Το έχουμε ξαναγράψει και το επαναλαμβάνουμε: Τα ανοιχτά γήπεδα δεν είναι μόνο προπόνηση αλλά και παρέα και κέφι και διάθεση. Εκεί μεγάλωσε το μπάσκετ στην Ελλάδα. Γράφει ο Νίκος Μπουρλάκης

 

Πολλοί αναρωτιούνται (ανάμεσά τους κι εγώ) το λόγο για τον οποίο έχουμε τόσο σπάνιες περιπτώσεις παικτών ικανών να παίξουν στο ένας εναντίον ενός και να σουτάρουν καλά και με αυτοπεποίθηση. Να είναι μόνο το ότι δε δουλεύουν σωστά οι προπονητές; 

Είναι μια εξήγηση αλλά δε μπορεί να εκτιμήσουμε ότι ΟΛΟΙ οι προπονητές στην Ελλάδα ή έστω η συντριπτική πλειοψηφία αυτών δε μπορεί να δουλέψει σωστά. Ότι κάτι πάει λάθος είναι δεδομένο.

Έχω ξαναγράψει παλαιότερα για το θέμα των «ανοιχτών» και θα επιμείνω σε αυτό. Κάποτε απ’ εκεί έβγαιναν αυθεντικά ταλέντα και μάλιστα σε ποσότητα. Εκεί, στα ανοιχτά, στα μονά, στην παρέα δεν έμπαινε μόνο το μπάσκετ αλλά και η φιλία, το κέφι, η διάθεση. Εκεί έμπαινε η πρώτη ύλη του μπάσκετ στον καθένα και στη συνέχεια, στους κόλπους της ομάδας, έμπαιναν άλλα πράγματα και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο τα δικά σου θετικά, το ένστικτο και οι ικανότητες που είχες αποκτήσει, θα εντάσσονταν συνολικά. Για το δικό σου καλό όπως και για της ομάδας.

Αυτή η νοοτροπία έχει χαθεί. Θυμάμαι ότι κάθε προπόνηση στο ανοιχτό ήταν γιορτή! Πηγαίναμε πολύ νωρίτερα για να προλάβουμε να παίξουμε δύο- τρία μονά! Ήταν η «εξουδετέρωση» των όποιων εσωτερικών αντιστάσεων θα υπήρχαν στα «συστήματα» που θα ακολουθούσαν.

Η λογική αυτή, η νοοτροπία αυτή, θα πρέπει να επιστρέψουν με κάποιο τρόπο. Να αφήσουν λίγο το ένστικτο στα παιδιά, να τα ενθαρρύνουμε να το ακολουθούν πάντα στο πλαίσιο που θα απέχει από την ασυδοσία και ταυτόχρονα να φροντίσουμε να τους μάθουμε τη σωστή ντρίπλα, τη σωστή πάσα, το σωστό σουτ.

Παρακολουθώ πολλές φορές προπονήσεις μικρών ομάδων. Πρόσφατα μου έκανε εντύπωση ένας προπονητής σε παιδιά 10-11 ετών που σταμάτησε την προπόνηση κι έβαλε τις φωνές επειδή ο μικρός αντί να πάει αριστερά είχε «κολλήσει»! Κουνούσε τα χέρια, χτυπούσε τα πόδια, πίστευα ότι ο μικρός πρέπει να του είπε κάτι σοβαρό.

Στη συνέχεια άρχισαν τα παιδιά να κάνουν σουτ. Ο συγκεκριμένος αθλητής, που δεν είχε ακολουθήσει το σύστημα στιγμιαία, σούταρε λες και τινάζει χαλί από το μπαλκόνι. Προς μεγάλη μου έκπληξη εκεί δεν είχε φωνές και έκρηξη. Δεν πήγε να του πει ότι δε σουτάρει σωστά.

Ο φίλος που ήταν δίπλα μου και το σχολιάσαμε, μου έδωσε την πιο πειστική απάντηση: «Ε πως θα δείξει ότι ξέρει συστήματα;».

Και το παιδί σε αυτή την ηλικία δε γνώριζε το βασικό: Πως πρέπει να σουτάρει σωστά και όχι ατσούμπαλα!

Βάζουμε τα παιδιά σε μια διαδικασία να σκέφτονται πολύ περισσότερο απ’ όσο πρέπει. Τι να το κάνω το τέλειο σύστημα αν πάρει τη μπάλα, είναι ελεύθερος και ψάχνει να βρει το πόμολο;

Γιατί ενώ βγαίνει ελεύθερος μετά από 2-3 πάσες θα πρέπει να περιμένει να γίνουν άλλα τρία σκριν και άλλες τρεις πάσες μέχρι να… ξαναβγεί ελεύθερος; Αφού βγήκε πριν. Αυτό θέλαμε.

Ας βάλουμε λίγη απ’ αυτή τη λογική των «ανοιχτών» στα παιδιά. Δε θα μας βγει σε κακό.