αναδεικνύονται. Τα παιχνίδια σε αυτή την φάση δεν είναι όμοια με της regular season. Η στρατηγική και η τακτική είναι στο αποκορύφωμα. Η συχνότητα των αγώνων και η σημασία τους περιπλέκει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Το σημαντικότερο είναι να ευχαριστηθούμε τους αγώνας χωρίς υπερβολικές αντιδράσεις στην νίκη ή την ήττα.

Οι επόμενοι αγώνες που είναι do or die εύχομαι να μας γεμίσουν χαρά και O2 (ονομασία του γηπέδου του Final 4) με εκπροσώπηση στο Λονδίνο.