Τέλος τελικού σημαίνει και αρχή συμπερασμάτων. Το γνωμικό λοιπόν λέει “Η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον κανόνα”, αλλά στον τελικό αυτό καταρρίφθηκε και καμία εξαίρεση δεν έγινε αλλά και επιβεβαιώθηκε ο κανόνας που θέλει να υπάρχει λόγος που κερδίζουν σχεδόν πάντα τα ποιοτικότερα ρόστερ.

Ο Παναθηναϊκός στον τελικό έδειξε στο μεγαλύτερο κομμάτι του παιχνιδιού ότι το παιχνίδι εύκολα ή δύσκολα θα το έφερνε κάποια στιγμή στα μέτρα του. Αυτό δεν μπόρεσε να γίνει μέσω οργανωμένων plays, καθώς ο Άρης έδειξε κάτι παραπάνω από διαβασμένος στην άμυνα. Οι άμυνες και τα ντουμπλαρίσματα ιδίως μέσα στο “ζωγραφιστό” ήταν textbook, και το πάθος και η διάθεση για άμυνα ξεχείλιζε. Εφόσον το 5 με 5 σετ παιχνίδι δεν του έβγαινε, αποφάσισε σοφά να ποντάρει στο ατομικό επίπεδο και να επιλέξει λύσεις απομόνωσης στην περιφέρεια. Οι αρκετά -έως πολύ- πιο ποιοτικοί περιφερειακοί παίκτες του Παναθηναϊκού καθάρισαν την μπουγάδα, καθώς πολύ έξυπνα οι συμπαίκτες τους της ρακέτας τους έδιναν πολλά mismatch στην γραμμή του τριπόντου με ψηλούς αμυντικούς του Άρη που δεν μπορούσαν επί το πλείστον να τους μαρκάρουν (με εξαίρεση ίσως τον Τσαϊρέλη). Απο εκεί και μετά τα πράγματα γινόντουσαν αρκετά πιο εύκολα γι αυτούς.

Ο Άρης δυστυχώς, απο την αρχή της χρονιάς πάσχει από οξεία “Σανικιτζίτιδα”, ελλείψει Σανικίτζε, δηλαδή. Ο χαρισματικός φόργουορντ του Άρη, πάνω στον οποίο χτίστηκε σχεδόν κάθε επιθετικό πλάνο του φετινού Άρη, δυστυχώς όμως και γι αυτόν αλλά και για την ομάδα τραυματίστηκε μόλις έδειξε πόσο σημαντικός θα ήταν γι αυτήν. Ο “Σάνι” θα ήταν για τον Άρη αυτός που θα έλυνε το πρόβλημα του Άρη στα ριμπάουντ αλλά -πιο σημαντικό ίσως- θα ήταν αυτός που θα δημιουργούσε το παιχνίδι από μέσα προς τα έξω. Χωρίς αυτόν ο Άρης έχει γίνει μονοδιάστατος, και βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε ένα διαρκές “βασάνισμα” της μπάλας στην περιφέρεια, χωρίς να ακουμπάει (μερικές φορές και για συνεχόμενες επιθέσεις) καθόλου η μπάλα στο καλάθι. Αυτό το πρόβλημα έχει προσπαθήσει στα τελευταία παιχνίδια σχεδόν επιτυχημένα να λύσει το πρόβλημα ο κόουτς Πρίφτης δίνοντας το ελεύθερο στον Βασίλη Καββαδά να ποστάρει κάτω από το καλάθι. Το πρόβλημα είναι οτι ο Καββαδάς είναι παίκτης που νιώθει πιο άνετα να τελειώνει τα καλάθια χωρίς ντρίμπλα, αλλά κυρίως δεν “σπάει” την μπάλα προς τα έξω σε καμία περίπτωση όπως ο Γεωργιανός. Στα δύσκολα η ομάδα σχεδόν αντανακλαστικά δεν το εμπιστεύεται αυτό επιστρέφοντας στην γνωστή της φετινή τακτική να ζήσει ή να πεθάνει με το τρίποντο, όπου και συνήθως συμβαίνει το δεύτερο.

Ταπεινή μου άποψη είναι ότι ο Άρης εμφανίστηκε στον τελικό πιο ανταγωνιστικός απ’ότι περίμεναν οι περισσότεροι, κι αυτό επειδή έκανε εξαιρετική δουλειά το προπονητικό τιμ στον αμυντικό προσανατολισμό, καθώς και οι παίκτες οι οποίοι στο προαναφερθέν κομμάτι κατέθεσαν ψυχή. Κατώτερος τον περιστάσεων εμφανίστηκε όμως ο κ. Γιαννακόπουλος με τις αντιδράσεις του, καθώς ίσως να ξέχασε ότι στον τελικό του 2014 ο Άρης δέχτηκε να αγωνιστεί στα “Δύο Αοράκια”με 70 οπαδούς στο πλευρό του, την ίδια στιγμή που “η τοπική κοινωνία” ανάγκασε τους περισσότερους από εμάς να αναρωτηθούμε αν πάσχουμε από κάποιου είδους αχρωματοψία καθώς τα βλέπαμε όλα πράσινα.