Δεύτερη απόπειρα «διπλού» για τον Παναθηναϊκού, δεύτερη αποτυχημένη προσπάθεια στην Χώρα των Βάσκων. Η Λαμποράλ Κούτσα, κέρδισε στην παράταση και βρίσκεται πλέον ένα «βήμα» από το Final-4 του Βερολίνου. Το «τριφύλλι» αντίθετα, είναι κοντά στην «άβυσσο» της νέας απώλειας της συμμετοχής στο κορυφαίο γεγονός για 4η συνεχόμενη σεζόν, στην τελευταία χρονιά του Δημήτρη Διαμαντίδη. Πώς μπορεί να αλλάξουν, λοιπόν, όλα αυτά τα δεδομένα;

Ο Μέμος Ιωάννου, αναλύει στο Basketblog.gr το δεύτερο παιχνίδι της προημιτελικής σειράς στη Βιτόρια και αναφέρεται στη μεταφορά της σειράς στο ΟΑΚΑ, επισημαίνοντας τους «παράγοντες» που μπορεί να διαφοροποιήσουν το «κλίμα» και να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την επιστροφή στην Ισπανία και τη διεκδίκηση του «μπρέικ» στο πέμπτο ματς. Τέλος, κάνει λόγο και για τις υπόλοιπες σειρές, εστιάζοντας στην τρομερή εμφάνιση της Μπαρτσελόνα.

«Ο Παναθηναϊκός στάθηκε πολύ πιο συγκεντρωμένος στο παρκέ και εκτός του ότι κατάφερε να είναι πάντα σε κοντινή επαφή με το σκορ, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στον πρώτο αγώνα, είχε σε εξαιρετική βραδιά τον Δημήτρη Διαμαντίδη, ο οποίος εκτός όλων των άλλων, του έδωσε σουτ από την περιφέρεια, ένα στοιχείο που δεν είχε. Κατάφερε, λοιπόν, με τα τρίποντα να φέρει το ματς στην παράταση, σε ένα ματς μάλλον κακό για τον ίδιο, αφού αμυντικά δεν κατάφερε να χαλάσει τις καλές προϋποθέσεις που θέλει να δημιουργεί για τον εαυτό της περιφερειακά η Λαμποράλ, ενώ για άλλη μια φορά δεν υπήρξε ακριβές ματσάρισμα στα αθλητικά της προσόντα.

Το θέμα είναι, ότι ακόμη και στην παράταση οι προσανατολισμοί έμοιαζαν να είναι παράξενοι, υπό την έννοια ότι με τον Καλάθη να μη βρίσκει ρυθμό ούτε εκεί, μάλλον όλοι περίμεναν τον Διαμαντίδη να μπορέσει να ορίσει πάλι μόνος τη μοίρα του ματς. Όπως και να έχει, νομίζω ότι το ΟΑΚΑ μπορεί να επηρεάσει την αντίπαλό του και να τον «σπρώξει» στις νίκες που θα τον στείλουν στο πέμπτο παιχνίδι της Βιτόρια. Εκεί, η ψυχολογία μπορεί να έχει αλλάξει, ανάλογα με το πώς θα έχουν εξελιχθεί τα παιχνίδια στην Αθήνα.

Για να γυρίσει τη σειρά, μιας και καμία δεν έχει ανατραπεί από το 2-0, πρέπει κατά κάποιο τρόπο να κάνει όσα έκανε νωρίτερα. Να είναι, δηλαδή, συγκεντρωμένος και να πάρει ενέργεια από το κοινό του στο ΟΑΚΑ, ώστε όχι απλά να πάρει τις δύο νίκες, αλλά και να φτιάξει το «κλίμα» του πέμπτου παιχνιδιού. Η Λαμποράλ έχει σημαντικά προβλήματα και νομίζω, ότι σιγά-σιγά αυτό θα φανεί. Ακόμη κι αν γυρίσει ο Χάνγκα, ο οποίος έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο πρώτο ματς με την αντιμετώπιση του Ουίλιαμς, δεν είναι σίγουρο ότι θα είναι ακριβώς ο παίκτης που είδαμε στο πρώτο ματς. Η Λαμποράλ, λοιπόν, έχει πολύ λιγότερες λύσεις, απλά ο Παναθηναϊκός πρέπει να κοιτάξει προς τα πού θα κατασταλάξει, ως προς τη λογική και τα σχήματα που θα ακολουθήσει απέναντί της. Δε γίνεται, για παράδειγμα, να μη βρίσκεις σταθερό σκορ από το «3» και το «4» και ιδιαίτερα στο μακρινό σουτ, μην παίρνοντας κάτι εκτελεστικά, ενώ από την άλλη πλευρά στην αντιμετώπιση του αντίστοιχου αντιπάλου, τον παρακολουθούσες να παίρνει τα σουτ και να ευστοχεί. Είναι θέματα, που πρέπει να αναλυθούν.

Όσον αφορά το ματς του Κράσνονταρ, έχω την εντύπωση πως η Μπαρτσελόνα είχε δείξει από το πρώτο ματς, ότι είχε τύχη να «σπάσει» την έδρα της αντιπάλου του, αν χρησιμοποιήσουμε μάλιστα τις πιθανότητες, σύμφωνα με τις οποίες συνήθως το «μπρέικ» γίνεται μάλλον στο δεύτερο παιχνίδι. Μπορώ να πω, πάντως, ότι δεν παρεξενεύει ιδιαίτερα το τρομερό της ποσοστό στα τρίποντα, καθώς αφενός χρειάζεσαι μεγάλο ποσοστό για να «σπάσεις» μια έδρα, αφετέρου η Μπαρτσελόνα έχει παίκτες με μεγάλο ταλέντο στο μακρινό σουτ. Μοιάζει, λοιπόν, να έχει αρχίσει να βρίσκει ρυθμό.

Αντιθέτως, παντελώς εκτός ρυθμού ήταν η κάκιστη Ρεάλ. Σε οτιδήποτε μπορούμε να ονομάσουμε μεθοδικότητα ή τακτική, ήταν πραγματικά πελαγωμένη. Το 2-0 της Φενέρ, είναι απόλυτα λογικό, με βάση τη μέχρι τώρα εικόνα αυτού του ζευγαριού. Ο Ερυθρός Αστέρας, από τη δική του πλευρά στη σειρά με την ΤΣΣΚΑ εντυπωσιάζει μεν, αλλά αποδίδει στο 120% των δυνατοτήτων του, έχει ξεπεράσει πραγματικά τα όρια του και είναι άξιος θαυμασμού. Η ΤΣΣΚΑ επίσης, δεν μπορεί να σε τρομάξει, ιδιαίτερα από τη στιγμή που δεν έχει τόσο δυνατή φρόντ-λάιν, όσο είχε πέρυσι».